Φωτογραφίες ντοκουμέντο από τις συγκρούσεις αστυνομικών των ΜΑΤ με διαδηλωτές, στις 11 Μαΐου 2011 στο κέντρο της Αθήνας, κατά τη διάρκεια των οποίων τραυματίσθηκε βαρύτατα ο 31χρονος σπουδαστής Γιάννης Καυκάς, παρουσιάζει «ΤΟ ΒΗΜΑ». Στις φωτογραφίες που ήδη έχουν ενταχθεί στον δικαστικό φάκελο της υπόθεσης, απεικονίζονται αστυνομικοί των ΜΑΤ να επιτίθενται εναντίον των διαδηλωτών κρατώντας πυροσβεστήρες με τους οποίους φέρεται να έχει χτυπηθεί και ο Γιάννης Καυκάς!
Μέχρι σήμερα υψηλόβαθμοι αξιωματικοί της ΕΛΑΣ διατύπωναν την άποψη ότι κατά τη διάρκεια αυτών των επεισοδίων οι αστυνομικοί των ΜΑΤ «δεν είχαν βγάλει πυροσβεστήρες από την ειδική θήκη στη στολή τους». Τις τελευταίες ημέρες όμως, ολοκληρώθηκε η κατάθεση – σε τέσσερις διαφορετικές φάσεις – του 31χρονου σπουδαστή ο οποίος μίλησε αναλυτικά για τον τρόπο τραυματισμού του από αστυνομικούς των ΜΑΤ ενώ σχετικές καταθέσεις έχουν δώσει άλλοι 20 διαδηλωτές. Ωστόσο ο Γιάννης Καυκάς αρνήθηκε να δώσει δείγμα DNA προκειμένου να διαπιστωθεί αν ταυτοποιείται με αντίστοιχα ίχνη βιολογικού υλικού που έχουν ανιχνευθεί σε κατασχεθέντες πυροσβεστήρες και κλομπ από αστυνομικούς των ΜΑΤ που συμμετείχαν στα επεισόδια εκείνης της ημέρας.
Επίθεση διμοιριών
Σύμφωνα με όλα τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί μέχρι τώρα, ο 31χρονος διαδηλωτής τραυματίσθηκε – το μεσημέρι της 11ης Μαΐου – σε επίθεση αστυνομικών των ΜΑΤ εναντίον μπλοκ διαδηλωτών στην αρχή της οδού Πανεπιστημίου, στο ύψος των οδών Βουκουρεστίου και Αμερικής. Ο Γιάννης Καυκάς μαζί με άλλους περίπου 20-30 διαδηλωτές συμμετείχε στο μπλοκ «Συνέλευση Αντίστασης και Αλληλεγγύης Κυψέλης – Πατησίων», όταν δέχθηκε επίθεση από μία ή δύο διμοιρίες των ΜΑΤ. Ο 31χρονος μεταφέρθηκε σε κωματώδη κατάσταση στο Γενικό Κρατικό Νίκαιας ενώ οι ιατροί που τον εξέτασαν ανέφεραν ότι ο τραυματισμός του έγινε από αμβλύ όργανο, πιθανολογώντας ότι πρόκειται για πυροσβεστήρα. Οι διαδηλωτές μίλησαν για απολύτως αναίτια επίθεση ενώ οι αστυνομικοί για να δικαιολογήσουν τη βία, επικαλέσθηκαν επίθεση από ομάδα αντιεξουσιαστών με βόμβες μολότοφ και βαριοπούλες νωρίτερα, περιστατικό πάντως το οποίο δεν επιβεβαιώνεται από το υπάρχον οπτικό υλικό.
Φωτογραφίες άλλων διαδηλωτών
Οι δικηγόροι, κυρία Αντωνία Λεγάκη και κ. Κώστας Παπαδάκης, που χειρίζονται νομικά την υπόθεση του τραυματισμού του 31χρονου διαδηλωτή, κατέθεσαν προ μερικών ημερών στους αξιωματικούς της Κρατικής Ασφαλείας – οι οποίοι ερευνούν το περιστατικό – φωτογραφίες από τη συγκεκριμένη επίθεση των ΜΑΤ. Τις φωτογραφίες φέρεται να τράβηξαν με τα κινητά τους τηλέφωνα διαδηλωτές που παρακολουθούσαν τα δρώμενα. Στις φωτογραφίες απεικονίζονται αστυνομικοί να επιτίθενται σε διαδηλωτές ενώ δύο από αυτούς φέρεται να έχουν βγάλει τους πυροσβέστες από την ειδική θήκη τους και να τους χρησιμοποιούν στην επίθεση. Σημειώνεται ότι τους πυροσβεστήρες κρατούν ένα – δύο αστυνομικοί από κάθε διμοιρία και πρέπει να τους χρησιμοποιούν μόνο προκειμένου να σβήσουν φωτιά που μπορεί να έχει αρπάξει η στολή ενός συναδέλφου τους από βόμβες μολότοφ. Ομως, όπως ανέφεραν άλλοι διαδηλωτές, «σε αυτήν την περίπτωση οι πυροσβεστήρες βγήκαν για να χτυπήσουν».
Ο Γιάννης Καυκάς ολοκλήρωσε τον κύκλο των καταθέσεών του στην ΕΛΑΣ που δόθηκαν σε διαφορετικές φάσεις, λόγω της κατάστασης της υγείας του. Ο 31χρονος σπουδαστής μίλησε για τον τρόπο που δέχθηκε, μαζί με τους άλλους διαδηλωτές, την επίθεση των αστυνομικών των ΜΑΤ.
«Ορφανά» δείγματα DNA
Ωστόσο, ύστερα και από συνεννόηση με τους νομικούς εκπροσώπους του, αρνήθηκε να δώσει δείγμα γενετικού υλικού προκειμένου να συγκριθεί με 15 «ορφανά» δείγματα DNA που έχουν εντοπισθεί πάνω σε περίπου 25 πυροσβεστήρες και δεκάδες γκλομπ που κατασχέθηκαν από άνδρες διμοιριών των ΜΑΤ οι οποίες βρίσκονταν στην περιοχή. Οι ερευνητές της ΕΛΑΣ ζήτησαν δείγματα DNA από τους αστυνομικούς των ΜΑΤ ώστε να προσδιορίσουν στον οπλισμό τους το βιολογικό υλικό που ανήκει σε άλλα πρόσωπα, προκειμένου με αυτόν τον τρόπο να επιχειρηθεί η ταυτοποίηση με τον γενετικό τύπο του 31χρονου τραυματία. Σύμφωνα με νομικούς που παρακολουθούν την εξέλιξη της υπόθεσης, «η Αστυνομία οφείλει να βρει τον δράστη με άλλες μεθόδους και όχι κρατώντας το δείγμα DNA του τραυματία».