Πολλοί, κυρίως ξένοι, προσπαθούν, μάταια, να δώσουν λογική εξήγηση στην άρνησή μας να κάνουμε όσα επιβάλλει η αντιμετώπιση ελλειμμάτων και χρέους. Ακόμη περισσότερο ακατανόητος είναι ο τρόπος αντίδρασής μας.
Κυβερνήσεις και θεσμοί προσπαθούν να βοηθήσουν, όπως έδειξε η πρόσφατη εμπειρία του κ. Σαμαρά. Χώρες, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, με πολύ διαφορετικό τρόπο. Όλοι κάνουν λάθη που προσπαθούν να διορθώσουν, κάτι ευκολότερο στο πλαίσιο μίας «οικογένειας», όπως η Ευρωζώνη. Μόνο η Ελλάδα «αντιστέκεται» σαν κάποιον που προσπαθεί να βουτήξει και πολεμάει όσους πάνε να τον κρατήσουν.
Ο Απ. Δοξιάδης εντοπίζει την αιτία στα βάθη της ιστορίας και στα τρία κακά της μοίρας μας, δηλαδή την απέχθεια προς το Κράτος, την πεποίθηση πώς για όλα φταίνε οι κακοί ξένοι και στη σχέση αγάπης -μίσους που έχουμε για τον πλούτο, τον οποίο επιζητούμε ακόμα και παράνομα, αλλά θεωρούμε αποτέλεσμα κλεψιάς για τους άλλους. Σωστή η ανάλυση, αλλά δεν χρειάζεται να ψάχνουμε για ερμηνείες, όταν υπάρχουν κοντινές μνήμες και εξηγήσεις που έχουμε ζήσει από κοντά.
Η Ελλάδα της Μεταπολίτευσης σε σχέση με την προδικτατορική Ελλάδα χαρακτηρίζεται από δύο αλλαγές στη σχέση της κοινωνίας με την υλική ευμάρεια,. Η πρώτη αλλαγή, η κοινωνιολογική, είναι αντίδραση στην 7ετία. Μαζί με τη Δημοκρατία, μία νέα μικροαστική τάξη «ποτίσθηκε» με την αίσθηση της διεκδίκησης και του δικαιώματος.
Ο Βέγγος του 1960, έγινε ο μικροαστός «κολλητός» του κλεπτοκράτη συνδικαλιστή και του χειριστή κάθε είδους πολιτικής εξουσίας. Πρωτοπόρησε το ΠΑΣΟΚ, αλλά η ΝΔ, ιδιαίτερα στη δεύτερη κυβερνητική θητεία, έδειξε ότι ήταν καλός μαθητής. Η δεύτερη αλλαγή ήταν ηθική, καθώς Δίκτυα κλεπτοκρατών, διαχειρίστηκαν €150 δις σε «πακέτα» και επιδοτήσεις και €350 δις σε κρατικά δάνεια μετά το 1981.
Εκατομμύρια καλοπέρασαν και κάποιοι πλούτισαν, χωρίς προσόντα και άκοπα, χάρις στη σχέση τους με τους χειριστές της πολιτικής εξουσίας. Ο θρίαμβος του κιτς βλαχομπαρόκ και του life style της 10ετίας του 1990 κορυφώθηκε με το «ρεσάλτο» του Χρηματιστηρίου. Ίσως η μοναδική μέχρι σήμερα περίπτωση που οι Έλληνες ομονόησαν σε ένα όνειρο , μία «αφήγηση», τον άκοπο πλουτισμό. Ναι, μαζί τα φάγαμε, αλλά τώρα τέλειωσαν.
Το 1820 ο Μπαλζάκ στους «Χωριάτες» περιέγραψε τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας στη Γαλλία μετά το 1789. Περιγράφει πώς η κεντρική εξουσία στο Παρίσι δημιούργησε δίκτυα επιρροής και διασύνδεσης, από πάνω προς τα κάτω, φτάνοντας μέχρι και τον τελευταίο τοπικό αξιωματούχο. Τα δίκτυα αυτά σαρώθηκαν με τις εξεγέρσεις του 1848.
Στην Ελλάδα, μετά το 1980, έγινε το ίδιο, αλλά από κάτω προς τα πάνω, αφού η Δημοκρατία έχει άλλες απαιτήσεις από τη Μοναρχία. Έτσι, έχουμε ανταλλαγή υποστήριξης για κυβέρνηση και υπουργούς με εισοδήματα και εργασιακή ασφάλεια για τους «υπηκόους». Ιμάντες μεταφοράς, ή «διαχειριστές» ήταν συνδικαλιστές, τοπικοί και κομματικοί παράγοντες μέσα από δίκτυα κολλητών τα οποία οι ίδιοι κατασκεύαζαν.
Το κράτος διορίζει με «καταλόγους» και η ΑΔΕΔΥ εκλέγει κυβερνήσεις και Υπουργούς. Τα πακέτα και τα δάνεια λιπαίνουν τα γρανάζια και εξασφαλίζουν τη λειτουργία πράσινων και γαλάζιων (εκλογικών και όχι μόνο) μηχανών. Τώρα τα κονδύλια τέλειωσαν, αν και πολλά ακούγονται για το ΕΣΠΑ.
Οι χειριστές των δικτύων βγάλανε τα λεφτά τους έξω για να αγοράσουν μετά φτηνά σε δραχμές. Τα δίκτυα εξουσίας πεθαίνουν, καθώς οι ιμάντες κόβονται ένας – ένας με κάθε ΔΕΚΟ που ιδιωτικοποιείται. Η ανοχή των μικροαστών που έπαιζαν στο κυβερνητικό παιγνίδι, δηλαδή των ωφελημένων της κομματοκρατίας, τελειώνει, καθώς τελειώνουν τα ανταλλάγματα. Τα δίκτυα δεν σκέφτονται ορθολογικά και αντιδρούν με θυμό.
Το αποτέλεσμα είναι τα «δεν πληρώνω», οι «αγανακτισμένοι», και, τελικά οι προπηλακισμοί. Το ΠΑΣΟΚ λαθεύει ψάχνοντας μόνο στο ΣΥΡΙΖΑ αυτούς που υπονομεύουν τη Δημοκρατία. Θα πρέπει να ψάξει κυρίως στο τέρας που εξέθρεψε και τώρα ψάχνει για τροφή εκεί που δεν υπάρχει.
Ο Θ. Πάγκαλος προκαλεί πολύ και συχνά. Αυτό, όμως, που φοβίζει είναι ότι σχεδόν πάντα έχει δίκιο. Το τελευταίο για τα τανκς ερμηνεύθηκε ιδιοτελώς από τους φλούφληδες της αριστεράς που τσιρίζουν για τη Δημοκρατία ακόμη και όταν οι ίδιοι την κατακρεουργούν. Ο κ. Πάγκαλος, όμως, φοβάται αυτό που θα συμβεί τη μέρα που θα κλείσουν οι τράπεζες. Τότε τη δημοκρατία δεν θα την απειλεί ο … Στρατός, αλλά οι ορδές των σημερινών «αγανακτισμένων» μαζί με τους νοικοκυραίους και τους μπαχαλάκηδες, τα «ορφανά» των δικτύων εξουσίας και τους απολυμένους stagiers.
Και οι τράπεζες θα κλείσουν για ένα και μόνο λόγο. Γιατί το ΠΑΜΕ θέλει να ρημάξει τον Τουρισμό, γιατί ο κ. Σαμαράς θέλει … αναδιαπραγμάτευση, γιατί η εφοριακοί θέλουν τη μίζα τους, γιατί κάποιοι Υπουργοί κατέβασαν τα μολύβια και γιατί κανείς μας δεν θέλει να δουλέψει. Ναι, αλλά δεν μπορεί όλη τη δουλειά να την κάνει ο Σόϊμπλε, ο Ρεν και η Τρόικα. Μήπως να κάνουμε κάτι και εμείς, με πρώτο τον κ. Παπουτσή;;; Ίσως έτσι να προστατέψει τη Δημοκρατία και μαζί και την οικογένειά του.
Ο κ. Λυκούργος Λιαρόπουλος είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών