Η ώρα των μαθηματικών στο σχολείο είναι ο εφιάλτης του. Μπαίνει σχεδόν κάτω από το θρανίο για να μην τον σηκώσει ο δάσκαλος στον πίνακα όπου θα έχει να αναμετρηθεί με «τέρατα» όπως τα τρίγωνα και οι μαθηματικές πράξεις. Δεν φταίει, δεν είναι τεμπέλης, απλώς βρίσκει πολύ δύσκολο το να κατανοήσει όλα αυτά τα σύμβολα και τους αριθμούς, την παγκόσμια γλώσσα των μαθηματικών. Και αυτό διότι εμφανίζει μια νευρογνωστική διαταραχή που ονομάζεται δυσαριθμησία και η οποία εντάσσεται στις ειδικές μαθησιακές δυσκολίες. Mπορεί μια άλλη μαθησιακή δυσκολία, η δυσλεξία, η οποία αφορά προβλήματα στην ανάγνωση και στον γραπτό λόγο, να έχει τραβήξει επάνω της τα τελευταία χρόνια τα… παγκόσμια φώτα της δημοσιότητας, ωστόσο μια νέα ανασκόπηση μελετών που δημοσιεύθηκε στην έγκριτη επιθεώρηση «Science» κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τη _ σε μεγάλο βαθμό _ παραμελημένη δυσαριθμησία. Οπως σημειώνεται στην ανασκόπηση, η ειδική αυτή μαθησιακή δυσκολία χρήζει ιδιαίτερης προσοχής αφού τα ποσοστά εμφάνισής της είναι αντίστοιχα με εκείνα της δυσλεξίας και κυμαίνονται στο 7% του πληθυσμού. Σύμφωνα με τους επιστήμονες στους οποίους ανήκει η μελέτη, το εκπαιδευτικό σύστημα, το κράτος αλλά και οι γονείς πρέπει να δώσουν στη δυσαριθμησία τη σημασία που της αξίζει, με δεδομένο ότι οι αριθμοί αποτελούν τον κοινό «κώδικα επικοινωνίας» των ανθρώπων σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης. Η διάγνωση και η αντιμετώπιση πρέπει να γίνονται μάλιστα το νωρίτερο δυνατόν για την καλύτερη διαχείριση της κατάστασης. Διαβάστε προσεκτικά το άρθρο αυτό αφού ουσιαστικά αφορά τα παιδιά μας που… μετρούν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.
Εξίσου σοβαρή με τη δυσλεξία
Στη νέα ανασκόπηση που δημοσιεύθηκε στις 28 Μαΐου ειδικοί από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και το University College του Λονδίνου (UCL) τονίζουν ότι απαιτείται η εισαγωγή στο εκπαιδευτικό σύστημα ειδικού τρόπου διδασκαλίας για τα παιδιά με δυσαριθμησία. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η νευροεπιστημονική έρευνα έχει αποκαλύψει τα τελευταία χρόνια τις ανωμαλίες που εμφανίζονται στα νευρικά δίκτυα του εγκεφάλου που αφορούν τα μαθηματικά σε άτομα με τη διαταραχή. Παράλληλα η βαθιά αυτή έρευνα δείχνει τους δρόμους για την αντιμετώπισή της, οι οποίοι πρέπει να έχουν ως κύριο στόχο την ενίσχυση των απλών αριθμητικών εννοιών. Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτή η ενίσχυση; Μέσω ειδικών σχημάτων διδασκαλίας στα οποία θα περιλαμβάνονται και τα απαραίτητα λογισμικά που θα προσαρμόζονται στις ανάγκες και στις αδυναμίες του κάθε παιδιού.
Σε δηλώσεις του μετά τη δημοσίευση της μελέτης ο καθηγητής Μπράιαν Μπάτεργουορθ από το Κέντρο Εκπαιδευτικής Νευροεπιστήμης του UCL, ο οποίος ήταν ένας από τους κύριους συγγραφείς, υπογράμμισε ότι «η δυσαριθμησία είναι εξίσου σοβαρή για το παιδί με τη δυσλεξία και αποτελεί ένα τεράστιο βάρος τόσο για το ίδιο το άτομο όσο και για τα κράτη». Ενα άχθος που μπορεί να ακολουθεί το παιδί και στην ενήλικη ζωή του έχοντας επίπτωση και στην κοινωνία. Στη μελέτη αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι τα άτομα με δυσαριθμησία «κερδίζουν λιγότερα χρήματα, ξοδεύουν περισσότερα χρήματα, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να ασθενήσουν και να αντιμετωπίσουν προβλήματα με τον νόμο. Για τους λόγους αυτούς είναι επείγουσα η ανάγκη να βοηθήσουμε τα παιδιά με δυσαριθμησία ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν επαρκώς στο απαιτητικό σύγχρονο εργασιακό περιβάλλον αργότερα στη ζωή τους».
Γενετικό υπόβαθρο
Η συγκεκριμένη ειδική μαθησιακή δυσκολία, όπως και η δυσλεξία, φαίνεται να έχει ισχυρή γενετική βάση _ διαφορετικά στοιχεία μαρτυρούν ότι είναι σε μεγάλο βαθμό κληρονομική. Αυτό τουλάχιστον δείχνουν μελέτες που έχουν διεξαχθεί σε διδύμους, αν και δεν έχουν εντοπιστεί συγκεκριμένα «ένοχα» για τη δυσαριθμησία γονίδια. Ωστόσο, όπως ανέφερε σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της καινούργιας μελέτης η καθηγήτρια Νταϊάνα Λοριγιάρ από το Ινστιτούτο Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, η οποία ήταν επίσης μία εκ των κυρίων συγγραφέων, «δεν πρέπει να πιστεύουμε πως, με δεδομένο ότι η δυσαριθμησία είναι κληρονομική, δεν γίνεται να αντιμετωπιστεί. Οπως ακριβώς συμβαίνει και με τη δυσλεξία, ένα ειδικό πρόγραμμα διδασκαλίας μπορεί να βοηθήσει». Μάλιστα στο Ινστιτούτο Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου του Λονδίνου έχει αναπτυχθεί ένα τέτοιο ειδικό πρόγραμμα το οποίο βασίζεται στις έρευνες που έχουν διεξαχθεί στον εγκέφαλο ατόμων με δυσαριθμησία. Σύμφωνα με την καθηγήτρια, οι κύριοι άξονες του προγράμματος αφορούν πολύ περισσότερες ασκήσεις διαχείρισης των αριθμών σε σύγκριση με αυτές που κάνουν τα παιδιά χωρίς τη μαθησιακή δυσκολία. Παράλληλα ειδικά προγράμματα σε υπολογιστή με… παιχνιδιάρικη διάθεση κάνουν τους αριθμούς να αποκτούν έννοια για τα παιδιά με δυσαριθμησία.
Οπως εξηγεί στο «Βήμα» ο κ. Γιάννης Παπαδάτος, καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ψυχίατρος και διευθυντής του Κέντρου Μελέτης Ψυχοφυσιολογίας και Εκπαίδευσης, «πρέπει να κατανοήσουμε τη σημασία των μαθηματικών, τα οποία αποτελούν μια παγκόσμια γλώσσα που ενυπάρχει γενετικώς αλλά αναπτύσσεται μαζί με το άτομο και μορφοποιείται μέσα από την εκπαίδευση και τη μάθηση. Διαφορετικές περιοχές του φλοιού του εγκεφάλου εμπλέκονται στην κατανόηση των μαθηματικών. Για παράδειγμα, σε διαφορετική περιοχή βρίσκεται η “έδρα” της κατανόησης των συμβόλων, σε άλλη εδράζει η λεκτική καταγραφή των μαθηματικών εννοιών και αλλού “κατοικεί” η επεξεργασία και η σύγκριση ποσοτικών μεγεθών. Απαιτείται να κατανοήσουμε εξατομικευμένα το πρόβλημα του κάθε παιδιού προκειμένου να προχωρήσουμε στην κατάλληλη αντιμετώπιση».
Τα 6 «πρόσωπα» της διαταραχής
Ο καθηγητής εξηγεί ότι η δυσαριθμησία έχει έξι διαφορετικά «πρόσωπα»:
– Η λεκτική δυσαριθμησία αφορά τη δυσκολία στην ικανότητα λεκτικού καθορισμού μαθηματικών όρων και σχέσεων.
– Η πρακτικογνωστική δυσαριθμησία είναι η δυσκολία στην πρακτική υλοποίηση των αριθμών και των πράξεων (π.χ., να μετράει το παιδί αντικείμενα).
– Η λεξιλογική δυσαριθμησία είναι η δυσκολία στην ανάγνωση των μαθηματικών συμβόλων, των αριθμών και των μαθηματικών πράξεων.
– Η γραφολογική δυσαριθμησία αφορά τη δυσκολία στον χειρισμό των μαθηματικών συμβόλων στον γραπτό λόγο (το παιδί δεν γράφει σωστά τα σύμβολα, δεν αφήνει τις σωστές αποστάσεις μεταξύ τους κτλ.).
– Η ιδεογνωστική δυσαριθμησία είναι η δυσκολία στην κατανόηση των μαθηματικών αλλά και των νοερών υπολογισμών που κάνουμε.
– Η λειτουργική δυσαριθμησία είναι η δυσκολία στην εκτέλεση αριθμητικών πράξεων.
Ο κ. Παπαδάτος τονίζει ότι ένα παιδί μπορεί να εμφανίζει κάποια ή κάποιες από τις μορφές της διαταραχής ή είναι επίσης πιθανόν μία εξ αυτών να είναι κυρίαρχη και οι άλλες να έπονται σε βαρύτητα.
Σε ό,τι αφορά τα ποσοστά δυσαριθμησίας στη χώρα μας, σύμφωνα με τον καθηγητή, πρόσφατες μελέτες κάνουν λόγο για 3%-6%. «Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι περίπου τέσσερα στα 10 παιδιά με δυσλεξία παρουσιάζουν παράλληλα και δυσαριθμησία. Ετσι το ποσοστό των παιδιών με δυσαριθμησία είναι ουσιαστικά μεγαλύτερο αν αναλογιστεί κάποιος ότι τα ποσοστά δυσλεξίας στη χώρα μας υπολογίζονται μεταξύ 7% και 13%».
Προσοχή στη διάγνωση!
Ο κ. Παπαδάτος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο ότι οι ειδικοί πρέπει να «μετρήσουν» πολύ προσεκτικά και άλλες παραμέτρους οι οποίες συνδέονται με δυσκολία στα μαθηματικά προτού καταλήξουν στη διάγνωση για δυσαριθμησία. «Ενα παιδί με κάποιον βαθμό νοητικής υστέρησης ή με άλλα προβλήματα στον εγκέφαλο όπως ένας όγκος μπορεί επίσης να εμφανίζει δυσκολία στα μαθηματικά. Το ίδιο μπορεί να συμβαίνει και σε ένα παιδί που έχει λάβει κακή εκπαίδευση, καθώς και σε κάποιο του οποίου το κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο _ ο τρόπος ανατροφής του από την οικογένειά του _ δεν το τροφοδοτεί με τις κατάλληλες έννοιες για την ανάπτυξη της μαθηματικής σκέψης. Πρέπει να αποκλειστούν όλοι αυτοί οι παράγοντες προκειμένου να καταλήξουμε σε διάγνωση για δυσαριθμησία».
Μια διάγνωση που σε κάθε περίπτωση πρέπει να γίνεται το συντομότερο δυνατόν, κατά προτίμηση στην αρχή της σχολικής ζωής, ώστε να υπάρξει και έγκαιρη αντιμετώπιση του προβλήματος και να μη στιγματιστεί επίσης το παιδί ως «κακός μαθητής» ή «τεμπέλης». «Η διάγνωση πρέπει να γίνεται βάσει ειδικού ερωτηματολογίου και κλιμάκων. Οι γονείς οφείλουν να καταφύγουν σε ένα οργανωμένο κέντρο. Τα Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕΔΔΥ) του υπουργείου Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων χρησιμοποιούν τεστ που δεν είναι πλήρως εξειδικευμένα για τη δυσαριθμησία αλλά κατά προσέγγιση ανιχνεύουν τη δυσκολία» λέει ο καθηγητής.
Τονίζει ότι η δυσαριθμησία «γεννιέται» μαζί με το παιδί _ σημειώνεται ότι φαίνεται να «πλήττει» κυρίως τα αγόρια, χωρίς οι ειδικοί να γνωρίζουν επακριβώς γιατί συμβαίνει αυτό _ και το ακολουθεί στη ζωή του, ωστόσο η κατάλληλη εκπαίδευση μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τη μαθησιακή ικανότητά του. Για να υπάρξει όμως έγκαιρη αντιμετώπιση και κατάλληλη εκπαίδευση πρέπει το ίδιο το κράτος και το εκπαιδευτικό σύστημα να αποδώσουν στη δυσαριθμησία αλλά και στη δυσλεξία τη σημασία που τους αξίζουν. Διότι μπορεί σε άλλες χώρες οι εκπαιδευτικοί και όχι μόνο να είναι πλέον πιο «υποψιασμένοι» σχετικά τουλάχιστον με τη δυσλεξία, στη δική μας όμως δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα, κατά τον κ. Παπαδάτο. «Μπορεί πλέον γονείς και εκπαιδευτικοί να γνωρίζουν τους όρους “δυσλεξία” και “δυσαριθμησία”, ωστόσο η ολοκληρωμένη αξιολόγηση των δύο αυτών μαθησιακών δυσκολιών δεν αποτελεί ακόμη κατάκτηση στην Ελλάδα και, όπως είναι επόμενο, και η αντιμετώπιση είναι περιορισμένη».
Πάντως το υπουργείο Παιδείας αναγνωρίζει τη δυσαριθμησία ως ειδική μαθησιακή δυσκολία και μάλιστα με εγκύκλιο που υπέγραψε πέρυσι η υπουργός κυρία Αννα Διαμαντοπούλου ορίζει ότι, αν κάποιο παιδί έχει λάβει ειδική γνωμάτευση από ΚΕΔΔΥ για διάγνωση δυσαριθμησίας, θα μπορεί να εξετάζεται προφορικά στα μαθήματα όπου παρουσιάζει δυσκολίες. Βέβαια, σύμφωνα με τον καθηγητή, κάποιες φορές αυτή η δυνατότητα μετατρέπεται σε «ευκαιρία» από ορισμένους γονείς που προσπαθούν να βρουν τον εύκολο τρόπο ώστε το παιδί τους να διαγνωσθεί με μια ειδική μαθησιακή δυσκολία προκειμένου να έχει ειδικό καθεστώς εξέτασης. «Ετσι τα ΚΕΔΔΥ μετατρέπονται σε διαγνωστικά κέντρα που πρέπει να αντιμετωπίσουν έναν τεράστιο όγκο διαγνώσεων, γεγονός που αποβαίνει εις βάρος της σωστής αντιμετώπισης των δυσκολιών στα παιδιά που πραγματικά την έχουν ανάγκη».
Ο κ. Παπαδάτος καταλήγει λέγοντας ότι είναι σημαντικό η Ελλάδα να προχωρήσει με εξειδικευμένες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση των μαθησιακών δυσκολιών και να μην παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα γενικόλογο πλαίσιο αφορισμών. Μόνο έτσι θα «απεγκλωβιστούν» χιλιάδες παιδιά από ένα πρόβλημα που μπορεί να βρει λύση (μαθηματική και όχι μόνο…).
ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΠΟΥ… ΜΕΤΡΟΥΝ
Υπάρχουν κάποια «καμπανάκια» που οι γονείς οφείλουν να ακούσουν προκειμένου να γίνει έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της δυσαριθμησίας. Ιδού τα κυριότερα από αυτά τα συμπτώματα που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου:
* Το παιδί δυσκολεύεται να διαβάσει και να γράψει αριθμούς. Κάνει συχνά λάθη, όπως το να παραλείπει αριθμούς, να τους αντιστρέφει ή να αντικαθιστά κάποιον με έναν άλλον. Εμφανίζει πρόβλημα επίσης στην κατανόηση της σειροθέτησης των αριθμών.
* Κάνει τις μαθηματικές πράξεις χρησιμοποιώντας τα δάχτυλα για να μετρά τους αριθμούς.
* Εμφανίζει δυσκολία στο να κάνει πρόσθεση, αφαίρεση, διαίρεση και πολλαπλασιασμό είτε γραπτώς είτε νοερώς (π.χ., παραλείπει συνεχώς τα κρατούμενα στις πράξεις).
* Μπορεί να παρουσιάσει δυσκολία στην κατανόηση της γεωμετρίας και της τριγωνομετρίας.
* Δυσκολεύεται στην κατανόηση προμαθηματικών εννοιών (π.χ., δεν μπορεί να διαχωρίσει το μεγάλο από το μικρό, τα πολλά από τα λίγα).
* Αντιμετωπίζει δυσκολίες στο να «διαβάσει» την ώρα.
* Δεν έχει καλή αίσθηση του χρόνου, δυσκολεύεται να κατανοήσει γεγονότα που αναφέρονται στο παρελθόν και στο μέλλον.
* Εχει πρόβλημα στον προσανατολισμό και δεν μπορεί να διαβάσει χάρτες.
* Μπορεί να παρουσιάσει δυσκολία στο να μάθει τις μουσικές νότες.
* Δυσκολεύεται σε παιχνίδια που βασίζονται σε μια λογική σειρά όπως το σκάκι. Στα επιτραπέζια παιχνίδια μπορεί να μη θυμάται πότε είναι η σειρά του να παίξει ή να αδυνατεί να κρατήσει το σκορ.
* Εχει δυσκολία στη διαχείριση των χρημάτων.