Το αλληγορικό μυθιστόρημα «Μη μ’αφήσεις ποτέ» του Καζούο Ισιγκούρο, βρήκε με αξιόλογο τρόπο τον δρόμο για την μεγάλη οθόνη μέσω της ομότιτλης ταινίας του Μαρκ Ρόμανεκ, γνωστού κυρίως από το φιλμ «Σκοτεινός θάλαμος» με τον Ρόμπιν Γουίλιαμς. Ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος (για να μνημονεύσω τον Αλντους Χάξλεί) του Ισιγκούρο είναι ένας κόσμος «λοβοτομημένων» ατόμων τα οποία από την παιδική τους ηλικία μαθαίνουν ότι ο ρόλος ύπαρξής τους είναι να «αποσυναρμολογηθούν» δωρίζοντας τα όργανά τους χωρίς βούληση όποτε αυτό τους ζητηθεί. Κάθε κάλεσμα σημαίνει και μια αφαίρεση οργάνου στην οποία υπακούουν χωρίς διαμαρτυρία, χωρίς αντίσταση, παραδομένα πλήρως στις διαταγές του συστήματος που έχουν μάθει.

Είναι άτομα με σύντομη ημερομηνία λήξης και το φιλμ παρακολουθεί τις ζωές τριών από αυτά. Στο πρώτο μέρος βλέπουμε τα παιδιά που ανατρέφονται στο ειδικό σχολείο, όπου τίποτε δεν πρέπει να επηρεάζει την υγεία τους όπως επισημαίνει η αυστηρή διευθύντρια (Σαρλότ Ράμπλινγκ). Στο δεύτερο μέρος, όταν τα παιδιά μεγαλώνουν, αποκτούν την μορφή της Κίρα Νάιτλι, της Κάρεϊ Μάλιγκαν και του Αντριου Γκάρφιλντ. Τα παιδιά συνδέονται από μια έντονη αγάπη αλλά η πραγματικότητα αποδεικνύεται εντελώς διαφορετική, σκληρή και άκαρδη, όπως και το γεγονός ότι δεν ξέρουν πώς να αντισταθούν ή δεν θέλουν να το κάνουν.

Οι εικόνες του Ρόμανεκ αποτυπώνουν ένα βρετανικό ύπαιθρο μελαγχολικό και μουντό αλλά και πέρα για πέρα οικείο αφού ο δραματουργικός χρόνος δεν είναι κάπου στο μέλλον αλλά στο πολύ κοντινό παρελθόν και πιο συγκεκριμένα στην δεκαετία του 1990. Στο τέλος η καρδιά σου σφίγγεται από την θλίψη, από τις πεταμένες ζωές των νέων που βλέπεις μπροστά σου αλλά και από το γεγονός ότι πίσω από την αλληγορία του Ισιγκούρο και κατά προέκταση του Ρόμανεκ, διακρίνεις ψηφίδες από την δική σου ζωή.
Βαθμολογία: 2

Δείτε θέμα για το βιβλίο και την ταινία Ισιγκούρο

Η σκοτεινή πλευρά μιας λαμπρής Ιστορίας
Το «Ακομα και η βροχή» («Even the rain», Ισπανία/ Μεξικό/ Γαλλία, 2010) της Ισιάρ Μπολέν έφτασε εφέτος ως τα «προημιτελικά» της εννιάδας για το ξενόγλωσσο Οσκαρ, ως επίσημη πρόταση της ισπανίας. Στο φιλμ αποπειράται ένας πολύ ενδιαφέρον πολιτικός σχολιασμός που συνδυάζει εύστοχα το παρελθόν με το παρόν και δεν είναι τυχαίο που το σενάριο φέρει την υπογραφή του Πολ Λάβερτι, της «πέννας» του Κεν Λόουτς.

Την αφορμή για αυτήν την γέφυρα παρελθόντος – παρόντος δίνει μια ταινία που γυρίζεται στην Βολιβία με θέμα τον αληθινό Χριστόφορο Κολόμβο. Ο νεαρός ιδεαλιστιής σκηνοθέτης (Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ) μαζί με τον κυνικό αλλά αποτελεσματικό παραγωγό του (Λουίς Τοσάρ) είναι αποφασισμένοι να ανατρέψουν τον μύθο του φορέα πολιτισμού και χριστιανισμού Κολόμβου με μια ταινία που θα ακυρώνει τον συντηρητικό μύθο της άφιξης του ευρωπαϊκού πολιτισμού στην Αμερική ως δύναμη του Καλού. Ο δικός του Κολόμβος έχει την εικόνα ενός αδίστακτου κατακτητή, παθιασμένου με την ιδέα της ανεύρεσης χρυσού, ο οποίος συμπεριφέρθηκε με απίστευτη βαρβαρότητα προς τους Ινδιάνους ιθαγενείς τόλμησαν που να αντισταθούν.

Μόνον που στην εποχή των γυρισμάτων της ταινίας η ιστορία επαναλαμβάνεται και εδώ βλέπεις την δεξιοτεχνία του Λάβερτι. Στις μέρες μας, το νερό παίρνει την θέση του χρυσού που ήθελε ο Κολόμβος. Στην πόλη όπου πραγματοποιούνται τα γυρίσματα της ταινίας, τα αποθέματα νερού πωλούνται σε μια πολυεθνική και οι ιθαγενείς –πολλοί από τους οποίους είναι κομπάρσοι στην ταινία που γυρίζεται- καλούνται 500 χρόνια μετά την έλευση του Κολόμβου να παλέψουν όχι για το χρυσάφι αυτή τη φορά αλλά για το πιο απλό αλλά πολύτιμο αγαθό, το νερό.

Το θέμα της ταινίας του ιδεαλιστή σκηνοθέτη, τα μηνύματα που θέλει τόσο πολύ να περάσει με το έργο του, έρχονται μπούμερανγκ πάνω του αφού τελικά, με την στάση του, γίνεται ο ίδιος μια αντανάκλαση του Κολόμβου. Στα δύσκολα που είναι η εξέγερση των κατοίκων για την διεκδίκηση του νερού τους, «ψαρώνει». Ετσι λοιπόν η ταινία αποκτά την εικόνα ενός δυναμικού κοινωνικού σχολίου που δεν κρύβει την ανάγκη του να μιλήσει ανοιχτά, ίσως και λίγο διδαχτικά για τον εφιάλτη που βλέπουμε καθημερινά στις οθόνες της τηλεόρασης, έναν εφιάλτη τον οποίο κατακρίνουμε αλλά όταν βρεθούμε εκεί, μπροστά του, είμαστε ανίκανοι να αντιδράσουμε.
Βαθμολογία: 3

Hardcore Κοκκινοσκουφίτσα
Πολύ πιθανόν επιλογή της Κάθριν Χάρντουϊκ για την σκηνοθεσία της η «Κοκκινοσκουφίτσας» («Red Riding Hood», ΗΠΑ, 2011) να μην ήταν τυχαία. Το γνωστό παραμύθι των παιδικών χρόνων μας, αποκτά εδώ την εικόνα άγριου θρησκευτικού θρίλερ με τέρατα και όμορφα πρόσωπα, στο ύφος του «Λυκόφωτος», πρώτης (και καλύτερης) ταινίας της κινηματογραφικής σειράς «Twilight», την οποία επίσης σκηνοθέτησε η Χάρντουικ.

Όπως στο «Λυκόφως» άλλωστε, έτσι και εδώ, βλέπουμε να ανθίζει μια παράξενη ερωτική σχέση ανάμεσα στο μη ανθρώπινο (βρικόλακας/ λύκος) με το ανθρώπινο (Κοκκινοσκουφίτσα- Αμάντα Σέιφριντ). Την ίδια ώρα που το μη ανθρώπινο είναι τελικά και …ανθρώπινο αφού ο κακός λύκος έχει την δυνατότητα να παίρνει ανθρώπινη μορφή άρα ενδεχομένως να είναι κάποιος που η Κοκκινοσκουφίτσα ήδη γνωρίζει. Και αγαπά…

Τοποθετημένη σε ένα παγανιστικό περιβάλλον παρελθόντων αιώνων, η ταινία σε κερδίζει κυρίως με την ατμόσφαιρα και τα σκηνικά της. Η Χάρντουϊκ φτιάχνει χρωματικές συνθέσεις που μαγνητίζουν όπως ας πούμε το κατάλευκο του χιονιού κόντρα στην κατακόκκινη σαν αίμα κάπα της κεντρικής ηρωίδας. Συγχρόνως δουλεύει πολύ καλά το στοιχείο του μυστηρίου αφού μέχρι το τέλος το ερώτημα ποιος άνθρωπος είναι ο λύκος μας τριβελίζει τη σκέψη. Τέλος, βρίσκει χώρο για να εντάξει ενδιαφέροντες ήρωες όπως ο πάστορας – κυνηγός λυκανθρώπων που υποδύεται χωρίς υπερβολές αυτή την φορά ο Γκάρι Ολντμαν. Εν ολίγοις μια ταινία που ευχαριστιέσαι να βλέπεις, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια ότι θα την θυμάσαι για πάντα.
Βαθμολογία: 2

Δείτε θέμα για την Κάθριν Χάρντουικ και την δημιουργία της ταινίας Κοκκινοσκουφίτσα

Υπαρξιακά αδιέξοδα στην σύγχρονη Τουρκία
Μπορεί ένα ρομάντζο της μετα- εφηβικής ηλικίας να μετατραπεί σε απολύτως επίκαιρο πολιτικό σχόλιο των καιρών μας; Η τουρκική ταινία «Η πλειοψηφία της σιωπής» («Cogunluk», Τουρκία, 2010) λέει ότι μπορεί. Πρώτη μεγάλου μήκους δημιουργία του 36χρονου Σερέν Γιουτζέ, η ταινία μέσα από μια απλούστατη ιστορία, θίγει το ζήτημα της αντιπαλότητας των Τούρκων με τους Κούρδους και συγχρόνως επισημαίνει ότι η συμφιλίωση και η αγάπη ενδεχομένως να είναι η λύση που μπορούν να προτείνουν οι νεότερες γενιές μπροστά στον ξεπερασμένο αυταρχισμό του παρελθόντος τους.

Στο φιλμ παρακολουθούμε την ιστορία ενός νεαρού τούρκου (Μπαρτού Κιουτσουκτσαγκλαγιάν) που με την βοήθεια μιας κούρδης (Εσμέ Μάντρα) βρίσκει τρόπους για να ξεφύγει κάπως από το υπαρξιακό αδιέξοδό του. Είναι 21 ετών φαγάς, άβουλος, άχαρος και εντελώς αδύναμος μέσα στο καταπιεστικό περιβάλλον της οικογένειάς του, κυρίως του πατέρα του.

Η κούρδη δουλεύει σε φαστφουντάδικο και είναι φοιτήτρια. Ουσιαστικά είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να ανοίξει τα φτερά του νεαρού αλλά το ερώτημα είναι κατά πόσο εκείνος μπορεί να επιτρέψει κάτι τέτοιο στον εαυτό του;

Η κινηματογράφηση του Γιουτζέ είναι λιτή και άμεση, ενώ το φιλμ αναδεικνύει εργατικές περιοχές της Κωνσταντινούπολής που δεν βλέπουμε συχνά στον κινηματογράφο. Κάπου αφουγκράζεσαι την παρουσία του «δασκάλου» Νούρι Μπίλγκε Τζεϊλάν το ύφος των ταινιών του οποίου («Κλίματα αγάπης», «Τρεις πίθηκοι») έχει σαφώς επηρεάσει τον Γιουτζέ που όμως με αυτήν την δημιουργία του απέσπασε το Λιονάρι του Μέλλοντος πρώτης ταινίας στο περσινό κινηματογραφικό φεστιβάλ Βενετίας.
Βαθμολογία: 2

Marvel κόμιξ με «σκιές» Αμλετ

Η τρισδιάστατη περιπέτεια φαντασίας «Thor» (ΗΠΑ, 2011) που σκηνοθέτησε ο Κένεθ Μπράνα είναι η κινηματογραφική μεταφορά των κόμιξ της Marvel στα οποία τον πρώτο λόγο έχει ο Thor (Κρις Χέμσγουορθ), υποψήφιος βασιλιάς ενός μακρινού πλανήτη. Ο Thor, μια παραλλαγή του «Θεού του Κεραυνού», ήρωα της σκανδιναβικής μυθολογίας. καταλήγει στη Γη όταν τα «σπάει» με τον πατέρα του (Αντονι Χόπκινς) οπότε ακολουθεί το σώσε, γεγονός στο οποίο συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό του θαυματουργό σφυρί του Thor.

Οι φαν τηςMarvel θα απολαύσουν την ταινία αν και στο είδος της δεν έχει και τόσα πολλά να προσθέσει. Η σεξπιρίζουσα νότα της ταινίας (ο Thor θα μπορούσε να είναι μια παραλλαγή του Αμλετ) οφείλεται στο ότι ο Κένεθ Μπράνα την σκηνοθέτησε, όντας όπως ο ίδιος παραδέχεται μέγας φαν του Thor από τότε που μεγάλωνε στην Ιρλανδία.

Βαθμολογία: 2

Αποκλειστικά στην Ταινιοθήκη
Η «Τρίτη» (2010) του Νίκου Κορνήλιου που με καμάρι πλασάρεται ως ταινία που δεν κόστισε δεκάρα και γυρίστηκε χωρίς σενάριο, περιγράφει μια ημέρα από τη ζωή μερικών ανθρώπων, ως επί το πλείστον νέων, που κυκλοφορούν στην Αθήνα εποχής μας. Η αλήθεια είναι ότι δεν γίνονται και πολλά στην ταινία. Ο Κορνήλιος έχει μια κεντρική ιδέα, την έλλειψη επικοινωνίας που χαρακτηρίζει τις μέρες μας, αλλά βάλε το σενάριο που δεν έχει, βάλε και το ταλέντο που επίσης δεν έχει, δεν ξέρει τι να την κάνει. Το μόνον που έχει είναι τους μαθητές του που παίζουν λες και δίνουν εξετάσεις. Εσωτερικής κατανάλωσης υπόθεση.
Βαθμολογία: 0

Προβάλλεται επίσης η διάρκειας 345’ ταινία – μαμούθ του αντικομφορμιστή βρετανού σκηνοθέτη Πίτερ Γουότκινς «Κομμούνα» («La commuine, 1871», Γαλλία, 2000) που ερευνά την ξακουστή, σύντομη, ρομαντική μα και τραγική περίοδο, όταν οι φτωχοί Παριζιάνοι εργάτες εξεγέρθηκαν ενάντια στην αστική Γαλλική Κυβέρνηση η οποία υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το Παρίσι και να εγκατασταθεί στις Βερσαλλίες.
Βαθμολογία: _

Αξιολόγηση
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη