Η συνάντησή μας με αυτόν τον νεαρό Ρώσο έγινε Σάββατο μεσημέρι στο Σύνταγμα. Την ώρα της φωτογράφισης έπιασε μια από αυτές τις καλοκαιρινές μπόρες. Οταν τον ρωτήσαμε αν θέλει να σταματήσουμε για λίγο, μας απάντησε: «Οχι φυσικά! Διασκεδάστε το!». Ετσι είναι ο Ντμίτρι Γκλουκόφσκι: ένας πολύ άνετος και πολύ φιλοσοφημένος τύπος, που θεωρείται συγγραφέας-φαινόμενο και θρύλος μεταξύ μιας συνομοταξίας που αριθμεί εκατομμύρια νέους σε όλον τον πλανήτη. Αυτό, όχι μόνο ή τόσο επειδή αποτελεί ένα από τα πιο επιτυχημένα δείγματα μετασοβιετικής συγγραφικής δραστηριότητας, αλλά επειδή είναι ο πνευματικός πατέρας μιας σπάνιας σύμπραξης του κόσμου των βιβλίων με τον κόσμο των βιντεογκέιμ. Ο Γκλουκόφσκι είναι σήμερα 32 ετών. Πριν από εννέα χρόνια είχε γράψει το δυστοπικό μυθιστόρημα «Metro 2033», το οποίο αναρτήθηκε πρώτα στο Internet και τυπώθηκε σε βιβλίο μια τριετία αργότερα – για να γίνει το 2005 μπεστ σέλερ στη Ρωσία. Πέρυσι το μυθιστόρημα του Γκλουκόφσκι κυκλοφόρησε ως βιντεογκέιμ και έγινε απίστευτη παγκόσμια επιτυχία.
Ο Ντμίτρι εξακολουθεί να μένει στη Μόσχα και μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα σε ταξίδια, στην έρευνα, στη συγγραφή και στη δημοσιογραφία, καθώς, με εμπειρία στο γαλλικό Euro News και στη γερμανική Deutsche Welle, αρθρογραφεί σε περιοδικά όπως το «Harper’s Bazaar» και το «Playboy». Ο Ντμίτρι Γκλουκόφσκι δείχνει ο ιδανικός άνθρωπος για να συνομιλήσει κανείς για το παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας, της τεχνολογίας, των βιβλίων, της Ρωσίας και της Ελλάδας…
Κύριε Γκλουκόφσκι, βρισκόμαστε στο Σύνταγμα. Γνωρίζετε τι συμβαίνει σε πολιτικό επίπεδο στην Ελλάδα τους τελευταίους 20 μήνες και τις τελευταίες εβδομάδες με τους «Αγανακτισμένους»;
«Γνωρίζω και καταλαβαίνω. Η Ρωσία και η Ελλάδα, ξέρετε, έχουν ένα κοινό σημείο. Και οι δύο χώρες έμαθαν τους πολίτες τους να τους συντηρεί το Δημόσιο και να μην παίρνουν καμία απολύτως πρωτοβουλία. Στη Ρωσία αυτό συνέβαινε πρακτικά με όλους, αλλά και εδώ στην Ελλάδα πολύς κόσμος δεν χρειαζόταν να σκέπτεται και να προσπαθεί ιδιαίτερα, αφού, χωρίς κόπο και δουλειά, πληρωνόταν από το Δημόσιο, ενώ από την άλλη πλευρά το κράτος είχε το κεφάλι του ήσυχο και έκανε τις δουλειές του, οι οποίες ήταν τελικά εις βάρος όλων των πολιτών».
Πιστεύετε ότι μπορούμε να προβλέψουμε το μέλλον χρησιμοποιώντας «κοινή λογική»;
«Νομίζω ότι μπορείς να προβλέψεις ορισμένα πρακτικά πράγματα σε σχέση με το μέλλον. Αλλά είναι αδύνατον να κάνεις σοβαρή πρόβλεψη για το πώς θα είναι η κοινωνία, ας πούμε, σε 20 χρόνια από σήμερα. Ο Στάνισλαβ Λεμ, ο διάσημος πολωνός συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας, έχει γράψει ένα βιβλίο με τίτλο “Σύνοψη της τεχνολογίας” (Summa Technologiae), μια παράφραση του βιβλίου “Σύνοψη της θεολογίας” (Summa Theologiae) που έγραψε ο Θωμάς Ακινάτης το 1274. Εκεί, λοιπόν, υποστηρίζει ότι ο άνθρωπος πάντα αποκτούσε και θα συνεχίσει να αποκτά ένα ισχυρό αλλά πρόσκαιρο ενδιαφέρον απέναντι σε κάτι το οποίο νομίζει ότι θα κρατήσει για πάντα· αλλά δεν είναι έτσι. Για παράδειγμα, κάποια περίοδο η ανθρωπότητα ενδιαφερόταν πάρα πολύ για την εξερεύνηση του Διαστήματος, έπεσε με τα μούτρα σε αυτό και νόμιζε ότι θα την ενδιαφέρει για πάντα. Ξαφνικά, όμως, εμφανίστηκε η τεχνολογία με τις κάμερες και τα συναφή. Ο άνθρωπος τότε βαρέθηκε την εξερεύνηση του Διαστήματος και νόμιζε ότι πλέον θα τον ενδιαφέρει για πάντα αυτού του είδους η τεχνολογία, ώσπου εμφανίστηκε το Internet. Και πάει λέγοντας. Aρα, είναι αδύνατον να προβλέψεις σοβαρά πώς θα είναι η κοινωνία, ακόμη και στο σχετικά άμεσο μέλλον».
Λειτουργούμε, δηλαδή, σαν εξελιγμένοι πίθηκοι, και κανένας δεν γνωρίζει με τι θα εντυπωσιαστούμε και θα ασχολούμαστε αύριο;
«Ναι, και δυστυχώς ζούμε σε πολύ δύσκολους και πολύ περίεργους καιρούς. Τόσο οι δυτικές χώρες όσο και οι ανατολικές δεν βρίσκονται στην εποχή της ιδεολογίας. Οι ιδεολόγοι έχουν χάσει την αξιοπιστία τους. Ζούμε την εποχή του καταναλωτισμού και αυτό σημαίνει ότι τα όνειρα και οι στόχοι των ανθρώπων είναι τα αυτοκίνητα, τα σπίτια, οι διακοπές, τα ρούχα. Πώς να ενδιαφερθείς για το μέλλον σου, όταν ο μοναδικός σκοπός της ζωής σου είναι να αποπληρώσεις το δάνειο του σπιτιού σου; Πέρασε πια η εποχή του πάθους για την πολιτική, του πάθους για την επιστήμη. Η επιστήμη είναι πλέον στην υπηρεσία της βιομηχανίας, κάτι που δεν συνέβαινε στα 60s ή στα 70s. Η βιολογία, για παράδειγμα, υπηρετεί την αισθητική, την κοσμητολογία ή τη βιομηχανία τροφίμων. Οι βιολόγοι δεν είναι πλέον επιστήμονες με στόχους και φιλοδοξίες να αλλάξουν τον κόσμο και να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της ανθρωπότητας. Οι ειδικοί του μάρκετινγκ των διαφόρων εταιρειών υποδεικνύουν στους βιολόγους προς τα πού να κατευθυνθούν και χειραγωγούν έτσι τις έρευνές τους. Ο μόνος στόχος είναι το κέρδος. Και αν αυτό δεν αλλάξει, τότε έχει έρθει η αρχή του τέλους για την ανάπτυξη της επιστήμης».
Είναι αυτό που λένε, «η φαντασία συχνά έχει μια λογική, η πραγματικότητα συνήθως δεν έχει καμία»…
«Οντως! Αν ζεις στη Ρωσία τού σήμερα, η πραγματικότητα είναι πολύ πιο παράλογη από κάθε φαντασία. Οταν αρχίζεις να καταλαβαίνεις πώς λειτουργεί το πολιτικό σύστημα, τότε καταλαβαίνεις ότι η τηλεόραση μας δείχνει συνεχώς ψέματα για να αποπροσανατολίσει τον κόσμο από τις πραγματικές εξελίξεις. Και στη Ρωσία, να ξέρετε, η πραγματική πολιτική περιστρέφεται γύρω από το ποιος θα “καθήσει” πάνω στους αγωγούς πετρελαίου, ποιος στους αγωγούς φυσικού αερίου και ποιος θα κλέψει τα δισεκατομμύρια από το κράτος. Ξέρω ότι αυτά συμβαίνουν παντού, αλλά στη Ρωσία γίνονται με πολύ πρωτόγονο, πολύ άσχημο και πολύ κυνικό τρόπο. Επομένως, μερικές φορές η φαντασία είναι πιο ρεαλιστική από την πραγματικότητα και η πραγματικότητα πολύ πιο παράλογη».
{{{ moto }}}
Αυτό δεν συμβαίνει στις ανθρώπινες σχέσεις; Οι άγριοι αλληλοεξοντώνονται, οι «εξημερωμένοι» αλληλοεξαπατώνται και αυτό είναι που γενικά ονομάζουμε «πορεία του κόσμου».
«Η ανθρώπινη φύση από μόνη της βασίζεται στις συγκρούσεις και στην εξαπάτηση. Είμαστε εδώ εξαιτίας μιας σύγκρουσης. Ζούμε για τη σύγκρουση. Ολες οι ειδήσεις αφορούν συγκρούσεις και όλα τα νέα στην τηλεόραση περιγράφουν κάποιους που είναι ενάντια σε κάποιους άλλους. Ολοι είμαστε σε μια συνεχή σύγκρουση και ακούμε για συγκρούσεις. Μας αρέσει αυτή η πάλη, ζούμε για αυτήν. Εξάλλου όλοι οι μεγάλοι Ελληνες σκεπτικιστές πρώτοι ανακάλυψαν τη βασική αρχή του πολέμου που είναι η βάση για το ανθρώπινο δράμα».
Εσείς, ειλικρινά, νιώθετε περισσότερο ρεαλιστής ή ρομαντικός;
«Ως άτομο είμαι πολύ ρεαλιστής και πραγματιστής αλλά και πολύ απογοητευμένος από τον κόσμο στον οποίο ζούμε, γιατί δεν είναι καθόλου ρομαντικός. Ο κόσμος μας είναι τόσο “μετρήσιμος” σε όλα και τόσο κοινοποιημένος στο Google».
Αυτός, όμως, είναι ο κόσμος που ζούμε: είναι ατελής, επειδή ο άνθρωπος είναι ατελής. Εσείς νομίζετε ότι μπορεί να υπάρξει ιδανική κοινωνία;
«Στη Ρωσία υπάρχουν δύο συγγραφείς βιβλίων επιστημονικής φαντασίας, οι αδελφοί Στρουγκάτσκι. Σε ένα από τα βιβλία τους, λοιπόν, υποστηρίζουν ότι οι επονομαζόμενοι “διανοούμενοι”, η ανεξάρτητη από το κράτος πνευματική ελίτ, είναι η επώδυνη συνείδηση της ανθρωπότητας, η οποία όμως απλώς επισημαίνει εκείνο που δεν είναι σωστό, χωρίς να δίνει λύσεις. Οταν τους ρωτάς ποιος είναι ο ιδανικός κόσμος για εσάς και προς τα πού θα έπρεπε να πάμε, αυτοί λένε “δεν ξέρω”. Αυτό δεν είναι σωστό. Λοιπόν, δεν έχω σκεφτεί κάποια λύση, αλλά πιστεύω ότι δεν πρόκειται ποτέ να ζήσουμε σε μια ουτοπικά ιδανική κοινωνία, αφού, παρ’ όλες τις αλλαγές που η κοινωνία έχει γνωρίσει, παραμένουμε… εξελιγμένοι πίθηκοι. Για σκεφτείτε το. Η πολιτισμένη ύπαρξή μας είναι μόλις το 0,1%. Το υπόλοιπο 99,9% ζούσαμε είτε σε μια σπηλιά είτε επάνω σε δέντρα. Και έπειτα, με το 0,1% της χρονικής περιόδου της ύπαρξής μας, ξαφνικά εκτιναχθήκαμε στον ουρανό, αλλά όλα τα ένστικτα, τα αντανακλαστικά μας, ο τρόπος σκέψης, όλα τα συναισθήματα δεν είναι τα συναισθήματα ενός πολιτισμένου όντος. Είναι τα συναισθήματα ζώων που κυνηγούσαν μαμούθ και σκότωναν το ένα το άλλο με ένα κομμάτι βράχου. Συμπεριφερόμαστε, λοιπόν, χωρίς λογική, επειδή το ζώο μέσα μας και η φύση μάς υπαγορεύουν τι να κάνουμε. Με αυτό θέλω να πω ότι τα ζώα δεν μπορούν να υπάρξουν σε μια ιδανική κοινωνία».
Τι πιστεύετε ότι είναι καλύτερο για τους νέους ανθρώπους, να φαντάζονται ή να ονειρεύονται;
«Είμαι υπέρ των ονείρων, επειδή η φαντασία δεν σημαίνει ότι περνάς στη δράση, ενώ τα όνειρα συνήθως είναι οι στόχοι που έχεις στη ζωή. Είμαι εντελώς αντίθετος με τους ανθρώπους που απλώς φαντάζονται και δεν κάνουν ποτέ κάτι για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους. Πιστεύω πως, όταν έχεις ένα όνειρο, πρέπει να δουλέψεις για να το πραγματοποιήσεις. Υπάρχει ένα κλασικό ρωσικό μυθιστόρημα που ονομάζεται “Ομπλόμοφ” και αφορά έναν ηλικιωμένο Ρώσο, ο οποίος ονειρεύεται να αλλάξει τη φάρμα του ή να αλλάξει τη μικρή κοινωνία στην οποία ζει, αλλά ποτέ δεν αφήνει τον καναπέ στον οποίο κάθεται, τρώει, κοιμάται και κάνει τα πάντα. Ξαφνικά, έρχεται στη ζωή του ένας φίλος από τα παιδικά του χρόνια και τον προτρέπει να ταξιδέψουν και να κάνουν διάφορα πράγματα. Ο ηλικιωμένος κύριος, όμως, απαντά: “Ναι, κάποια μέρα θα τα κάνουμε όλα αυτά”, αλλά στην ουσία δεν θέλει ποτέ να σηκωθεί από τον καναπέ του. Πρόκειται για ένα κλασικό βιβλίο, που διδάσκεται σύμφωνα με το σχολικό πρόγραμμα στη Ρωσία, και με εντυπωσίασε όταν το διάβασα σε ηλικία 14 χρόνων. Στην ουσία περιγράφει τη συνεχή πάλη ανάμεσα σε έναν πολύ δραστήριο άνθρωπο και σε έναν εντελώς παθητικό, ο οποίος ναι μεν θέλει να κάνει πράγματα, αλλά κάθε μέρα βρίσκει έναν λόγο και μια δικαιολογία για να μην κάνει τίποτε και απλώς να τα φαντάζεται. Αν όμως τα ονειρευόταν, θα τα είχε ως στόχο και θα είχε άλλο κίνητρο».
Εσείς ονειρευόσασταν ότι το βιβλίο σας, το «Metro 2033», θα γινόταν ένα επιτυχημένο βιντεοπαιχνίδι; Κάποιοι θα το θεωρούσαν και ένα είδος εγκλήματος κατά της λογοτεχνίας.
«Οτι το βιβλίο μου έγινε βιντεοπαιχνίδι το βρίσκω εξαιρετικά θετική εξέλιξη. Πολλοί από αυτούς τους νεαρούς που παίζουν το “Metro 2033” ίσως δεν θα επέλεγαν να διαβάσουν ποτέ το βιβλίο. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, ερωτεύονται το παιχνίδι και αρχίζουν να ενδιαφέρονται για το τι κρύβεται πίσω από αυτό, για το βιβλίο, την ιστορία που υπάρχει σε αυτό, και αρχίζουν να διαβάζουν. Στους πολιτισμούς μας είναι σημαντικό να διαβάζεις και πρέπει να προσπαθήσουμε να διαβάζουμε με κάθε τρόπο και κάθε κόστος. Ανθρώπινα όντα είμαστε ουσιαστικά από τη στιγμή που αρχίσαμε να γράφουμε και να διαβάζουμε. Η γλώσσα, το διάβασμα και το γράψιμο αλλάζουν το μυαλό μας, προκαλούν την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Είναι φανταστικό που ένα βιντεοπαιχνίδι στηρίχθηκε στο βιβλίο μου και πολλοί άνθρωποι έτρεξαν να το διαβάσουν χάρη στο παιχνίδι. Γι’ αυτό πιστεύω ότι είναι ένας τέλειος τρόπος να κάνεις πιο δημοφιλείς στους νέους τους κλασικούς συγγραφείς: μετατρέποντας τα αριστουργήματά τους σε βιντεοπαιχνίδια».
Υπάρχει ένα κλασικό βιβλίο το οποίο θα μπορούσε να γίνει ένα επιτυχημένο βιντεογκέιμ;
«Θα ήθελα πραγματικά πάρα πολύ να δω το “Εγκλημα και τιμωρία” του Φιοντόρ Ντοστογέφσκι. Θα μπορούσε να γίνει μια αναζήτηση-θρίλερ όπου ο Πορφύρη Πέτροβιτς θα κυνηγάει να πιάσει και να τιμωρήσει τον Ρασκόλνικοφ. Θα ήθελα, από την άλλη, να δω σε βιντεογκέιμ τη μάχη ανάμεσα στους Ρώσους και στον Ναπολέοντα στο Αούστερλιτς. Βέβαια θα ήταν μεγαλοπρεπές και αν γινόταν βιντεοπαιχνίδι το “Πόλεμος και Ειρήνη” του Τολστόι».
Η μάχη του Αούστερλιτς με το «Πόλεμος και Ειρήνη» έχουν και μια λογική σειρά αφού η μάχη ενέπνευσε τον Τολστόι για να γράψει το βιβλίο. Τελικά χρειάζεται ένας πόλεμος, ή και ο έρωτας που είναι και αυτός μια μάχη, για να γραφτεί ένα λογοτεχνικό αριστούργημα;
«Στη λογοτεχνία αυτή είναι η βασική αρχή του δράματος. Σε μια ταινία, για παράδειγμα, σε ένα βιβλίο, σε μια ιστορία που μου διηγείται η γιαγιά μου ή σε μια καθημερινή ιστορία που συζητούν οι άνθρωποι στη γειτονιά τους ή στη δουλειά, σε όλα αυτά πάντα υπάρχει μια σύγκρουση που ξυπνά. Η αγάπη είναι μια σύγκρουση, όλες οι σχέσεις είναι σε σύγκρουση, γιατί δεν γίνεται να έχεις μια αρμονική σχέση χωρίς συγκρούσεις, θα ήταν πολύ βαρετό και δεν θα το θέλαμε».
Εσείς, μέσα από την έκδοση του βιβλίου ως βιντεοπαιχνίδι, έχετε φέρει κοντά εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο. Συνήθως εκείνοι που συμβάλλουν με το έργο τους στο να έρθουν πιο κοντά οι άνθρωποι είναι μοναχικοί οι ίδιοι. Είστε μοναχικός τύπος;
«Oχι, καθόλου μοναχικός. Είμαι παντρεμένος, έχω σύζυγο και έχω και μια κόρη που τη λένε Αιμιλία».
Μπορεί όμως, ακόμη και έχοντας οικογένεια κάποιος, να είναι μοναχικός.
«Τώρα που το λέτε, σκέφτομαι ότι μετανάστευσα στο Ισραήλ όταν ήμουν 17 ετών και μετά πήγα στη Γερμανία και τέλος στη Γαλλία και όλο αυτό το διάστημα ένιωθα πολύ μόνος, αλλά ήταν τα πιο δημιουργικά χρόνια μου μέχρι στιγμής. Oταν είσαι μόνος, πρώτα από όλα θέλεις να αποδείξεις σε όλους ότι πραγματικά αξίζεις κάτι, ότι μπορείς να διακριθείς και να τους εντυπωσιάσεις πραγματικά και όχι θεωρητικά. Φτιάχνεις τον εαυτό σου ελπίζοντας ότι αυτό που δημιουργείς θα σε βοηθήσει να είσαι ένα σεβαστό μέλος της κοινωνίας. Eχεις πολύ περισσότερο ελεύθερο χρόνο από οποιονδήποτε είναι έξω με τους φίλους του, με την κοπέλα του, με την οικογένειά του, και ταυτόχρονα είσαι τόσο δυσαρεστημένος με αυτά που συμβαίνουν στη ζωή σου και αναζητείς ένα καταφύγιο, μια απόδραση: έτσι γράφεις ή δημιουργείς, επειδή στην ουσία θέλεις να ξεφύγεις από την πραγματικότητα που δεν σε ικανοποιεί καθόλου».
Οι μοναχικοί άνθρωποι δημιουργούν πάντα έργα που φέρνουν τους ανθρώπους κοντά;
«Οχι απαραίτητα, μπορούν εξίσου εύκολα να καταστρέψουν τον κόσμο. Οι μονήρεις άνθρωποι έχουν μια φωτιά που σιγοκαίει μέσα τους, αυτή η φωτιά μπορεί να προκαλέσει μια ανάφλεξη δημιουργίας ή, το αντίθετο, μια φλόγα καταστροφής».
Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σας ως συγγραφέα;
«Ενας από τους μεγαλύτερους φόβους μου είναι να μη γίνω σαν τη Ρόουλινγκ και τον “Χάρι Πότερ” της. Είναι απόλυτα επιτυχημένη σε αυτό που κάνει, αλλά θα τολμούσε ποτέ να γράψει ένα ιστορικό μυθιστόρημα ή μια σοβαρή νουβέλα, ένα ρομαντικό μυθιστόρημα ή οτιδήποτε άλλο; Οι άνθρωποι θέλουν να συνεχίζει να γράφει για τον “Χάρι Πότερ”, επειδή και αυτό είναι για όλους τόσο βολικό. Αγαπούν την ιστορία, αγαπούν το αγόρι, είναι γλυκός και βολικός και θέλουν να συνεχιστεί για πάντα. Αυτό είναι ένα προνόμιο αλλά και ένα ρίσκο για τους δημιουργικούς ανθρώπους, να είναι ικανοί να πειραματίζονται, να προσπαθούν να κάνουν καινούργια πράγματα και να γίνουν αποδεκτοί με αυτά».
Κάποιες φόρες σάς ζητούν να γράψετε άρθρα στο «Ρlayboy». Το θέμα του σεξ εκεί το προσεγγίζετε λογοτεχνικά ή ως θέμα επιστημονικής φαντασίας;
«Κοιτάξτε, κάποιες φορές γράφω για αυτούς άρθρα περί πολιτικής. Οταν μιλάμε για το σεξ, πρέπει πρώτα να σκεφτούμε για ποια χώρα μιλάμε, γιατί υπάρχουν διαφορετικές κουλτούρες και σε κάθε χώρα αντιμετωπίζουν το σεξ διαφορετικά. Εγώ ταξιδεύω πολύ και πρέπει να προσέχω τι λέω και τι κάνω σε κάθε χώρα. Σε άλλες χώρες το σεξ είναι κομμάτι της τέχνης του λαού και σε άλλες επιστημονική φαντασία. Η Ρωσία και η Ουκρανία, πάντως, είναι τα καλύτερα μέρη για να μιλήσεις για το σεξ. Είναι πολύ φιλικοί με το θέμα».
* Αυτή η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜagazino στις 3 Ιουλίου 2011.