Δεν είναι πολιτικά ορθό, ενδεχομένως να μην είναι και φρόνιμο, να εμφανίζεται κανείς αισιόδοξος για το πώς θα θα εξελιχθούν τα πράγματα στην Ελλάδα. Αλλωστε ποτέ άλλοτε, τουλάχιστον από τη Μεταπολίτευση ως σήμερα, δεν έχουμε ξαναβρεθεί σε τόσο δύσκολη θέση. Και όμως, ύστερα από τόσο πολλούς «κακούς» μήνες, ίσως είναι η πρώτη φορά που έχουμε λόγους να ελπίζουμε ότι τα πράγματα μπορεί σύντομα να γίνουν καλύτερα.
Οι λόγοι είναι πολλοί. Ο κυριότερος είναι ότι για πρώτη φορά μοιάζει να έχουμε συνειδητοποιήσει όλοι τη σοβαρότητα της κατάστασης. Προφανώς υπάρχουν διαφωνίες, οι πολίτες εξακολουθούν να είναι οργισμένοι και είναι βέβαιον ότι οι αντιδράσεις θα συνεχιστούν το ίδιο ή και περισσότερο έντονες. Στον δημόσιο διάλογο όμως, αν τουλάχιστον θεωρήσουμε ότι διεξάγεται διάλογος, δεν υπάρχει καμία άλλη αξιόπιστη πρόταση για το πώς θα προχωρήσουμε πέρα από την υλοποίηση του μνημονίου.
Ο κ. Σαμαράς βέβαια δημοσίως εξακολουθεί να μιλάει για «έγκλημα». Αν πίστευε αυτά που λέει θα ζητούσε απλώς εκλογές. Οχι μόνο δεν τις θέλει, όπως ξεκαθάρισε και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά κάλεσε και την κυβέρνηση να προχωρήσει κανονικά το πρόγραμμά της, διευκρινίζοντας ότι σε όσα συμφωνεί θα τη στηρίξει. Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια δηλαδή, ή διαφορετικά πώς θα ξεχάσουμε πιο γρήγορα το περιλάλητο «Ζάππειο 2». Οσο για την Αριστερά, μπορεί να συγκεντρώνει ευκαιριακά τους δυσαρεστημένους του δικομματισμού, πολιτικά όμως δεν προτείνει τίποτε πέρα από την «αντίσταση» και τις γραφικότητες του κ. Τσίπρα για καθεστώς Πινοσέτ.
Ο δεύτερος λόγος της αισιοδοξίας είναι ότι και οι εταίροι μας στην Ευρώπη συνειδητοποίησαν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει λύση στο «ελληνικό πρόβλημα» αν δεν γίνουν βαθιές τομέςφυσικά, στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια. Πιέζουν έτσι για πρώτη φορά με τόσο έντονο τρόπο να υπάρξουν συγκεκριμένες παρεμβάσεις, κυρίως στον τομέα των ιδιωτικοποιήσεων και της μείωσης των δαπανών, που μπορεί υπό προϋποθέσεις να ανατρέψουν την εικόνα που υπάρχει στις διεθνείς αγορές για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Ο τρίτος λόγος αισιοδοξίας είναι το ότι ενδεχομένως βρισκόμαστε στην αρχή του τέλους της ύφεσης. Στο πρώτο τρίμηνο του 2011 είχαμε μια μικρή αύξηση του ΑΕΠ, ενώ τους δύο τελευταίους μήνες αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς και τα έσοδα από τον ΦΠΑ. Αν, όπως όλα δείχνουν, πάει καλά ο τουρισμός και αν συνεχιστεί η εντυπωσιακή αύξηση των εξαγωγών, τότε μπορεί κανείς να υποθέσει- χωρίς ακόμη να είναι τίποτε βέβαιο- ότι έχουμε μπροστά μας καλύτερες μέρες. Και αυτό θα είναι το καλύτερο φάρμακο για όλους, εντός και εκτός Ελλάδος.
Φυσικά υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες. Η κυρία Μέρκελ για παράδειγμα που δεν θέλει να δώσει χρήματα καθώς και οι τράπεζες που υποφέρουν. Η πιο σημαντική όμως ονομάζεται ΠαΣοΚ, το «όλον» ΠαΣοΚ, δηλαδή Πρωθυπουργός, κυβέρνηση και κόμμα. Η εμπειρία των τελευταίων μηνών έχει αποκαλύψει τρανταχτές αδυναμίες στον τρόπο με τον οποίο ο Γιώργος Παπανδρέου συντονίζει- ή μάλλον δεν συντονίζει- την κυβέρνηση. Παράλληλα έχει γίνει φανερό ότι ορισμένοι υπουργοί ούτε κατάλληλοι είναι για το βάρος της ευθύνης που φέρουν αλλά ούτε καν συμφωνούν με την πολιτική που υποτίθεται ότι υπηρετούν. Αν στο μείγμα προσθέσουμε και μια Κοινοβουλευτική Ομάδα γεμάτη από πικραμένους, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να εκραγεί, τότε έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε. Να μην τα έχουμε όλα δικά μας…
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ