Μια πλημμυρίδα δηλώσεων πολιτικών, τραπεζιτών και τεχνοκρατών για την ελληνική κρίση χρέους, μία ημέρα μετά τη διήμερη συνεδρίαση του Eurogroup και του Ecofin στις Βρυξέλλες, αναδεικνύει τις διαφορές απόψεων που έχουν η ΕΚΤ και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μπροστά στο ενδεχόμενο μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους που θα περιελάμβανε όχι μόνο επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του, αλλά και «κούρεμα».
Οι διαφορές οφείλονται στη μεγαλύτερη «ευαισθησία» που έχει η ΕΚΤ στο ενδεχόμενο διαγραφής χρεών της Ελλάδας προς τις ευρωπαϊκές τράπεζες. Αντίθετα, οι πολιτικές ηγεσίες ενδιαφέρονται περισσότερο για την πολιτική τους επιβίωση, για τον εκλογικό αντίκτυπο δηλαδή που θα είχε η μετακύλιση του κόστους διάσωσης των υπερχρεωμένων κρατών της ευρωζώνης στους ψηφοφόρους τους.
Είναι χαρακτηριστικός ο χαρακτηρισμός «καταστροφική» που έδωσε για το ενδεχόμενο μιας αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους ο γερμανός ευρωτραπεζίτης – γνωστός υπέρμαχος της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας από τη θητεία του στην Bundesbank – Γιούργκεν Σταρκ. Ο κ. Σταρκ μάλιστα έκανε λόγο οικονομικά συμφέροντα στον αγγλοσαξονικό κόσμο που κρύβονται πίσω από τη συνεχή αναζωπύρωση αυτών των σεναρίων.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), μιλώντας στο συνέδριο του Economist στο Λαγονήσι, επανέλαβε σε υψηλούς τόνους τη θέση που έχει διατυπώσει και ο επικεφαλής της ΕΚΤ Ζαν – Κλοντ Τρισέ: ότι είναι αυταπάτη να θεωρεί κανείς πως κάποια μορφή αναδιάρθρωσης, ακόμη και το κούρεμα της αξίας των ελληνικών ομολόγων, θα λύσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Αντίθετα, αυτό θα γίνει μόνο αν ολοκληρωθεί η δημοσιονομική προσαρμογή που προβλέπει το Μνημόνιο. Κάλεσε μάλιστα την ελληνική κυβέρνηση να εντείνει τις προσπάθειές της στον τομέα αυτό.
«Μία αναδιάρθρωση του χρέους θα εξαφάνιζε μέρος ή ολόκληρα τα κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών. Αρα, θα αποτελούσε συνταγή καταστροφής. Αν το πρόγραμμα εφαρμοστεί κατά γράμμα – και είμαι σαφής – η βιωσιμότητα του χρέους είναι διασφαλισμένη. Και η Ελλάδα δεν έχει χρεοκοπήσει. Αυτό είναι ένα σημαντικό μήνυμα» ξεκαθάρισε ο κ. Σταρκ.
Χαρακτηριστική είναι και η επισήμανση που έκανε από το Μιλάνο ο ιταλός ευρωτραπεζίτης Λορέντσο Μπίνι Σμάγκι ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ «σκληρής» και «ήπιας» αναδιάρθρωσης, μεταξύ «κουρέματος» του χρέους και επιμήκυνσής του δηλαδή.
«Πλανώνται όσοι πιστεύουν ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ή το «κούρεμα» θα λύσει τα προβλήματα της χώρας», είπε χαρακτηριστικά ο Σταρκ. Και εξήγησε ότι μια τέτοια πρωτοβουλία «θα στέγνωνε τελείως την Ελλάδα από κεφάλαια», καθώς «θα υπονόμευε τη δυνατότητα των ελληνικών ομολόγων να δίνονται ως εγγύηση στην ΕΚΤ για τη χορήγηση ρευστότητας».
Από την άλλη πλευρά, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μιλώντας σήμερα σε οικονομική ημερίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες είπε ότι «η ΟΝΕ δεν δημιουργήθηκε για να αποτελεί ένα αναδιανεμητικό σύστημα των πλουσίων προς τα φτωχά κράτη-μέλη» και τάχθηκε γι’ άλλη μια φορά υπέρ της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα (δηλαδή των τραπεζών) στην αποτροπή πτώχευσης των κρατών στη ζώνη του ευρώ.
«Δεν μπορεί να επωμίζονται όλα τα βάρη οι φορολογούμενοι (σ.σ. διάβαζε ψηφοφόροι). Οι αγορές έχουν δεχτεί ήδη σε μεγάλο ποσοστό ότι θα υπάρξουν κανόνες για τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στην προσπάθεια διάσωσης των υπερχρεωμένων κρατών», εξήγησε ο Σόιμπλε, ο οποίος καταφέρθηκε μάλιστα κατά της ασυδοσίας των αγορών χαρακτηρίζοντας «λάθος» την απορρύθμιση, επειδή «η κρίση του 2008 έδειξε ότι οι αγορές αποδείχθηκαν ανίκανες να διαχειριστούν την υπέρμετρη ελευθερία που τους δώσαμε».
Σημειωτέον ότι η άποψη που εξέφρασε χθες η Ανγκελα Μέρκελ μιλώντας σε ακροατήριο φοιτητών στο Βερολίνο, ότι η αναδιάρθρωση δεν αποτελεί λύση στο ελληνικό πρόβλημα, μπορεί να ενταχθεί στη λογική Σόιμπλε. «Αν προχωρούσαμε σε αναδιάρθρωση χρέους μιας χώρας της ευρωζώνης πριν από το 2013, προτού δηλαδή τεθεί σε εφαρμογή ο μόνιμος μηχανισμός στήριξης και αρωγής των υπερχρεωμένων κρατών, θα προκαλούσαμε μια τεράστια ζημιά στο σύνολο της ευρωζώνης», είπε η Μέρκελ. Και εξήγησε ότι η ζημιά έγκειται στο γεγονός ότι «θα εγείρονταν μείζονες αμφιβολίες για την αξιοπιστία της ευρωζώνης αν άλλαζε τους κανόνες του παιχνιδιού στη μέση του πρώτου προγράμματος στήριξης υπερχρεωμένης χώρας που εφαρμόζει».
Συμπτωματικώς το 2013 διενεργούνται γενικές εκλογές στη Γερμανία, ενώ μια χρονιά νωρίτερα, το 2012, θα γίνουν οι προεδρικές στη Γαλλία – ίσως γι’ αυτό η γαλλίδα υπουργός Κριστίν Λαγκάρντ αρνείται τόσο κατηγορηματικά την προοπτική της αναδιάρθρωσης.
Οι τεχνοκράτες
Εν τω μεταξύ, οι τεχνοκράτες του ΔΝΤ φαίνεται πως στρέφουν τώρα την επιρροή τους προς τις ιδιωτικοποιήσεις, εγκαταλείποντας τις πιέσεις για περισσότερη λιτότητα. Μιλώντας στο συνέδριο του Economist, που διοργανώθηκε σήμερα στην Αθήνα, ο απεσταλμένος του Ταμείου στην Ελλάδα Πολ Τόμσεν ζήτησε την επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών στον ελληνικό δημόσιο τομέα και όχι περαιτέρω μειώσεις στους μισθούς και τις βασικές συντάξεις.
Ο Τόμσεν είπε συγκεκριμένα ότι «το ελληνικό πρόγραμμα λιτότητας έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό αυτά που ήταν να πετύχει. Δεν μπορεί να συνεχίσει να αποδίδει χωρίς τη συνδρομή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Χωρίς αυτές θα χάσει τελείως την ορμή του». Ο δανός τεχνοκράτης προέβλεψε ότι η ελληνική οικονομία θα συρρικνωθεί εφέτος κατά μία ποσοστιαία μονάδα περισσότερο από το αναμενόμενο και ότι το έλλειμμα θα μειωθεί μόνο με την επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών στο δημόσιο τομέα.
«Χωρίς την επιτάχυνση αυτή το έλλειμμα δεν θα περιοριστεί πολύ χαμηλότερα από το 10% το 2011. Δεν υπάρχουν πλέον φρούτα στα χαμηλά κλαδιά για την ελληνική κυβέρνηση. Αυτά τα έκοψε. Τώρα έχει μπροστά της δύσκολες διαρθρωτικές αλλαγές», είπε χαρακτηριστικά ο Τόμσεν.
Οσο για τους περιβόητους… «τεχνοκράτες των Βρυξελλών», φαίνεται πως προσπαθούν να συγκεράσουν τις απόψεις. Ο αρμόδιος για Οικονομικά και Νομισματικά θέματα επίτροπος της ΕΕ Ολι Ρεν ανέλυσε σήμερα τις προϋποθέσεις για την επιμήκυνση του ελληνικού χρέους, χωρίς όμως να αποκαλύψει και χρονοδιάγραμμα.
Σε συνέντευξη τύπου που έδωσε στις Βρυξέλλες ο Ρεν είπε ότι μόλις αρχίσουν να γίνονται ορατές οι επιπτώσεις από τις περικοπές στον ελληνικό προϋπολογισμό και οι πωλήσεις κρατικών περιουσιακών στοιχείων, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα εξετάσουν έναν «εθελοντικό αναπρογραμματισμό του χρόνου ωρίμανσης των ελληνικών ομολόγων».
Ο φινλανδός επίτροπος είπε συγκεκριμένα ότι η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και η προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων αποτελούν «αναγκαίες συνθήκες για οποιοδήποτε περαιτέρω βήμα». Ο Ρεν εξήγησε ότι «μόλις δούμε τα μέτρα αυτά να υλοποιούνται και να καρποφορούν, τότε θα εξετάσουμε αν θα βοηθούσε μια εθελοντική επιμήκυνση του χρέους».