Αρχικά ακούγεται η φωνή της καθώς μιλάει στα γαλλικά με τους βοηθούς της. Η βαθιά βραχνή φωνή, αυτή που έσπευδαν να ντουμπλάρουν στα πρώτα χρόνια της καριέρας της έως ότου έρθει ο Φελίνι στο «8½» να της τη δώσει πίσω, σε πείσμα όσων έλεγαν ότι «ήταν φωνή άνδρα και όχι γυναίκας». Στη συνέχεια προβάλλει η ίδια πίσω από τα ράφια της βιβλιοθήκης του Γαλλικού Ινστιτούτου. Κομψή, περιποιημένη, στα γκρι και με τα ντεγκραντέ γυαλιά της, αλλά με έκδηλη την ηλικία των 72 χρόνων της. Λαμπερή και, ναι, πανέμορφη, διότι, όπως υποστηρίζει και η ίδια, «η ομορφιά είναι εσωτερική υπόθεση. Εχει να κάνει με την ενέργεια, με τη δύναμη». Τα διαθέτει και τα δύο και τα διαχέει στην ατμόσφαιρα απλόχερα μαζί με τη λάμψη της, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερα εύκρατο κλίμα για τη συνέντευξή μας, μολονότι δίνει τελικά λιγότερα από όσα σε προδιαθέτει. Στην Ελλάδα βρέθηκε για να παραλάβει ένα τιμητικό βραβείο στο πλαίσιο του 12ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, στο οποίο προβλήθηκαν δύο ταινίες με τη δική της συμμετοχή. Η «Θέα στη θάλασσα» της Νικόλ Γκαρσιά, αλλά και το «Νήμα», του τρόπον τινά συμπατριώτη της, του Τυνήσιου Μεχντί Μπεν Ατιά. Αναμφίβολα, δίνει πολλές συνεντεύξεις, εξάλλου στην Ελλάδα βρέθηκε «μετά την Κολονία, τη Σόφια, το Βερολίνο, τη Μόσχα. Ξέρετε, είμαι 53 χρόνια στον κινηματογράφο, οπότε με προσκαλούν παντού για να προωθήσω τις ταινίες μου». Θα θυμηθεί φευγαλέα την ταινία «Απόδραση στην Αθήνα», που γυρίστηκε το 1978 στη χώρα μας, και θα μιλήσει ευγενικά αλλά λίγο αόριστα για τον σπουδαίο πολιτισμό της. Δεν έχει σημασία. Η ανεπιτήδευτη παρουσία της και τα βαθιά εκφραστικά μάτια της, όταν βγάζει τα γυαλιά για να μιλήσει, είναι ένα αξεπέραστο παράδειγμα του πού μπορεί να φτάσει μια γυναίκα όταν καταφέρει να συμφιλιωθεί με τη φύση της.
Πρωταγωνιστείτε στην ταινία «Το νήμα», όπου υποδύεστε τη μητέρα ενός ομοφυλόφιλου ο οποίος της αποκαλύπτει την αλήθεια για τη σεξουαλική του ταυτότητα. Δεδομένου ότι γνωρίζετε πολύ καλά τις κοινωνίες τόσο της Ιταλίας όσο και της Γαλλίας, όπου ζείτε τελευταία, πιστεύετε ότι έχει αλλάξει η σχετική νοοτροπία στις μεσογειακές χώρες;
«Το πρόβλημα είναι ότι σε ορισμένες χώρες η ομοφυλοφιλία είναι ταμπού. Η ταινία, για παράδειγμα, δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη στην Τυνησία. Κυκλοφόρησε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Λος Αντζελες και στο Σαν Φρανσίσκο, την παρουσίασα στην Πολωνία και σε άλλες χώρες. Στην Τυνησία όμως, όταν γύριζα την ταινία, δεν υπήρχε ούτε ένας δημοσιογράφος, γιατί, όπως σας είπα, το θέμα είναι ταμπού. Βασικά αντιμετωπίσαμε προβλήματα, γιατί στην αρχή, όταν έμαθαν ότι θα γυριστεί η ταινία, πήραν τηλέφωνο τον σκηνοθέτη και του είπαν: “Δεν πρόκειται να γίνει”. Μετά, όμως, όταν έμαθαν ότι θα έπαιζα εγώ, δεδομένου ότι γεννήθηκα στην Τυνησία, είπαν: “Εντάξει, θα το κάνετε”».
Τελικά η μητέρα δίνει στον γιο την «ελευθερία» του, γιατί τον αποδέχεται. Στην Ιταλία, όπου η οικογένεια είναι «κτητική» όπως και στην Ελλάδα, τι συμβαίνει; Εχει αλλάξει η νοοτροπία;
«Ναι, είναι γεγονός ότι η οικογένεια στην Ιταλία είναι πολύ κτητική. Εγώ όμως έδωσα ανεξαρτησία στα παιδιά μου από πολύ νωρίς. Ο γιος μου ο Πάτρικ δεν ήταν ούτε 20 ετών όταν έφυγε για να ζήσει στη Νέα Υόρκη, και έμεινε εκεί 15 χρόνια. Στην κόρη μου είχα δώσει αυτήν την ελευθερία από πολύ νωρίς· ήδη από τα 14 της χρόνια ζούσε μόνη της. Οχι μακριά μου, αλλά μόνη της. Πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό να δίνεις ανεξαρτησία στους νέους, γιατί έτσι μαθαίνουν να αναλαμβάνουν ευθύνες. Η οικογένεια είναι πολύ σημαντική για μένα. Εχω στενή σχέση με τη δική μου. Οι γονείς μου έχουν πεθάνει, αλλά ο δεσμός ανάμεσα σε μένα και στα αδέλφια μου είναι πολύ δυνατός. Είμαστε τέσσερα αδέλφια. Η Κλοντ, δηλαδή εγώ, γιατί αυτό είναι το πραγματικό μου όνομα, η αδελφή μου η Μπλανς, ο Μπρουνό και ο Αντριάν».
Οι άνδρες σάς ποθούσαν, όπως όλοι γνωρίζουμε. Οι γυναίκες τι στάση είχαν απέναντί σας;
«Είναι απίστευτο πόσο όμορφη είναι η σχέση που έχω με τις γυναίκες. Ξέρετε, είναι πολλές οι γυναίκες που μου γράφουν γράμματα. Γιατί δεν βλέπουν σε μένα μια αντίπαλο. Ημουν πρόσφατα στην Πολωνία και όλες οι γυναίκες με αγκάλιαζαν, με φιλούσαν. Δεν με βλέπουν ανταγωνιστικά. Είναι μια υπέροχη σχέση».
Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
«Ισως επειδή είμαι ένας φυσιολογικός άνθρωπος».
Πώς μπορεί κάποιος να παραμείνει «φυσιολογικός άνθρωπος» όταν έχει εισπράξει τόσο θαυμασμό στη ζωή του;
«Για να κάνεις αυτήν τη δουλειά πρέπει να είσαι πολύ δυνατός. Αλλιώς χάνεις την προσωπικότητά σου, δεν ξέρεις πια ποιος είσαι. Εγώ πάντα διαχώριζα την ιδιωτική μου ζωή από τη δουλειά μου. Ηθελα πάντα να κρίνομαι για τη δουλειά μου και μόνο για αυτήν. Στην πραγματικότητα, στο Παρίσι όπου μένω, ο κόσμος είναι τόσο καλός μαζί μου. Αν κάποιος με ενοχλήσει στον δρόμο, έρχονται και με υπερασπίζονται, του λένε: “Ασε την ήσυχη!”».
{{{ moto }}}
Ισως επειδή δεν είναι τόσο συχνό να βλέπουν μια σταρ να μην επιδιώκει να καμουφλάρει την ηλικία της ή να την ακούν να δηλώνει: «Ολα μπορείτε να μου τα πάρετε, εκτός από τις ρυτίδες μου», όπως κάνατε εσείς.
«Ναι, γιατί σήμερα όλες σχεδόν κάνουν πλαστικές. Εγώ δεν θέλησα ποτέ να το κάνω. Ποτέ. Γιατί όλες τελικά καταλήγουν να μοιάζουν μεταξύ τους, έχουν το ίδιο στόμα… Πρέπει να αποδέχεσαι την ηλικία σου. Δεν μπορείς να δαμάσεις τον χρόνο. Είναι αδύνατον».
Οι άλλες γυναίκες λοιπόν δεν σας βλέπουν ανταγωνιστικά. Ποια ήταν η σχέση σας όμως με τις άλλες σταρ της εποχής σας, όπως η Σοφία Λόρεν ή η Μπριζίτ Μπαρντό;
«Δεν είχα ποτέ άσχημη σχέση με καμία τους. Για παράδειγμα, όταν έκανα την ταινία “Οι δύο λησταρχίνες σαρώνουν το Γουέστ”, με την Μπριζίτ Μπαρντό, όλοι είχαν τρελαθεί. Η BB με τη CC στην ίδια ταινία! Οι παπαράτσι μάς κυνηγούσαν. Τους είχε συνεπάρει η αντιπαλότητα που πίστευαν ότι θα προέκυπτε ανάμεσα στην “ξανθιά” και στη “μελαχρινή”. Περίμεναν να σκοτωθούμε. Παρ’ όλα αυτά, η σχέση μας ήταν υπέροχη. Δεν υπήρχαν ανταγωνισμοί. Το σημαντικό στον κινηματογράφο είναι να μπορείς να μεταδώσεις συναισθήματα. Δεν έχει και τόσο να κάνει με την ομορφιά. Σημασία έχει αυτό που καταφέρνεις να δώσεις στον θεατή: το συναίσθημα».
Το οποίο, φαντάζομαι, διαποτίζει και τη ζωή σας.
«Εννοείται. Αν είσαι ψυχρή, δεν μπορείς να μεταδώσεις τίποτε. Το σημαντικό είναι να αφήνεις τον κόσμο να έρχεται προς εσένα και να πηγαίνεις και εσύ προς αυτόν. Μου αρέσει να σπάω αυτό το “φράγμα”. Μου αρέσει η “unita”, η ένωση. Να είμαστε μαζί. Στην ένωση υπάρχει η δύναμη».
Τότε, ήσασταν λίγες και πολύ καλές. Σήμερα είναι τόσο πολλές οι γυναίκες σταρ. Πιστεύετε ότι έχουν την ανάλογη στόφα και την ικανότητα τελικά να αντέξουν στον χρόνο;
«Πρώτα απ’ όλα, εμείς είχαμε την τύχη να ζήσουμε μια μαγική στιγμή του κινηματογράφου με όλους αυτούς τους σπουδαίους σκηνοθέτες. Εγώ δούλεψα παντού. Στη Ρωσία, στην Αμερική, στην Αυστραλία. Γύρισα όλον τον κόσμο. Και όπως σας είπα, ήταν μια μαγική, μια χρυσή στιγμή για τον κινηματογράφο».
Απ’ ό,τι διάβασα, πρόκειται να συμπρωταγωνιστήσετε σύντομα με τη Μόνικα Μπελούτσι.
«Οχι, δεν είναι αλήθεια αυτό. Δεν γνωρίζω τίποτε! Κυκλοφόρησε και στις εφημερίδες αυτή η είδηση. Μα για ποια ταινία πρόκειται, εσείς γνωρίζετε κάτι; Κατασκευάζουν ειδήσεις…».
Το διάβασα στο www.imdb.com. Εσείς πάντως συνεργαστήκατε με τον Φελίνι, τον Βισκόντι, τον Λεόνε. Τι πήρατε από τον καθέναν από αυτούς;
«Ο Βισκόντι ήταν πολύ θεατρικός και πάρα πολύ ακριβής. Ο Φεντερίκο Φελίνι ήταν του αυτοσχεδιασμού, δεν υπήρχαν κείμενα, ήταν όλα αυθόρμητα. Ο Σέρτζιο Λεόνε ήταν αυτός που χρησιμοποίησε την κάμερα επάνω στο σώμα. Και έπειτα ήμουν η μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε τόσους άνδρες…».
Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Βέρνερ Χέρτζογκ, έναν ως επί το πλείστον εκκεντρικό σκηνοθέτη, στο «Φιτζκαράλντο»;
«Φανταστική. Τον λατρεύω. Η ευκαιρία που μου δόθηκε να βρεθώ στον Αμαζόνιο! Με τις μαϊμούδες… Για εμένα αυτή η ταινία ήταν η πιο όμορφη περιπέτεια της ζωής μου. Πρόκειται για μια υπέροχη ταινία. Τα πήγαμε πολύ καλά με τον Χέρτζογκ. Είναι ένας πολύ σημαντικός άνδρας. Τον είδα πριν από λίγο καιρό στο Φεστιβάλ του Κολοράντο».
Δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω και για τους άνδρες συμπρωταγωνιστές σας. Γνωρίσατε όλους τους μεγάλους. Ποιος ήταν ο πιο χαρισματικός;
«Ναι, τους γνώρισα όλους! Αλλά ήταν τόσο πολλοί οι χαρισματικοί. Ο Αλέν Ντελόν, ο Ζαν-Πολ Μπελμοντό, ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι. Ο Ροκ Χάντσον ήταν ένας από τους καλύτερους φίλους μου. Ο Στιβ Μακ Κουίν ερχόταν στο σπίτι μου στη Ρώμη, γιατί πήγαινε να δοκιμάσει τη Φεράρι του. Απέκτησα πολλούς φίλους, πολλούς καταπληκτικούς ανθρώπους».
Διατηρήθηκε κάποια από αυτές τις φιλίες;
«Είμαστε πολύ δεμένοι με τον Αλέν Ντελόν».
Το επίθετο της μητέρας σας ήταν Γκρέκο και δεδομένου ότι καταγόταν από το δυτικό μέρος της Σικελίας υπάρχει η περίπτωση να είχε κάποια μακρινή ρίζα στην Ελλάδα;
«Πιστεύω πως ναι. Πιστεύω ότι στην καταγωγή της μητέρας μου υπάρχει ελληνική ρίζα. Γεννήθηκε στην Τρίπολη, που ήταν τότε προτεκτοράτο των Ιταλών. Η οικογένειά της όμως ήταν από το Τράπανι της Σικελίας, οπότε μάλλον υπάρχει ελληνική ρίζα από την πλευρά της».
Υπάρχει πάντως και η τυνησιακή ρίζα, δεδομένου ότι γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στην Τύνιδα. Επιστρέφετε συχνά εκεί;
«Ναι, μου αρέσει. Είναι η γη μου. Τρεις γενιές της οικογένειας γεννήθηκαν εκεί. Επειτα, η Τυνησία όπως και το Μαρόκο είναι μέρη εκπληκτικής ομορφιάς και μου αρέσει να ταξιδεύω εκεί. Τώρα βέβαια πρέπει να περιμένω λίγο για να επιστρέψω».
Πρέπει να περιμένετε την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας;
«Ε, ναι. Θέλουμε να ελπίζουμε».
Πάντως υπάρχει μεγάλο μεταναστευτικό κύμα προς την Ιταλία από την Τυνησία. Το νησί της Λαμπεντούζα έχει βουλιάξει.
«Δεν υπάρχει πια χώρος, 10.000-20.000 άνθρωποι σε ένα μικρό νησί… Δεν ξέρουν πια πού να τους βάλουν. Επιπλέον, η Γαλλία μπλόκαρε τα πάντα γιατί οι Τυνήσιοι μιλάνε γαλλικά και έχουν οικογένειες στη Γαλλία».
Είναι η πολιτική του Σαρκοζί πιο αυστηρή τελικά από αυτήν του Μπερλουσκόνι;
«Κοιτάξτε, η Ιταλία είναι πολύ κοντά στη Βόρεια Αφρική, οπότε υπάρχουν πολλοί Αφρικανοί στη χώρα. Ωστόσο, όπως εμείς οι Ιταλοί έχουμε υπάρξει μετανάστες, πήγαμε στη Νέα Υόρκη και δημιουργήσαμε τη Μικρή Ιταλία, αντίστοιχα πρέπει και να δεχόμαστε τον κόσμο που έρχεται, να τον βοηθάμε. Βέβαια, είναι ήδη πολλοί, δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει».
Υπάρχει και η οικονομική κρίση, που δεν αφήνει πολλά περιθώρια. Εσάς σας έχει επηρεάσει με κάποιον τρόπο;
«Εγώ πλέον δουλεύω κυρίως με σκηνοθέτες που κάνουν την πρώτη τους ταινία. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, τα λεφτά δεν με ενδιαφέρουν καθόλου. Ποτέ δεν με ενδιέφεραν ιδιαίτερα».
Τη γνώμη σας για τον Μπερλουσκόνι θα μου την πείτε;
«Δεν θέλω να ανακατεύομαι με την πολιτική. Συχνά με ρωτάνε τη γνώμη μου για την πολιτική επικαιρότητα και δεν απαντώ ποτέ. Δεν μου αρέσει να εκφέρω άποψη σχετικά, να λέω “μου αρέσει αυτό ή το άλλο”, δεν μου αρέσει να επηρεάζω τον κόσμο. Ο κόσμος είναι ελεύθερος να ψηφίζει όποιον θέλει».
Γιατί δεν αποκτήσατε πιο στενή σχέση με το Χόλιγουντ;
«Εκανα πολλές ταινίες στην Αμερική, ωστόσο ήθελαν να υπογράψω ένα πολύ δεσμευτικό συμβόλαιο. Εγώ όμως είπα “όχι”, γιατί είμαι μια ευρωπαία ηθοποιός».
Σε τι συνίσταται η ιδιότητα της «ευρωπαίας ηθοποιού»;
«Μα είμαι από τη γη τη δική μας… Επειτα, εκεί στην Αμερική ήταν απίστευτη η κατάσταση. Περπατούσα και η αστυνομία με σταματούσε όλη την ώρα. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί ήθελα να περπατάω μόνη μου. Ηθελαν να μου δώσουν σωματοφύλακες. Και εγώ τους είπα όχι!. Εμένα μου αρέσει η ελευθερία».
Τελικά όμως ξενιτευτήκατε, φύγατε από την Ιταλία, για να μείνετε σε μια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, τη Γαλλία, και συγκεκριμένα στο Παρίσι.
«Προέκυψε, γιατί ήθελα να πάει η κόρη μου σε διεθνές σχολείο, γι’ αυτό ήρθα στο Παρίσι. Εκείνη τελικά πήγε στο Λονδίνο και στη Σορβόννη, εγώ ωστόσο παρέμεινα στο Παρίσι».
Ο σύντροφός σας όμως μένει στην Ιταλία.
«Ναι, ο Πασκουάλε Σκουιτιέρι, με τον οποίο έκανα την κόρη μου, μένει στη Ρώμη».
Γιατί είστε εναντίον του γάμου;
«Δεν είναι ότι είμαι άθεη, τουναντίον, είμαι καθολική και πιστεύω στον Θεό. Ισως επειδή έκανα πολλά συμβόλαια στον κινηματογράφο δεν ήθελα να υπογράψω άλλο ένα στην προσωπική μου ζωή…».
Τι είναι αυτό για το οποίο είστε περισσότερο περήφανη στη ζωή σας;
«Μάλλον για την ενέργεια που διαθέτω. Από μικρή ήμουν αγοροκόριτσο. Τσακωνόμουν και δερνόμουν με τα αγόρια, γιατί έπρεπε να αποδείξω ότι η γυναίκα είναι πιο δυνατή».
Και τελικά φθάσατε να γίνετε πρέσβειρα καλής θελήσεως της UNESCO για τα δικαιώματα των γυναικών.
«Ναι, εδώ και καιρό ασχολούμαι με πολλούς οργανισμούς για την αντιμετώπιση του AIDS και για τη φροντίδα των παιδιών της Καμπότζης».
Ποιο πιστεύετε ότι είναι το πιο σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες σήμερα;
«Δυστυχώς, αυτό που είδα στην Αφρική. Το πρόβλημα είναι ότι πολλές γυναίκες που έχουν AIDS δεν παίρνουν μέτρα προφύλαξης και φέρνουν στον κόσμο παιδιά τα οποία είναι άρρωστα».
Μεγάλη η απόσταση που διανύσατε από το νεαρό κορίτσι που πίστευε ότι ήταν άσχημο μέχρι τη μεγάλη γυναίκα που μπορεί να αποδέχεται τον εαυτό της όπως είναι.
«Ναι, πολύ μεγάλη. Εφέτος συμπληρώνονται 53 χρόνια που κάνω αυτήν τη δουλειά. Δεν έχω σταματήσει να δουλεύω. Μετά το “Νήμα” έκανα μία ταινία στην Κωνσταντινούπολη, μία στη Νέα Υόρκη και τώρα έχω να κάνω δύο ταινίες στη Νότια Ιταλία. Είναι αλήθεια, όταν ήμουν μικρή και μου έλεγαν να κάνω σινεμά έλεγα όχι!. Δεν καταλάβαινα τον λόγο για τον οποίο θα έπρεπε να υποκύψω σε αυτό!».
Τότε που θέλατε να γίνετε δασκάλα;
«Ηθελα να γίνω είτε δασκάλα είτε εξερευνήτρια. Ηθελα να ανακαλύψω τον κόσμο. Και τελικά τα κατάφερα…».
* Αυτή η συνέντευξη δημοσιεύτηκε στο ΒΗΜagazino στις 17 Απριλίου 2011.