«Παίζαμε βόλους με τον ξάδελφό μου και για τούτο είχαμε διαλέξει το μεσαίο χαλί που τα σχέδιά του έκαναν οχτάγωνα για να βάλουμε τους βόλους. Εκεί,απάνω στο παιχνίδι,έμεινα μερικές στιγμές ακίνητος,κοιτάζοντας προσεχτικά το χαλί. Και τότε μόνο γεννήθηκε μέσα μου και σιγά-σιγά μου επιβλήθηκε η ιδέα ενός χρώματος.Το χαλί όπου παίζαμε ήτανε κόκκινο».
Δεν θα περνούσαν πολλά χρόνια από αυτή την εποχή της αφύπνισης, όταν η ηλικία του μετριόταν ακόμη σε μονοψήφιο νούμερο, και ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας φθάνοντας πια στα έντεκα θα έκανε την πρώτη του έκθεση στο σπίτι, σε οικογενειακό κύκλο. Βρισκόμαστε στα 1917 και αυτή ήταν μόνο η αρχή. Τα χρώματα και τα σχήματα γρήγορα θα κυριαρχούσαν στη ζωή του και ο ίδιος θα τα υπηρετούσε πολλαπλά. Ζωγράφος, γλύπτης, χαράκτης, σκηνογράφος, αρχιτέκτονας περιβάλλοντος, εικονογράφος εκδόσεων. Από την άλλη, ένας στιβαρός εκπρόσωπος της περίφημης Γενιάς του ΄30, για τον οποίο όμως η ελληνικότητα υπήρξε η πηγή, η αρχή αλλά όχι το τέλος. Και ακόμη ένας πολυταξιδεμένος άνθρωπος, ένας κοσμοπολίτης, με πλούσιες εμπειρίες και περιπέτειες, με γνωστούς και φίλους τις μεγαλύτερες προσωπικότητες της εποχής του. Γιατί «το ένστικτο του έλληνα νησιώτη λειτουργούσε με ασφάλεια μέσα στα ξανοίγματα του κοσμοπολίτη Ευρωπαίου», όπως γράφει γι΄ αυτόν ο Οδυσσέας Ελύτης. Αυτόν τον πολυδιάστατο καλλιτέχνη «φιλοξενεί» εφέτος το καλοκαίρι στην Ανδρο, με εγκαίνια στις 2 Ιουλίου, το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή σε ένα εικαστικό αφιέρωμα που περιλαμβάνει περισσότερα από εκατό έργα του Γκίκα, πολλά από τα οποία είναι λίγο ως πολύ άγνωστα καθώς προέρχονται από ιδιωτικές συλ λογές.
Αν στην οδό Κριεζώτου όπου ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας (1906-1994) έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του το Μουσείο Μπενάκη ετοιμάζει ένα διαφορετικό μουσείοσπίτι με τον προσωπικό χώρο του καλλιτέχνη, με το εργαστήρι του αλλά και όλη τη γενιά του πνεύματος και της τέχνης που συμπορεύτηκε μαζί του, στην Ανδρο το ζητούμενο είναι το ίδιο το έργο. Η Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Μπενάκη, άλλοι φορείς, ιδρύματα και πολλοί συλλέκτες συνέβαλαν σ΄ αυτό. «Ενας συγχρονισμένος αιώνιος»- χαρακτηρισμός του Οδυσσέα Ελύτη κι αυτός- είναι ο τίτλος της έκθεσης με τα 71 ζωγραφικά έργα, τα 21 σχέδια και τα 12 γλυπτά που θέλουν να καλύψουν όλες τις πλευρές μιας πολυδιάστατης δημιουργίας. Αλλωστε, όπως και ο ίδιος είχε πει: «Είμαι ολοκληρωμένος άνθρωπος. Δεν είμαι μονομερής.Δεν είμαι για μία μόνο δουλειά. Γιατί η καλλιτεχνία είναι μια έννοια που περιλαμβάνει όλες τις τέχνες».
Κυρίως όμως στην έκθεση παρουσιάζεται όλη η πορεία του καλλιτέχνη, που έζησε στον θυελλώδη κόσμο των ανατρεπτικών κινημάτων του Παρισιού του 1920 και του 1930, επηρεάστηκε από αυτόν, αλλά τελικά αναζήτησε την πηγή της έμπνευσής του στην Ελλάδα. Οι ευρωπαϊκές επιρροές από τη μία, το φως και η ιδιομορφία του ελληνικού τοπίου από την άλλη συνταίριαξαν στο έργο του δημιουργώντας τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του. «Με ενδιαφέρει η Ελλάδα σε συνδυασμό με τον ιστορικό Ελληνισμό,δηλαδή με τη βυζαντινή τέχνη, με τη νεοκλασική τέχνη και την αρχαία τέχνη» έλεγε ο ίδιος.
Πρώτος δάσκαλός του ήταν ο Παρθένης. «Μου μένει αξέχαστο το πρώτο μάθημα.Εκρέμασε ένα σπάγκο από τη λάμπα και μου είπε να τον ζωγραφίσω.Τέτοιο πράγμα δεν μου είχε περάσει από τον νου» έχει γράψει. Ακολούθησαν ο Γαλάνης, μετά ο Πικιώνης, ενώ ο πρώτος πίνακας που τον εντυπωσίασε σε ηλικία 15 χρόνων στο Παρίσι όπου πήγαινε σχολείο ήταν ένα έργο του Ματίς, η «Ντάλια». Ο ίδιος ωστόσο θα ξεκινούσε την καριέρα του υπό τη βαθιά επιρροή του Πικάσο.
«Οταν ψάχνεις την προσωπικότητα, τη χάνεις. Γι΄ αυτό υπάρχουν τόσες μιμήσεις,ιδίως όταν είναι κανείς νέος:είναι προσπάθειες που αποσκοπούν στο να αποκτήσει κανείς οπωσδήποτε την προσωπικότητα που δεν πρόφτασε ακόμη να διαμορφώσει μόνος του» θα πει αργότερα.
«Η ελληνικότητά του όμως δεν εκφράζεται από νοσταλγική αισθημα τολογία αλλά ως ψυχική ανάγκη, η οποία αρδεύεται από την κλασική του παιδεία» λέει ο επιμελητής της έκθεσης και διευθυντής του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης της Ανδρου κ. Κυριάκος Κουτσομάλλης.
Ο Μπρακ, ο Μάλεβιτς, ο Πολιάκοφ, ο Μοντριάν, ο Τζιακομέτι, ο Μιρό και ο Καντίνσκι- εκτός από τον Ματίς και τον Πικάσο- θα αποτελούσαν τον ευρύ κύκλο γνωριμιών του Γκίκα στο Παρίσι. «Ως άνθρωπος ποτέ δεν πήρε τους γαλλικούς τρόπους, τα γαλλικά φερσίματα. Αρκεί να τον άκουγε κανείς να μιλάει με τα σπασμένα του γαλλικά και την αδιόρθωτη ισπανική προφορά,τις χειρονομίες και τον έντονο και βιαστικό ρυθμό της ομιλίας του για να καταλάβει ότι δεν είχε μπροστά του έναν Γάλλο» έλεγε, ειδικά για τον τελευταίο. Στα εργαστήρια που διατηρούσε στην Αθήνα, στο Παρίσι, στο Λονδίνο, στην Υδρα και στην Κέρκυρα πολλοί ήταν οι καλλιτέχνες και διανοούμενοι που συγκεντρώνονταν συχνά για να ανταλλάξουν ιδέες. Ανάμεσά τους ο Christian Ζervos, ο Γιώργος Κατσίμπαλης, ο Μιχάλης Τόμπρος, ο Κώστας Βάρναλης, ο Πάτρικ Λι Φέρμορ, ο Τεριάντ, ο Ανρί ΚαρτιέΜπρεσόν, ο Βάλτερ Γκρόπιους, όλοι τους ονόματα «μυθικά» σήμερα.
Στο Πολυτεχνείο οι μαθητές του τον θυμούνται για τον λακωνικό αλλά βαθιά ουσιαστικό του λόγο. Αλλά κι ο ίδιος έμεινε για πάντα μαθητής, όπως έλεγε: «Ακόμη και σήμερα μαθαίνω, κι από παιδιά ακόμη. Η προσωπικότητά μου, εν αντιθέσει προς άλλων, που ίσως να τους φώτισε το Αγιον Πνεύμα απευθείας και από κούνια, διαμορφώθηκε σταδιακά».
«Ανευ σοβαρών και επίπονων προκαταρκτικών σπουδών και εντατικής εργασίας ο μέλλων καλλιτέχνης,οσονδήποτε και αν είναι προικισμένος με τάλαντον,αδυνατεί να εκφρασθεί,μη κατέχων τα απαραίτητα εκείνα στοιχεία τα οποία αποτελούν την γραμματικήν και την προπαίδειαν της τέχνης και τα πραγματικά αυτής μέσα.
Το δεύτερον μέρος της μαθήσεως,εξίσου ουσιώδες με το πρώτον,είναι η πνευματική και αισθητική μόρφωσις του σπουδαστού.Αυτή δεν είναι δυνατόν να επιτύχει άνευ εμπνεύσεως εις αυτόν της λατρείας του ωραίου.
Το σχέδιο είναι το Α και το Ω της ζωγραφικής.Είναι ενεργητικό.Είναι μια ανίχνευση.Δεν μένει μόνο στην επιφάνεια των πραγμάτων.Εισχωρεί στο βάθος,εξηγεί τους λόγους του φαινομένου.
Το ιδανικό σχέδιο πρέπει να έχει την αφέλεια του γραψίματος αλλά να υπακούει συγχρόνως και στη σύνταξη και στη γραμματική και στη λογική της τέχνης και να εκφράζει σε λίγες γραμμές και τον εσωτερικό και τον εξωτερικό κόσμο εκείνου που το κάνει».
1906. Γεννιέται στην Αθήνα,μοναχοπαίδι του Αλέξανδρου Χατζηκυριάκου, αξιωματικού του Βασιλικού Ναυτικού,και της Ελένης Γκίκα.
1927. Πρώτη ατομική έκθεση στο Παρίσι. Μεταξύ των επισκεπτών,ο Πικάσο θα τον χαρακτηρίσει «μια μεγάλη ηθική συνείδηση».
1929. Παντρεύεται την Τίγκη (Αντιγόνη) Μπούμπουλη.
1937. Εκπροσωπεί την Ελλάδα στην Παγκόσμια Εκθεση του Παρισιού.
1941. Εκλέγεται καθηγητής στην έδρα Ελεύθερου Σχεδίου της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
1950. Εκπροσωπεί την Ελλάδα στην 25η Μπιενάλε της Βενετίας.
1961. Χωρίζει από την πρώτη σύζυγό του Τίγκη και παντρεύεται την Μπάρμπαρα Γουόρνερ.Πυρκαγιά καταστρέφει το σπίτι του στην Υδρα και δεν θα το ξαναφτιάξει ποτέ.
1965. Ατομικές εκθέσεις στην γκαλερί Αlexander Ιolas στη Νέα Υόρκη,στη Leicester του Λονδίνου και στη Εuropa του Βερολίνου. Συμμετοχή στην 8η Μπιενάλε του Σάο Πάολο της Βραζιλίας και στο Salon des Grands et des Jeunes στο Παρίσι.
1972. Εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.
1988. Αναδρομική έκθεση στη Royal Αcademy of Αrts του Λονδίνου,που τον προηγούμενο χρόνο τον έχει εκλέξει επίτιμο μέλος της.Θάνατος της γυναίκας του. Μεγάλη κλοπή έργων του από την οικία του.
1994. Πεθαίνει στο σπίτι του,στην οδό Κριεζώτου.
«Χρώματα ανοιχτά και χρώματα σκούρα,τα μεν τρυφερά,τα δε αυστηρά,χρώματα βαθιά και χρώματα της επιφάνειας,χρώματα ζωηρά και μουντά,άυλα και στερεά,διαφορετικής εντάσεως,διαφορετικού πάχους και διαφορετικού πάθους.
– Το γαλάζιο: πάντα θυμίζει ουρανό ή θάλασσα,αντανάκλαση,ηρεμία,βάθος,όνειρο, γλυκύτητα.
– Το πράσινο: αβρό,πικρό, έρπει,ξεκουράζει.
– Το κόκκινο μίνιο: φωτιά,βία, ένταση,παρουσία,πράξη.
– Το κίτρινο: φως,φωνάζει, στριγκλίζει,γυαλίζει.
– Το μενεξεδένιο: διαφανές, ελαφρό,μακρινό,στοχασμός, μελαγχολία.
– Το πορφυρό: αίμα,κρυμμένο,απροσδόκητο,υπόκωφο, διαβολικό,μεγαλειώδες.
– Το σταχτί: απουσία χρώματος.
– Το άσπρο: σπανίως το μεταχειρίζεται κανείς σκέτο παρά σε πολύ μικρές επιφάνειες,καθαρότης,λαμπρότης,ει- λικρίνεια.
– Το μαύρο: δεν είναι ποτέ απόλυτα μαύρο,αλλά πάντα λίγο σταχτί,σταθερότητα,ευγένεια,τραγικότητα,έλλει- ψη».
Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή,Ανδρος. «Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκί- κας.Ενας συγχρονισμένος αιώνιος».Διάρκεια: 2 Ιουλίου – 25 Σεπτεμβρίου.Στις 3 Ιουλίου,ώρα 10.30 το πρωί,στο Δημοτικό Θέατρο Ανδρου συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με θέμα «Η Γενιά του ΄30»
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ