«Ήρθε η ώρα να βάλει η Γερμανία την Ευρώπη πρώτη στις προτεραιότητές της» γράφει σήμερα στην Wall Street Journal ο Σάιμον Νίξον.Ο διάσημος αρθρογράφος, ξεκινά την ανάλυσή του υπογραμμίζοντας ότι μπροστά στην κρίση και παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η γερμανική οικονομία βρίσκεται σε πλήρη άνθηση. Σε αυτό έχουν συμβάλει σίγουρα πολλοί παράγοντες, όπως οι κοινωνικά οδυνηρές μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε η χώρα μέσα στην προηγούμενη δεκαετία, αλλά και η… επιμονή των γειτονικών χωρών να αγοράζουν γερμανικά προϊόντα.
Σε κάθε περίπτωση, η Γερμανία δεν φαίνεται να έχει επηρεασθεί από τα προγράμματα διάσωσης των υπερχρεωμένων της ζώνης του ευρώ. «Όλο το βάρος έχει πέσει στα χέρια των περιφερειακών ευρωπαϊκών χωρών που κάνουν τεράστιες θυσίες προκειμένου να παραμείνουν στο ευρώ», λέει ο Νίξον. Και αναρωτιέται: «Για πόσο ακόμα θα επωφελείται η Γερμανία από την κρίση στην ευρωζώνη, ενώ οι μικρές χώρες θα σηκώνουν τον σταυρό του μαρτυρίου»;
«Είναι απολύτως κατανοητό η Γερμανία να επιμένει να αναλάβουν οι μικρότερες χώρες να ξεκαθαρίσουν το χάος που εκείνες δημιούργησαν στην Ευρώπη» συνεχίζει ο Νίξον, αναφερόμενος στις ευθύνες που βαραίνουν την Ιρλανδία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν την κατάσταση, η μόνη επιλογή τους φαίνεται να είναι να δεχθούν βουβά τα μεταρρυθμιστικά προγράμματα που συμφώνησαν με τις Βρυξέλλες, αν δεν θέλουν να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η ευθύνη, κατά τον Νίξον, δεν ανήκει αποκλειστικά στις μικρές χώρες. «Η Γερμανία έχει κάνει και εκείνη μεγάλα λάθη που εν μέρει προκάλεσαν αλλά και κλιμάκωσαν την κρίση», αναφέρει. Και φέρνει ως παράδειγμα τη « δογματική επιμονή της Μέρκελ να αναμειχθεί ο ιδιωτικός τομέας στο δεύτερο πακέτο διάσωσης της Ελλάδας, που αποτέλεσε μια μνημειώδη λανθασμένη εκτίμηση βασισμένη στην αποτυχία της να καταλάβει τις αγορές».
Σαν μια πρώτη κίνηση στην προσπάθεια να δοθεί λύση στα οικονομικά και θεσμικά προβλήματα της ευρωζώνης, ο Νίξον προτείνει να μειωθεί ο τόκος δανεισμού που πληρώνουν η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία στο 3% (από περίπου 6 % που έχει καθοριστεί).
«Η Γερμανία δεν μπορεί να στρουθοκαμηλίζει άλλο. Ήρθε η ώρα να αποφασίσει αν η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ένωση κατ’ ουσίαν ή απλώς κατ’ όνομα», καταλήγει ο αρθρογράφος της WSJ.