Ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα ο πρώτος κύκλος ανόδου των επιτοκίων δανείων και καταθέσεων από τις ελληνικές τράπεζες, μετά την ενίσχυση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης στο 1,25%.
Από την πρώτη ανάγνωση των σχετικών ανακοινώσεων των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων δεν προκύπτει οριζόντια αύξηση των επιτοκίων. Κάθε τράπεζα κινήθηκε με βάση τις δικές της ανάγκες και προχώρησε σε επιλεκτικές κινήσεις.
Σε γενικές γραμμές και με εξαίρεση την καταναλωτική πίστη που παρουσιάζει τα μεγαλύτερα ποσοστά καθυστερήσεων, οι τράπεζες έδειξαν αυτοσυγκράτηση.
Μπορεί με τις αλλαγές στα τιμολόγιά τους να πέτυχαν ενίσχυση του επιτοκιακού τους περιθωρίου, ωστόσο οι επιπτώσεις που θα υπάρξουν στη δυνατότητα των νοικοκυριών για την εξυπηρέτηση των οφειλών τους δεν θα είναι σημαντικές.
Ισόποση άνοδο σε σχέση με τα ευρωπαϊκά επιτόκια (EKT, euribor) καταγράφηκε μόνο σε όσα προϊόντα, καταθετικά και χορηγητικά που είναι συνδεδεμένα με αυτά..
Στα υπόλοιπα προγράμματα, οι μεγαλύτερες επιβαρύνσεις εντοπίστηκαν στην καταναλωτική πίστη, ακολούθησαν τα στεγαστικά δάνεια, ενώ οι μικρότερες αυξήσεις παρατηρήθηκαν στις καταθέσεις πρώτης ζήτησης.
Αυξήσεις έως και 75 μονάδες βάσης
Αναλυτικότερα, στα καταναλωτικά δάνεια σημειώθηκαν αυξήσεις έως και 75 μονάδων, δηλαδή τριπλάσιες της ανόδου του επιτοκίου της ΕΚΤ.
Βέβαια, υπήρξαν και τράπεζες που διατήρησαν σταθερά το κόστος δανεισμού στη συγκεκριμένη κατηγορία πίστης, ενώ ελκυστικά παρέμειναν και τα προϊόντα συγκέντρωσης οφειλών.
Στα στεγαστικά δάνεια παρατηρήθηκαν αυξήσεις στα σταθερά επιτόκια που έφτασαν έως και τις 30 μονάδες βάσης, ενώ τα κυμαινόμενα επιτόκια στην πλειονότητα των περιπτώσεων ενισχύθηκαν όσο και τα ευρωπαϊκά.
Σημειώνεται πάντως ότι ορισμένες τράπεζες προχώρησαν σε προς τα πάνω αναπροσαρμογή των περιθωρίων τους στα προγράμματα κυμαινόμενου επιτοκίου, που αφορούν μόνο τις νέες χορηγήσεις.
Στα επιχειρηματικά δάνεια τα περισσότερα προγράμματα είναι συνδεδεμένα με τα διατραπεζικά επιτόκια euribor, τα οποία έχουν αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό από την αρχή του χρόνου, προεξοφλώντας τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ.
Σε υψηλά επίπεδα οι προθεσμιακές
Τέλος στις καταθέσεις ταμιευτηρίου και στους τρεχούμενους λογαριασμούς οι αυξήσεις ήταν περιορισμένες, κινήθηκαν στην πλειονότητα των περιπτώσεων κάτω από τις 20 μονάδες και δεν ξεπέρασαν σε καμία περίπτωση τις 30 μονάδες.
Μικρές αυξήσεις σημειώθηκαν στις προθεσμιακές καταθέσεις, οι αποδόσεις των οποίων βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα λόγω της κρίσης ρευστότητας που πλήττει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι η προσφορά και η ζήτηση για χρήμα έχουν ισορροπήσει σε χαμηλά επίπεδα λόγω της κρίσης.
Ως εκ τούτου επιβαρύνσεις της τάξης των 20 ή 30 ή ακόμη και 50 μονάδων βάσης δεν ανατρέπουν το τοπίο στην αγορά των δανείων.