Η συναινετική ατμόσφαιρα που χτιζόταν επί πέντε ώρες στο υπουργικό συμβούλιο έγινε θρύψαλα λίγο πριν ολοκληρωθεί η συνεδρίαση. Το κλίμα είχε προετοιμαστεί από διάφορες αιχμές που περιείχαν οι τοποθετήσεις των υπουργών, κυρίως προς τον υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου, οι οποίες όμως περνούσαν ξώφαλτσα, μέχρι να πάρει τον λόγο ο κ. Ευ. Βενιζέλος.
Ο καυγάς των δύο υπουργών, παρότι κατεβλήθη προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι, θεωρήθηκε από τους παριστάμενους υπουργούς ότι διατάραξε τις ισορροπίες στο εσωτερικό της κυβέρνησης και ενδεχομένως να σημάνει την αρχή εξελίξεων. Μάλιστα, για πρώτη φορά ο Πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου όχι μόνο δεν έκρυψε τον εκνευρισμό του αλλά υπερασπιζόμενος το κυβερνητικό έργο χτύπησε δύο φορές το χέρι στο τραπέζι -μια ενέργεια πρωτοφανής για τον ίδιο.
Αφορμή για το ξέσπασμα του υπουργού Άμυνας για κάποιους ήταν το αφ΄ υψηλού ύφος του κ. Παπακωνσταντίνου και κατ΄ άλλους το γεγονός ότι αφού περιέγραψε ένα επαχθέστατο πακέτο μέτρων προέτρεψε τους συναδέλφους του να μην αυτομαστιγώνονται επειδή για τις αστοχίες του μνημονίου ευθύνεται η πρωτοφανής ύφεση. Όποια και να ήταν η αιτία, ο υπουργός Άμυνας εξεράγη: «Σου έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις και δεν έχεις λάβει υπόψιν σου καμία», φέρεται να του είπε και έπειτα μίλησε για αλαζονικές συμπεριφορές και για δημοσιονομική κατοχή στη χώρα.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου αντέδρασε έντονα. «Δεν το δέχομαι αυτό. Υπάρχει ένα πρόβλημα και πρέπει να το λύσουμε», απάντησε. Στη συζήτηση παρενέβη ο κ. Χ. Καστανίδης, ο οποίος έδωσε την εντύπωση ότι θα παρέμβει πυροσβεστικά αλλά στη συνέχεια φάνηκε ότι συμμερίζεται τις παρατηρήσεις του κ. Βενιζέλου και απευθυνόμενος στον κ. Παπακωνσταντίνου του είπε με απαξιωτικό ύφος ότι θεωρεί ότι τα θέματα τα έλυσε ο πρωθυπουργός με την εισήγηση του.
Ο κ. Παπανδρέου εκνευρίστηκε από τον καυγά, λέγοντας ότι οι προτάσεις όλων αξιολογούνται και έδωσε στους παριστάμενους την εντύπωση ότι αυτή η κατάσταση τον ζόρισε ιδιαιτέρως. Κλείνοντας τη συνεδρίαση, έκανε μια μακροσκελή και ελαφρώς χαοτική τοποθέτηση, στήριξε τον υπουργό Οικονομικών, αναφέρθηκε στο πρωτόγνωρο έργο της κυβέρνησης με έντονο ύφος και -προς έκπληξη των παριστάμενων – χτύπησε το χέρι στο τραπέζι.
Όταν ολοκληρώθηκε η συνεδρίαση ο κ. Βενιζέλος εξήγησε ότι μιλώντας για δημοσιονομική κατοχή εννοούσε την κατάσταση στην οποία βρέθηκε η χώρα με το βάρος ενός υπέρογκου χρέους, και ότι η αναφορά του σε αλαζονικές συμπεριφορές αφορούσε στελέχη και παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών οι οποίοι χρονοτριβούν σε ότι αφορά τις αποκρατικοποιήσεις και όχι τον κ. Παπακωνσταντίνου.
«Στο υπουργικό συμβούλιο συζητήσαμε για τους προβληματισμούς και τις αγωνίες μας», είπε και υποβάθμισε την αντιπαράθεση παραπέμποντας στον υπουργό Οικονομικών για την επαλήθευση των όσων έλεγε. Ο κ. Παπακωνσταντίνου, από την πλευρά του διαβεβαίωνε, ότι η σχέση του με τον κ. Βενιζέλο «είναι εξαιρετική».
Ωστόσο, οι αιχμές του υπουργού Αμυνας δεν ήταν οι μοναδικές κατά του κ. Παπακωνσταντίνου. Ο κ. Δ. Ρέππας επισήμανε ότι «υπάρχει και η κοινωνία στην οποία αναφερόμαστε και δεν μπορούμε μόνο να έχουμε άγχος τι θα πούμε προς τα έξω αλλά πρέπει να έχουμε το ίδιο άγχος για το τι λέμε προς τα μέσα».
Η κυρία Άννα Διαμαντοπούλου ζήτησε κάποια στιγμή να υπάρξει ένας απολογισμός από τον υπουργό Οικονομικών για τις αστοχίες ανάμεσα σε όσα προγραμματίζονται και στην υλοποίηση τους.
Σκληρή γλώσσα χρησιμοποίησε ο κ. Α. Λοβέρδος για να περιγράψει την κατάσταση. «Υπήρξε μεγάλο διάστημα καθυστερήσεων, χάσαμε το μομέντουμ του Μαρτίου και τώρα τα χρονοδιαγράμματα είναι ασφυκτικά ως τα μέσα Ιουνίου. Οσο επιβαρύνεται το περιβάλλον και είναι αδύναμο το μήνυμα μας, θα το πληρώνουμε.
Το αίτημα να δοθεί ως εγγύηση η δημόσια περιουσία ή να γίνουν απολύσεις δεν υπήρχε το Μάρτιο. Οσο καθυστερούμε τόσο επιβαρύνεται η ατζέντα. Ο φόβος δεν είναι επιλογή, προτιμώ τη μομφή κάποιων χιλιάδων πολιτών παρά 11 εκατομμυρίων Ελλήνων. Δεν ξέρω που θα σταθώ αν υπάρξουν καταστροφικά γεγονότα για τη χώρα», είπε.