Εναν αιώνα σχεδόν µετά την καταστροφή της Σµύρνης η ερµηνεία των γεγονότων της περιόδου παραµένει επίκαιρη, όπως απέδειξε η προ µερικών µόνο ετών αιρετική προσέγγιση που επιχειρήθηκε διά των σχολικών εγχειριδίων. Αυτά, για τη χώρα µας. Για τη γείτονα που γνωρίζει καλά πότε να σιωπά και πότε να βρυχάται (βλέπε τελευταίες απειλητικές δηλώσεις Ερντογάν προς την ΕΕ σε περίπτωση ανάληψης της Προεδρίας της από την Κυπριακή ∆ηµοκρατία), το 1922 παραµένει ορόσηµο και σταθερή αναφορά του τουρκικού εθνικισµού και της τουρκικής αλαζονείας όπως αυτή εκδηλώνεται σήµερα. Το 1922 στοίχειωνε για δεκαετίες την ιστορική µνήµη των δύο λαών, ελληνικού και τουρκικού, νοµιµοποιώντας ακόµη και σε περιόδους συµφιλίωσης τη µεταξύ τους αντιπαλότητα. Εκείνος ο σκοτεινός Αύγουστος, και δη η 29η ηµέρα, εορτάζεται ακόµη στη γείτονα ως Ηµέρα Νίκης µε πανηγυρισµούς που συνάδουν στον χαρακτήρα εθνικής εορτής.
Από φάκελο του έτους 1957 του Γ. Προξενείου Κωνσταντινουπόλεως, µε ηµεροµηνία 13 Μαρτίου, ανασύρθηκε έγγραφο (ΑΠ 280) αναφερόµενο σε εξοµολογήσεις υπό τύπο συνεντεύξεως που απεκάλυψε στη διάρκεια επίσηµης επισκέψεώς του στη Σµύρνη ο διατελέσας πρόεδρος της ∆ηµοκρατίας και εν συνεχεία πρωθυπουργός (1961) µετά τις καταδίκες εις θάνατον του διαδόχου του Τζελάλ Μπαγιάρ και του πρωθυπουργού Αντνάν Μεντερές (∆ηµοκρατικό Κόµµα) ΙΣµέτ Ινονού, «ο τροπαιούχος Διοικητής του Δυτικού Μετώπου» κατά τον συντάκτη της εφηµερίδας «Ντουνιά» Μπεσίµ Ακιµσάρ, όταν τα ελληνικά στρατεύµατα προήλαυναν στην Αγκυρα.
«Κάθε φορά που έρχοµαι εις την Σµύρνην», δήλωνε ο Ινονού, «αισθάνοµαι την ιδίαν συγκίνησιν την οποίαν είχον αισθανθή κατά την ηµέραν της απελευθερώσεως της πόλεως αυτής. Κατά τας αρχάς του Εθνικού Αγώνος, είχον υπό την ιδιότητα αυτήν όλας τας στρατιωτικάς κινήσεις εφ’ όλων των µετώπων. Αργότερον υπό την ιδιότητα Διοικητού του Δυτικού Μετώπου είχον παρακολουθήσει κάπως καλύτερον τας κινήσεις αυτάς. Μετά την πρώτην µεγάλην ήτταν την οποία υπέστη ο εχθρικός στρατός εις το Αφιόν, ο Αρχιστράτηγος Μουσταφά Κεµάλ, ο Φεβζή Πασάς και εγώ, υπό την ιδιότητα Διοικητού του Δυτικού Μετώπου, παρηκολουθούµεν από κοινού τας στρατιωτικάς επιχειρήσεις. Δυο ιδέαι είχον τεθή τότε υπό συζήτησιν. Να διαιρεθή ο στρατός µας εις δύο τµήµατα εκ των οποίων το έν να βαδίση κατ’ ευθείαν κατά της Σµύρνης και το άλλο να ενασχοληθή µε την εξουδετέρωσιν των άλλων τµηµάτων του εχθρικού στρατού. Κατά την άλλην ιδέαν που είχε τεθή υπό συζήτησιν, θα έπρεπε να βαδίσωµεν µε ισχυράς δυνάµεις κατά της Σµύρνης. Ο Ατατούρκ είχε δεχθή την δευτέραν αυτήν ιδέαν. Τα κατόπιν εξελιχθέντα γεγονότα είναι γνωστά».
Στη συνέχεια εξέθετε άγνωστο συµβάν που διηµείφθη µε απεσταλµένο αξιωµατικό του βρετανικού στόλου µετά τη µεταστροφή των έως πριν συµµάχων, και ενώ διαφαινόταν η ήττα του ελληνικού στρατού, υπέρ της Τουρκίας. «Την εποµένην της εισόδου µας εις την Σµύρνην, απεβιβάσθη είς Αγγλος αξιωµατικός του εκεί αγκυροβολήσαντος Αγγλικού στόλου και εζήτησε να τον οδηγήσουν εις το Διοικητήριον όπου είχε να εκθέση µερικά πράγµατα εις τον Μουσταφά Κεµάλ Πασά. Ο Αγγλος απεσταλµένος επέδωσε και έν τελεσίγραφον εν τω οποίω διελαµβάνοντο τα εξής: “Σεις κατά την διάρκειαν µιας συνοµιλίας σας εν τω Διοικητηρίω µετά του Προξένου µας, έχετε αναφέρει ότι ευρισκόµεθα εις εµπόλεµον κατάστασιν, όπως επίσης έχετε αναφέρει και διά διαφόρους άλλας πιθανότητας. Ο Ναύαρχος λοιπόν θέλει να µάθη εάν ευρίσκεσθε εις εµπόλεµον κατάστασιν µετά της Αγγλίας”. Ο Αγγλος αξιωµατικός µετά την επίδοσιν του τελεσίγραφου τούτου απεχώρησεν και προσήλθεν εις το Διοικητήριον ο Αγγλος Πρόξενος όστις λόγω της µακράς εν Σµύρνη διαµονής του εγνώριζε καλώς την τουρκικήν. Ο Αγγλος Πρόξενος συνωµίλησε µετά του Αρχιστρατήγου Μουσταφά Κεµάλ Πασά. Εγώ δεν παρέστην κατά την συνοµιλίαν αυτήν. Ηκουσα όµως κατόπιν σχετικά τινά µε την εν λόγω συνοµιλίαν. Κατά την διάρκειαν της συνοµιλίας αυτής ελέχθησαν και σφοδρά λόγια και εδόθη έντονος απάντησις εις όσα είπεν ο Αγγλος Πρόξενος υπό τον τύπον και την µορφήν επεµβάσεως ή εισηγήσεως και συστάσεως. Το αποτέλεσµα όλων αυτών ήτο ο Ναύαρχος να µας επιδώση τελεσίγραφον. Κατόπιν τούτου συνεσκέφθηµεν επί της καταστάσεως ως εξής: Με τόσους κόπους και µόχθους και κατόπιν µακρών ετών εφθάσαµεν εις την Σµύρνην. Τώρα λοιπόν θα έπρεπε να αρχίσωµεν εκ νέου πόλεµον εν Σµύρνη µε τας επτά Δυνάµεις; Τούτο δεν απετέλει µίαν εύκολον κατάστασιν. Εστείλαµεν λοιπόν αµέσως την απάντησίν µας εις τον Αγγλον Ναύαρχον ήτις είχεν ως εξής:
“Ηµείς, δεν ευρισκόµεθα εις εµπόλεµον κατάστασιν µε την Αγγλίαν, αλλά µεταξύ ηµών και της Αγγλίας δεν έχει συναφθή και ειρήνη. Δεν παραδεχόµεθα ότι απεκαταστάθησαν σχέσεις ειρήνης µεταξύ της Χώρας µας και της Αγγλίας. Διότι εν τω µεταξύ έχει συναφθή η Συνθήκη των Σεβρών”.
Ούτω είχεν η απάντησίς µας. Εάν ελέγοµεν ότι ευρισκόµεθα εις εµπόλεµον κατάστασιν, τότε θα έπρεπε να πολεµήσωµεν. Εάν πάλιν θα ελέγοµεν ότι ευρισκόµεθα εις ειρηνικάς σχέσεις µετά της Αγγλίας, τότε θα έπρεπε να δεχθώµεν την Συνθήκην των Σεβρών. Δι’ αυτόν τον λόγον εξεφράσθηµεν κατά τον ανωτέρω τρόπον εν τη απαντήσει την οποίαν εδώσαµεν εις τον Αγγλον Ναύαρχον. Και τώρα θα σας εκθέσω µερικάς λεπτοµερείας σχετικάς µε την Σµύρνην τας οποίας µοί εξέθεσεν αυτός ούτος ο Βενιζέλος. Την εποχήν εκείνην µεταξύ εµού και του Ελληνος Πρωθυπουργού υπήρχον καλαί σχέσεις. Κατά τινα συνοµιλίαν µου µετά του Βενιζέλου τω είπον µιαν ηµέραν τα εξής: “Σεις είσθε ο πρώτος Ελλην µετά του οποίου συνοµιλώ εν τη ζωή µου. Εκτός τούτου είσθε άνθρωπος τον οποίον εγώ εν τη ζωή µου θεωρώ ως τον µεγαλύτερον εχθρόν της χώρας µου”.
Φίλος µου ο Βενιζέλος, ήτο κατά 20 έτη µεγαλύτερός µου εις ηλικίαν. Μοί εξέθεσεν λοιπόν ούτος τότε τα εξής: “Μετά την είσοδόν µας εις την Σµύρνην απετάθην εις τον Αγγλον Υπουργόν των Εξωτερικών Λόρδον Κώρζον και εζήτησα να δοθούν εις την Ελλάδα όλα όσα τη είχον δοθή διά της Συνθήκης των Σεβρών”. Ο Λόρδος όµως Κώρζον µοί παρετήρησεν τα εξής: “Συ είσαι είς πεπειραµένος ανήρ. Οι Τούρκοι εξησφάλισαν πολλά αξιοσηµείωτα πράγµατα. Συ έρχεσαι και ζητείς τώρα το ίδιον πράγµα ως να µην έχει συµβή τίποτε εν τω µεταξύ”. Εγώ όµως, παρετήρησεν ο Βενιζέλος, απήντησα εις τον Κώρζον ως εξής: “Η Ελλάς όλα αυτά τα έπραξε τη απαιτήσει υµών µε την βοήθειάν σας και την επιθυµίαν σας. Τώρα, οπότε επέρχεται η συµφορά, µάς αφήνετε”.
Ο Λόρδος Κώρζον επέµενε και επεχείρησε να πείση τον Βενιζέλον. Ο Βενιζέλος όµως απαντών εις αυτόν τω είπε τα εξής: “Ολα όσα ζητώ θα τα εκθέσω και θα ζητήσω την Σµύρνην”. Ο Βενιζέλος προσέθεσεν ακολούθως οµιλών προς τον Κώρζον και τα εξής: “Θα διακηρύξω εις όλον τον κόσµον ότι τα έθνη, άτινα εξώθησαν την Ελλάδα εις το πυρ τούτο, δεν είναι άξια εµπιστοσύνης, ότι ο λόγος των δεν αξίζει δύο παράδες και διά να αποδείξω ότι ο λόγος της Αγγλίας και της Γαλλίας δεν αξίζει τίποτε είς όλον τον κόσµον, προβάλλω τα αιτήµατά µου αυτά”.
Ακολούθως, προσθέτει ο Ινονού, ο Βενιζέλος απετάθη και εις την Γαλλίαν. Το µέρος αυτό των ενεργειών του Βενιζέλου µοί το εξέθεσεν ο Πουανκαρέ. Ο Βενιζέλος είπεν εις τον Πουανκαρέ κατά την προς εµέ αφήγησιν του τελευταίου τούτου, τα εξής: “Συνωµίλησα µετά των υπευθύνων της Αγγλίας. Συνωµίλησα τώρα και µεθ’ υµών. Δεν µοί έµεινε καµία ελπίς. Η µόνη µου ελπίς έγκειται εν τω εχθρώ. Εκείνα που θέλω θα τα λάβω από τους Τούρκους. Οι Τούρκοι, ό,τι και αν γίνη και όπως και εξελιχθούν τα πράγµατα µετά την σύγκλησιν της Διασκέψεως της Ειρήνης, δεν θα δυνηθούν να έλθουν εις συνεννόησιν µε τους Συµµάχους. Και εγώ θα επωφεληθώ των διαφωνιών τούτων”.
Ο Ινονού εν συνεχεία επανέλαβε ότι ιδιαιτέραν συγκίνησιν αισθάνεται δι’ όλους αυτούς τους λόγους οσάκις έλθη εις την Σµύρνην και οσάκις συναντήση τον λαόν της πόλεως αυτής».
Ο Ινονού στη συνέντευξή του αναφέρει και την εξής συνομιλία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο:
“Κατά τινα συνομιλίαν μας μετά του Βενιζέλου, ο τελευταίος ούτος μοί είπε και τα εξής:
“Οι Τούρκοι, διεπιστώθη ότι είναι άνθρωποι οίτινες ενεργούν μεμετρημένως και υπολογίζουν τας πράξεις των. Εγώ ηκολούθησα μίαν πολιτικήν. Η πολιτική αυτή απέτυχε. Τώρα υπό νέας συνθήκας ακολουθείται υπό της χώρας μου μια νέα πολιτική, σύμφωνος προς τα συμφέροντα της Ελλάδος. Αι νέαι αυταί συνθήκαι επιβάλλουν να είμεθα φίλοι με τους Τούρκους”. Ο Βενιζέλος εν συνεχεία μοί είπε:
“Εισήλθομεν εις την Σμύρνην. Μετά την σύναψιν Συνθήκης Ειρήνης, θα διεξήγαγον εν Σμύρνη ανταλλαγήν πληθυσμών. Θα απεμάκρυνον από την Σμύρνην όλους τους Τούρκους και θα μετέφερον όλως αιφνιδίως Ελληνας εις την πόλιν αυτήν”.
Ο Ινονού εν συνεχεία μας είπε τα εξής: “Κατόπιν της ως άνω φράσεως του Βενιζέλου τω είπον “Εύγε (Μάσσαλαχ)”. Κατ’ αυτόν τον τρόπον λοιπόν εσκέπτεσθο;”, και ο Βενιζέλος μοί απήντησεν: “Μάλιστα ούτω εσκεπτόμην”.
Η κυρία Φωτεινή Τομαή είναι ιστορικός, πρεσβευτής σύμβουλος Α’ στο υπουργείο εξωτερικών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ