Η εκκλησιαστική περιουσία δεν θα ενταχθεί στο Ταμείο Δημόσιας Περιουσίας και οι μισθοί των κληρικών θα συνεχίσουν να καταβάλλονται κανονικά – πέραν των περικοπών που έχουν ήδη γίνει, όπως και στους άλλους δημοσίους υπαλλήλους – παρά τα σενάρια που έχουν δει το φως της δημοσιότητας.
Τα καλά νέα για την Εκκλησία ανακοίνωσε στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο ο υπουργός Οικονομικών, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, κ. Ευάγγ. Βενιζέλος, κατά την σημερινή, πρώτη ως υπουργού Οικονομικών, επίσκεψή του στην Ιερά Σύνοδο.
Οπως αναφέρουν οι πληροφορίες ο υπουργός Οικονομικών δεσμεύτηκε ότι η εκκλησιαστική περιουσία δεν θα ενταχθεί τελικά στο Ταμείο Δημόσιας Περιουσίας.
Ο κ. Ιερώνυμος από την πλευρά του, επανέλαβε την πρόταση για αξιοποίηση ακόμα και της δεσμευμένης από το κράτος εκκλησιαστικής περιουσίας.
Οπως σημείωσε για μια ακόμη φορά ο Αρχιεπίσκοπος οι πόροι που θα προκύψουν από την αξιοποίησή της θα κατευθυνθούν σε κοινωνικό έργο, ειδικά αυτή την εποχή που η κοινωνία έχει μεγάλες ανάγκες, διαπίστωση με την οποία συμφώνησε και ο υπουργός, εκθειάζοντας τη στάση της Εκκλησίας.
Ο υπουργός διαβεβαίωσε, πάντως, πως σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται εκκλησιαστική περιουσία να πουληθεί σε ξένους υπηκόους.
Η συνάντηση «ήταν ωφέλιμη» δήλωσε μετά το τέλος της ο Αρχιεπίσκοπος, σημειώνοντας: «Ολοι οι αρχιερείς έλαβαν το λόγο. Δόθηκαν απαντήσεις στα αιτήματά μας και αυτά αποβλέπουν στην πρόοδο. Θα μπορούσα να πω ανακεφαλαιώνοντας ότι η Εκκλησία σε αυτόν το τόπο στάθηκε πάντα πλάι στο λαό, αγωνίστηκε και έδωσε ότι μπορούσε».
Ο κ. Βενιζέλος επισήμανε ότι είναι «συμβατική υποχρέωση της Πολιτείας» η μισθοδοσία του κλήρου, διαψεύδοντας τις φήμες οτι μπορεί να διακοπεί λόγω της οικονομικής κρίσης και ευχαρίστησε τη Σύνοδο και προσωπικά τον Αρχιεπίσκοπο για την «καρποφόρα» συζήτησή τους.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης ο υπουργός εκθείασε το μεγάλο έργο που επιτελεί η Εκκλησία, το οποίο παρακολουθεί, όπως είπε, χρόνια τώρα.
«Οφείλουμε να διαφυλάξουμε την εθνική μας ενότητα και την κοινωνική μας συνοχή», σημείωσε ο κ. Βενιζέλος «άρα και ο λόγος και η πράξη της Εκκλησίας είναι καθοριστικής σημασίας».
Ο κ. Βενιζέλος εξέφρασε την αισιοδοξία του γιατί μετά από αυτή τη συνάντηση, όπως είπε «μπορούμε να κάνουμε πολύ συγκεκριμένα, πρακτικά, θέματα, που θα ανακουφίσουν τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη», αντιμετωπίζοντας ευνοϊκά τόσο τα θέματα της φορολόγησης της Εκκλησίας, όσο και της έγκρισης νέων πρεσβυτέρων τις οποίες ζητούν οι Μητροπόλεις.