Ο νέος νόμος για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση αποτελεί προϊόν πολιτικής συμφωνίας κορυφής μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων της Βουλής και όχι αποτέλεσμα συναίνεσης με την πανεπιστημιακή κοινότητα. Αφού δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες των ελληνικών πανεπιστημίων, ούτε και διαθέτει την αποδοχή τους.
Ο νέος νόμος, όπως συμφωνούν κορυφαίοι συνταγματολόγοι και το επιστημονικό συμβούλιο της Βουλής, εγείρει σοβαρά ζητήματα συνταγματικότητας, αφού καταργεί την πλήρη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων. Κορυφαίο παράδειγμα το Συμβούλιο του Ιδρύματος, στο οποίο συμμετέχουν και εξωπανεπιστημιακοί, το οποίο έχει κατ΄ όνομα εποπτικές, ενώ κατ’ ουσία αποφασιστικές διοικητικές αρμοδιότητες.
Ακόμη βρίθει αντιφάσεων, όπως αυτή της εκλογής του πρύτανη αλλά όχι και των υπολοίπων πανεπιστημιακών αρχών, (εξωτερικά μέλη συμβουλίου, κοσμήτορες). Η εφαρμογή του αναμένεται ότι θα προκαλέσει μεγάλες δυσλειτουργίες που σχετίζονται τόσο με το συγκεντρωτικό, αυταρχικό και ολιγαρχικό μοντέλο διοίκησης που επιβάλλει, ως εάν τα πανεπιστήμια να μην είναι πνευματικά ιδρύματα αλλά κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, όσο και με τα ακαδημαϊκά ζητήματα που προκαλεί η άρση της αυτοτέλειας των Τμημάτων ως θεμελιωδών ακαδημαϊκών μονάδων και η πλήρης κατάργηση των Τομέων.
Τέλος ο μη ρεαλιστικός χαρακτήρας πολλών ρυθμίσεών του και το ανέφικτο της πλήρους εφαρμογής του σε σύντομο χρονικό διάστημα, χάριν του οποίου φτάνει στο σημείο της παύσης εκλεγμένων πανεπιστημιακών αρχών πριν τη λήξη της θητείας τους, – ως εάν η αλλαγή του εκλογικού νόμου να συνεπάγεται άμεση προκήρυξη εκλογών με το νέο σύστημα – συμπληρώνουν την εικόνα ενός νομοθετήματος, η εφαρμογή του οποίου θα σωρεύσει περισσότερα προβλήματα από όσα υποτίθεται ότι θα επιλύσει.
Η πλήρης αυτοδιοίκηση, η ενίσχυση του δημόσιου χαρακτήρα και η προστασία από λογής συμφέροντα, (πολιτικά, κομματικά, οικονομικά), η εσωτερική δημοκρατία, η αποκέντρωση και η συμμετοχή όλων των συνιστωσών της ακαδημαϊκής κοινότητας, οι ακαδημαϊκές ελευθερίες και το ακαδημαϊκό άσυλο ως κορυφαίος συμβολισμός της ανεξαρτησίας των θεμελιωδών λειτουργιών της παραγωγής και της μετάδοσης της επιστημονικής γνώσης, η θεσμοθέτηση συμβουλίων εποπτείας και όχι διοίκησης που θα λειτουργούν ως θεσμικό αντίβαρο στα όργανα αυτοδιοίκησης, (Σύγκλητος, Πρυτανικό Συμβούλιο), η διασφάλιση της δημόσιας χρηματοδότησης, η αναβάθμιση των ακαδημαϊκών λειτουργιών και η υποστήριξη της βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας, η υποστήριξη της φοιτητικής μέριμνας, παραμένουν στόχοι ανεκπλήρωτοι.
Το βάρος της βελτίωσης και αναβάθμισης των ακαδημαϊκών λειτουργιών, καθώς και η ευθύνη για τον περιορισμό των αρνητικών συνεπειών του νόμου, πέφτει τώρα στις πλάτες της πανεπιστημιακής κοινότητας. Η εκλογή των εσωτερικών μελών του Συμβουλίου και τώρα και του Πρύτανη, ευτυχώς, αφήνουν περιθώρια ουσιαστικής παρέμβασης στην κατεύθυνση αυτή.
Ο αγώνας για μια καλύτερη ανώτατη εκπαίδευση βαραίνει πλέον τους πανεπιστημιακούς και θα δοθεί εντός των ιδρυμάτων.
Ο κ. Γιάννης Μυλόπουλος είναι πρύτανης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης