Με μόλις έναν ηθοποιό επί της οθόνης, τον Σαμ Ρόκγουελ, αλλά και την παγωμένη φωνή του Κέβιν Σπέισι στον «ρόλο» ενός κομπιούτερ, ο βρετανός σκηνοθέτης Ντάνκαν Τζόουνς κατάφερε στα 38 του να δημιουργήσει το «Moon», ένα ολοκληρωμένο φιλμ επιστημονικής φαντασίας που κέρδισε κοινό και κριτικούς όπου κα αν προβλήθηκε.
Δύο χρόνια αργότερα, ο Τζόουνς, γιος του Ντέιβιντ Μπάουι, υπογράφει τη δεύτερη ταινία του ,«Τα Τελευταία 8 Λεπτά» («Source code»), στην οποία πρωταγωνιστεί ο Τζέικ Τζίλενχααλ στον ρόλο ενός πιλότου ελικοπτέρου που ξυπνά μέσα σε ένα επιβατικό τρένο με κατεύθυνση το Σικάγο χωρίς να έχει καμιά ιδέα για το πώς βρέθηκε εκεί. Βρίσκεται στο σώμα ενός άλλου, ζώντας μια ξένη ζωή…
Ο Ντάνκαν Τζόουνς αντλεί εικόνες και ιδέες από ταινίες επιστημονικής φαντασίας παλαιότερων εποχών έχοντας το μυαλό του στραμμένο σε μια σύγχρονη αντίληψη για την επιστήμη και το Διάστημα. «Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή την στιγμή στο Χόλιγουντ ασχολούνται με το τρισδιάστατο θέαμα και ο λόγος που γίνεται αυτό είναι ότι τα ειδικά εφέ, το μόνο πράγμα που μπορούσε ένα στούντιο να παράξει με πρωτοτυπία, κοστίζουν πλέον πολύ λίγο» είχε πει ο Τζόουνς στο «Βήμα» όταν τον συναντήσαμε στην Αθήνα.
«Ο καθένας μπορεί να φτιάξει ειδικά εφέ σπίτι του. Παιδιά τα φτιάχνουν με διαφορετικά προγράμματα. Γυρίζουν τις “σπιτικές ταινίες” τους και εν συνεχεία προσθέτουν εφέ και το αποτέλεσμα είναι θαυμάσιο. Επομένως τα στούντιο χάνουν την πρωτιά στο μόνο πράγμα όπου κάποτε ήταν πρώτα. Πρέπει να βρουν κάτι που δεν μπορεί να κάνει κάποιος άλλος και αυτό το κάτι είναι το 3D. Ετσι όμως οι ευκαιρίες για την επιβίωση της ανεξάρτητης ταινίας επιστημονικής φαντασίας αυξάνονται».
– Ποια είναι η πρώτη ταινία επιστημονικής φαντασίας που θυμάστε να είδατε;
«Η πρώτη που θυμάμαι τον εαυτό μου να βλέπει είναι ο “Πόλεμος των άστρων”. Μπορεί και να μην ήταν η πρώτη. Ημουν πολύ μικρός. Νομίζω ότι μέναμε στην Ελβετία εκείνη την εποχή και ο πατέρας μου ήταν σε θέση να βρει την ταινία σε eumatic, την ίδια περίπου εποχή που ο “Πόλεμος των άστρων” έβγαινε στις αίθουσες. Το λέω και γελάω γιατί οι κασέτες eumatic είναι πλέον δεινόσαυροι της τεχνολογίας. Και τις έχω προλάβει! Είδα λοιπόν την ταινία και ξετρελάθηκα, μπήκα σε έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο…»
– Περιέργως, την εποχή που είδατε τον «Πόλεμο των άστρων», ο πατέρας σας είχε παίξει στον «Ανθρωπο που έπεσε στην γη», επίσης μια ταινία επιστημονικής φαντασίας, αν και πολύ διαφορετική από τον «Πόλεμο των άστρων». – Πότε το αποφασίσατε να ασχοληθείτε με το σινεμά;
«Ναι, μόνον που εκείνη την εποχή ήμουν πολύ μικρός για να την καταλάβω!» – Εκείνη την εποχή είχατε σκεφτεί ότι το μέλλον σας θα μπορούσε να είναι ο κινηματογράφος και μάλιστα το είδος της επιστημονικής φαντασίας;
«Ούτε κατά διάνοια. Το αστείο είναι ότι δεν μου πέρασε από το μυαλό ούτε όταν άρχισα να γυρίζω μικρού μήκους ταινίες κινουμένων σχεδίων μαζί με τον πατέρα μου – κάτι που θα μπορούσε άνετα να με οδηγήσει στην κινηματογραφική δημιουργία. Νομίζω ότι τελικά η επιρροή που ασκήθηκε από τον πατέρα μου ήταν μεγάλη· εκείνος με μύησε στην επιστημονική φαντασία. Μου πρότεινε να διαβάσω κάποια βιβλία, μου έδειχνε ταινίες που πίστευε ότι θα με ενδιαφέρουν. Μεγάλωσα μαζί του γιατί οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν πάρα πολύ μικρός. Του οφείλω πολλά… Το “είναι” μου. Ωστόσο σε εκείνη την ηλικία δεν έκανα κανέναν συσχετισμό, δεν είχα κανένα σχέδιο για το μέλλον στο μυαλό μου».
«Αρκετά αργότερα, ενώ είχα πια μεγαλώσει. Ο πατέρας μου εργαζόταν στον κινηματογράφο και ορισμένες φορές επισκεπτόμουν τους χώρους των γυρισμάτων. Θυμάμαι τον “Λαβύρινθο”, για παράδειγμα. Αρχισα να συνηθίζω να βρίσκομαι στα σετ και πολλές φορές μου έδιναν να κάνω μικροδουλειές. Τότε άρχισα να μαθαίνω λίγο παραπάνω για αυτήν τη δουλειά. Τελικά η επιρροή που ασκήθηκε από τον πατέρα μου ήταν μεγάλη». – Ποια είναι η γενικότερη άποψή σας για την εξέλιξη του είδους της επιστημονικής φαντασίας τα τελευταία 10 -15 χρόνια;
«Επεσε προσφάτως στα χέρια μου ένα θαυμάσιο γράμμα του Φίλιπ Κ. Ντικ προς την ομάδα παραγωγής του “Μπλέιντ Ράνερ” (σ.σ. το “Μπλέιντ Ράνερ” είναι μεταφορά του μυθιστορήματος “Το ηλεκτρικό πρόβατο” του Ντικ). Είχε μόλις δει κάποιες από τις πρώτες σκηνές που είχαν κινηματογραφηθεί και τον είχαν εντυπωσιάσει. Είπε “αυτό δεν είναι ταινία επιστημονικής φαντασίας αλλά μια φουτουριστική ταινία”. Και στη συνέχεια έκανε μια λίστα από αποσπάσματα κριτικών που είχε δεχτεί ο ίδιος ως συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας. Ηταν όλες ίδιες. Ελεγαν ότι η επιστημονική φαντασία είναι παραπλανητική, ότι δεν έχει βάσεις και ότι δεν προσπαθεί να κάνει κάτι καινούργιο. Προφανώς έκαναν λάθος. Νομίζω ότι αυτή την εποχή υπάρχει μεγάλη προοπτική λόγω του ενδιαφέροντος που προκαλεί η επιστημονική φαντασία. Αρκεί να μην επιτρέψουμε στον εαυτό μας να “κολλήσει” στην ρουτίνα της επανάληψης».
Η ταινία «Τα τελευταία οκτώ λεπτά» θα προβάλλεται στις αίθουσες Αθήνας και Θεσσαλονίκης από την Κυριακή του Πάσχα