Ο κ. ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΑΛΑΝΤΖΑΣ δεν είναι ένας συνηθισμένος δάσκαλος δημοτικού σχολείου. Διδάσκει το πρωί αριθμητική, γραμματική, θρησκευτικά και μελέτη περιβάλλοντος στους μαθητές του Δημοτικού Σχολείου Δεσκάτης και το μεσημέρι, όταν το σχολείο κλείνει, αντί να πάει σπίτι του, πάει στη… στάνη για να αρμέξει τα 100 πρόβατά του. Ή ανεβαίνει στο τρακτέρ του για να καλλιεργήσει χωράφια με τριφύλλι. Ο κ. Παλάντζας είναι ένας από τους δασκάλους της Δεσκάτης, δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος στράφηκε, λόγω των δύσκολων οικονομικών συνθηκών, προς την κτηνοτροφία για να συμπληρώσει τον συνεχώς μειούμενο μισθό του. «Δεν τα βγάζω πέρα, είμαι αναγκασμένος να εκτρέφω και κουνέλια και κότες» λέει. Η οικονομική κρίση, οι περικοπές που έγιναν στους μισθούς τους, το επερχόμενο ενιαίο μισθολόγιο και οι νέες φορολογικές ρυθμίσεις έκαναν ορισμένους δημοσίους υπαλλήλους να αναζητήσουν και δεύτερη δουλειά. Στις αγροτικές περιοχές άλλοι στράφηκαν προς την κτηνοτροφία, άλλοι στην καλλιέργεια της γης και άλλοι στη μελισσοκομία. Τα προϊόντα που παράγουν είτε τα καταναλώνουν οι ίδιοι είτε τα πωλούν ενισχύοντας έτσι το χαμένο εισόδημά τους.
«Ως τώρα οι δημόσιοι υπάλληλοι περνούσαν ζωή και κότα,καιρός τώρα να δουλέψουν» λέει ο δήμαρχος Δεσκάτης κ. Νίκος Μίγκος αναφερόμενος στους δημοσίους υπαλλήλους «που επί 30 χρόνια ήταν ευνοούμενοι του συστήματος, του Δημοσίου και των ΔΕΚΟ και σήμερα διαμαρτύρονται» . Ο κ. Μίγκος έχει διαφορετική γνώμη. Είναι ένας δήμαρχος που μάχεται, όπως λέει, εναντίον της φοροδιαφυγής και απευθύνεται και στους συμπατριώτες του δημοσίους υπαλλήλους, στους εφοριακούς, στους δασκάλους κ.ά. οι οποίοι με τις μειώσεις μισθών έπιασαν και δεύτερη δουλειά για να συμπληρώσουν το εισόδημά τους. Παρά ταύτα, λέει γι΄ αυτούς ότι είναι τιμητικό να κάνουν μια έντιμη δεύτερη δουλειά για να τα βγάλουν πέρα.
Ετσι δυο-τρεις εφοριακοί της ΔΟΥ Δεσκάτης, τρεις δάσκαλοι του Β΄ και του Γ΄Δημοτικού Σχολείου και οι δύο αντιδήμαρχοι της πόλης έχουν ένα κοινό σημείο: άπαντες είναι δημόσιοι υπάλληλοι, κτηνοτρόφοι αγρότες και μία είναι ιδιοκτήτρια… σχολής οδηγών. Ενας από τους δασκάλους, μάλιστα, πέραν των 100 και πλέον αιγοπροβάτων που διαθέτει, τελειώνει τα μαθήματα το μεσημέρι στο σχολείο και εν συνεχεία ασχολείται ως αργά το βράδυ με το να εκτρέφει τις 40 κότες του και τα 40 κουνέλια του και να περιποιείται τα 100 μελίσσια του, για τα οποία δηλώνει υπερήφανος. Και η παραγωγή πάει κατευθείαν στην αγορά.
Από τους πολιτικούς δεν έχουν να περιμένουν τίποτε, δηλώνουν… «αγανακτισμένοι» από το πολιτικό σύστημα, χόρτασαν από τα παχιά τους λόγια, τις υποσχέσεις και τα πολλά «θα»και πήραν τη ζωή τους και την οικονομική τους επιβίωση στα χέρια τους. «Το μέλλον είναι η κτηνοτροφία και η αγροτική παραγωγή» αναφέρουν και τους βλέπεις κάθε μεσημέρι να φεύγουν από το σχολείο τους ή από το γραφείο τους στην Εφορία, να καβαλάνε τα τρακτέρ τους και να πηγαίνουν άλλοι στις στάνες με τα πρόβατα, άλλοι στους στάβλους με τα μοσχάρια και άλλοι στα χωράφια για να καλλιεργήσουν τριφύλλι, σιτάρι ή τροφές για τα αιγοπρόβατα. Στη Δεσκάτη η ζωή κυλά πολύ πιο γρήγορα από ό,τι στην Αθήνα, αφού ο χρόνος για τους συγκεκριμένους δημοσίους υπαλλήλους είναι περιορισμένος με τόσες αγροτικές και κτηνοτροφικές ασχολίες που έχουν. Στη ΔΟΥ Δεσκάτης, εκτός από τον κ. Κορδίλα, υπάρχουν και άλλοι εφοριακοί που κάνουν δεύτερη δουλειά για να ζήσουν. Μια υπάλληλος έχει ανοίξει σχολή οδηγών, ένα άλλος έχει μελίσσια και βγάζει μεροκάματο με το μέλι. Ως κτηνοτρόφος όμως έχει τα παράπονά του για τη… γραφειοκρατία του Δημοσίου. Παρά το γεγονός ότι η περιοχή διαθέτει σύγχρονα σφαγεία, δεν λειτουργούν ακόμη και αυτό οφείλεται σε καθαρά… γραφειοκρατικούς λόγους. Ούτε άδεια για σφαγείο… μιας στάσης δεν κατάφερε ακόμη να δώσει το Δημόσιο.
Τρία κοριτσάκια, από 4 ως 8 ετών, έχει και ο δάσκαλος κ. Λ. Παλάντζας, 50 ετών, κτηνοτρόφος, αγρότης και μελισσουργός, για να τα βγάλει και αυτός πέρα. Η σύζυγός του Κατερίνα, άνεργη, πώς θα θρέψει συνεπώς τρία κοριτσάκια με τον μειωμένο μισθό ενός δασκάλου; Ετσι ασχολείται και αυτός με τα αιγοπρόβατα: διαθέτει περί τα 100 και περνά πολλές ώρες μαζί τους μετά το σχολείο. Την τέχνη του κτηνοτρόφου τη γνωρίζει πολύ καλά από τον πατέρα του (συνταξιούχος του ΟΓΑ) αφού μεγάλωσε με κτηνοτρόφο και επιπλέον η στάνη διαθέτει και σύγχρονη τεχνολογία: ηλεκτρικά αρμεχτήρια για το άρμεγμα των αιγοπροβάτων. Εχει και μια μεγάλη στάνη όπου βόσκουν τα ζώα αυτά που του προσφέρουν ένα ικανό συμπλήρωμα στον μισθό του. «Είναι μεγάλη υπόθεση να είσαι εκπαιδευτικός, ο κόσμοςσού εμπιστεύεται τα παιδιά του» λέει για να δείξει με πόση υπευθυνότητα αντιμετωπίζει το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Αλλά άλλο εκπαιδευτικός και άλλο κτηνοτρόφος και αναφέρει και αυτός: «Η κτηνοτροφία έχει μέλλοναλλά εξαρτάται και από την περιοχή. Η κτηνοτροφία άλλωστε είναι μια έντιμη κοπιαστική εργασία και σου προσφέρει δύσκολα ένα εισόδηματο οποίο ως δημόσιος υπάλληλος δεν μπορείς να έχεις από άλλη πηγή». Γιατί το κάνει αυτό; Επειδή, όπως λέει, «ο μισθός του δασκάλου βαίνει μειούμενος και ουδείς γνωρίζει πού θα σταματήσει…».
Ο δάσκαλος- κτηνοτρόφος κ. Ν. Κρίκος, 49 ετών, πατέρας και αυτός δύο κοριτσιών, της Σταματίας, 25 ετών, και της Γεωργίας, 23 ετών ( «στη Δεσκάτη λέμε ότι “τα βαρβάτα κριάρια κάνουν θηλυκά αρνιά”» σημειώνει χαμογελώντας για να δικαιολογήσει ότι οι περισσότεροι κτηνοτρόφοι έχουν κορίτσια), έχει μια στάνη με 100 πρόβατα (είχε 500 αλλά έμειναν 100) και συμφωνεί κι αυτός ότι το μέλλον είναι η κτηνοτροφία. Ο κ. Κρίκος, δάσκαλος στο Γ΄ Δημοτικό Σχολείο, διαθέτει στάνη και κοιτάζει την πολιτική κατάσταση από την πλευρά του κτηνοτρόφου: «Είναι πολλοί οι κτηνοτρόφοι που είναι αγανακτισμένοι με τους πολιτικούς. Το χρήμα είναι λιγοστό, η δουλειά δύσκολη, κυρίως στον πρωτογενή τομέα». Μπορεί ωστόσο να συνδυάσει τη διδασκαλία, την «υπεύθυνη», όπως τη χαρακτηρίζει, με την εργασία του κτηνοτρόφου.
Τον κ. Γ. Πνευματικό, 47 ετών, πατέρα δύο παιδιών, δάσκαλο στο Β΄ Δημοτικό Σχολείο Δεσκάτης, τον βρίσκεις, τώρα που έκλεισαν τα σχολεία, την περισσότερη ώρα πάνω στο… τρακτέρ. Καλλιεργεί τριφύλλι αλλά διαθέτει και 15 μοσχάρια. Αναγκάζεται να κάνει δύο δουλειές που δεν έχουν σχέση μεταξύ τους για να τα βγάλει πέρα. Αλλωστε και οι γονείς του είναι γεωργοί και στις αγροτικές εργασίες τον βοηθάει ο πατέρας του. Οσον αφορά τα μοσχάρια που εκτρέφει, επιμένει ότι δεν αφήνουν κέρδος: «Οι ζωοτροφές είναι ακριβές και το κρέας δεν έχει τιμή. Δεν αξίζει να ασχολείται κανείς με τα μοσχάρια, δεν έχουν ψωμί» λέει και αναφέρει ότι θα εξαρτηθεί αν θα τα διατηρήσει από τις επιδοτήσεις που χορηγεί η Ευρωπαϊκή Ενωση. «Πρόκειται όμως για ένα οικονομικό συμπλήρωμα» λέει, αφού ως δημόσιος υπάλληλος δεν μπορεί να έχει καμία άλλη δουλειά.
«Το πρωίεφοριακός και το απόγευμα από ανάγκη γίνομαι κτηνοτρόφος» δηλώνει ο κ. Δ.Κορδίλας, 51 ετών,πατέρας τριών κοριτσιών,της Ιωάννας, 25 ετών,που ασχολείται με τη φυτική παραγωγή,της Ευαγγελίας, 22 ετών,φοιτήτριας της Διαιτολογίας στο ΤΕΙ Θεσσαλονίκης,και της Κωνσταντίνας, 16 ετών,που πάει Α΄ Λυκείου.Είναι εκλεγμένο μέλος του δημοτικού συμβουλίου της πόλης και μετά το μεσημέρι θα τον συναντήσει κανείς στη στάνη,στο Δασοχώρι,για να περιποιηθεί τα 100 πρόβατα που διαθέτει.Του χρόνου ελπίζει,αν όλα πάνε καλά,να τα κάνει 130.Αλλωστε η ΔΟΥ Δεσκάτης όπου υπηρετεί είναι από τις εφορίες που βρίσκονται υπό κατάργηση και αν καταργηθεί«να δούμε πού θα με πάνε»λέει.Ως δημόσιος υπάλληλος λαμβάνει 2.000 ευρώ τον μήνα και ως κτηνοτρόφος περί τα 10.000 ευρώ τον χρόνο,από τα οποία τα 8.000 ευρώ προέρχονται από την πώληση γάλακτος.Η οικογένεια δεν αγοράζει ούτε γάλα ούτε κρέας παρά μόνο χοιρινό ή μοσχάρι- κάτι είναι και αυτό στον οικογενειακό προγραμματισμό:«Αντί να κλέβω για να ζήσω,θέλησα να συμπληρώσω το εισόδημά μου με τα πρόβατα,διαφορετικάδεν τα βγάζαμε με τίποτα πέρα» λέει,για να συμπληρώσει ότι ως εφοριακός φροντίζει να είναι πάντοτε εντάξει με την Εφορία.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ