Και ξανά προς τη δόξα τραβά
«Το Ιδρυμα» της ομάδας Αb Οvo σε σκηνοθεσία Γιάννη Σαρακατσάνη στον πολυχώρο Βios
Η θεατρική ομάδα στήνει μια σύγχρονη επιθεώρηση και σατιρίζει την Ελλάδα της κρίσης με οξύνοια, χιούμορ, ευρηματικότητα και τρυφερότητα
Μπορεί η Ελλάδα να γίνει καλύτερη χώρα; Μπορεί ο Ελληνας να γίνει καλύτερος πολίτης; Ο Γιόχαν Ρapadakis είναι επικεφαλής ενός Ιδρύματος που έχει σκοπό να βοηθήσει τους Ελληνες να αντιληφθούν τη μοναδικότητα της περίπτωσής τους. Γιατί το Ιδρυμα αγαπά την Ελλάδα, μας βεβαιώνει ο κ. Ρapadakis.
Και ας είναι μια χώρα αμόρφωτων νάρκισσων τεμπέληδων που αψηφούν τους κανόνες και την εξουσία προκειμένου να κάνουν πάντα το δικό τους: οι Αb Οvo ξεσπαθώνουν. Η θεατρική ομάδα στήνει μια σύγχρονη επιθεώρηση και σατιρίζει την Ελλάδα της κρίσης με οξύνοια, χιούμορ, ευρηματικότητα και τρυφερότητα. Η βασική σύλληψη βρίσκει τους πρωταγωνιστές – εκπροσώπους του Ιδρύματος να παραδίδουν ειδικό σεμινάριο με στόχο να μας επισημάνουν – εμάς το κοινό, τους Ελληνες – τα ελαττώματά μας και να μας βοηθήσουν να τα καταπολεμήσουμε. Τα δραματοποιημένα «μαθήματα» εστιάζουν κάθε φορά σε άλλη πτυχή της αθάνατης ελληνικής ψυχής. Ετσι παρακολουθούμε π.χ. τον έλληνα πίθηκο Παντελή να επινοεί δεκάδες διαφορετικούς τρόπους για να ανάψει τσιγάρο παρά τη ρητή απαγόρευση του Ιδρύματος. Τα δεκάδες ηλεκτροσόκ δεν τον πτοούν. Ακολουθούν ο αιώνιος Γαύρος που ζει και αναπνέει για τον Ολυμπιακό, ο αμετανόητος συνδικαλιστής ναύτης που «διεκδικεί και ματώνει» από τα χρόνια της Κίρκης ως σήμερα, ο καθηγητής στο ΤΕΙ Νιχρίτας που βολεύει τα δικά του «παιδιά», η νέα γενιά που νομίζει ότι το μνημόνιο είναι συμβόλαιο θανάτου και όλοι θα πεθάνουμε κ.ο.κ.
Τα επεισόδια του «σεμιναρίου» είναι άλλα λιγότερο άλλα περισσότερο επιτυχημένα (προσωπικά ξεχωρίζω τις «Σκοτεινές δυνάμεις», τον «Ελληνα ναύτη» και τις «Κυλιόμενες σκάλες»), όλα όμως έχουν τη θέση τους σε αυτό το πολυμορφικό κολλάζ που περιλαμβάνει ακόμη και ποιητικό διαγωνισμό για τους ανήσυχους θεατές. Πράγματι, ο αυτοσχεδιασμός αποδεικνύεται ένα από τα ισχυρά ατού της ομάδας, η οποία ανταποκρίνεται με τρομερή ευελιξία στις εκάστοτε προκλήσεις διατηρώντας αλώβητο το κωμικό πνεύμα της βραδιάς. Το τελευταίο επεισόδιο, με τον «πυρηνικό» επιχειρηματία Οδυσσέα Σκέντερη να σώζει την Ελλάδα, προκύπτει μάλλον το πιο αδύναμο, και ως αποτέλεσμα η παράσταση κλείνει ελαφρώς ξέπνοη. Πρόβλημα μικρό, που διορθώνεται εύκολα, ειδικά όταν το σύνολο αναδύεται τόσο ζωντανό, τόσο ευχάριστο και τόσο διασκεδαστικό.
>>>> ΒΙΟS, Πειραιώς 84, Γκάζι. Κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Τηλέφωνο: 210 3425335
Χωρίς προφυλάξεις
«Η γυναίκα της Πάτρας», μονόλογος του Γιώργου Χρονά σε σκηνοθεσία Λένας Κιτσοπούλου στο θέατρο Βασιλάκου
Αυτό το σώμα, όσο και αν έχει χαρεί, όσο και αν έχει πονέσει, όσο και αν έχει παρακμάσει τώρα πια, δεν μετανιώνει για τίποτε
Μια ζωή απίστευτη είναι αυτή της πόρνης Πανωραίας από την Πάτρα. Ενας μαραθώνιος ερωτικών πράξεων με όλες τις φυλές, σε όλες τις στάσεις, σε κάθε πιθανή τοποθεσία.
Μια ζωή γεμάτη ηδονές, αλλά ακόμη πιο γεμάτη οδύνες: «συνέχεια θάνατοι» όπως λέει. Των γονιών της, των αδελφών της, των παιδιών της. Αποβολές και εκτρώσεις με κουτάλες και άλλα αφύσικα μέσα. Κακοποίηση, και φυσικά ταπείνωση: «Το κεφάλι μου είναι γεμάτο ρόζους από το ξύλο, δεν περνάει τσατσάρα μες στο κεφάλι μου, απ΄ τις γαμιόλες που δούλευα, που πήγαινα και τους ξεβρώμιζα την κοινωνία, που με σκοτώνανε, με βρίζανε, βλάχα, πατσαβούρα, πουτάνα, και μ΄ έβαλε μια φορά μία με τη γλώσσα να καθαρίσω τις κουτσουλιές απ΄ τα πιτσούνια. Με τη γλώσσα».
Η ωραία Πανωραία όμως δεν πτοείται. Αυτό είναι το πιο καταπληκτικό επάνω της. Και αυτό είναι που διαπερνάει την ερμηνεία της Ελένης Κοκκίδου σαν ηλεκτρικό ρεύμα. Η αίσθηση ότι αυτό το σώμα, όσο και αν έχει χαρεί, όσο και αν έχει πονέσει, όσο και αν έχει παρακμάσει τώρα πια, δεν φοβάται τίποτε, δεν μετανιώνει για τίποτε. Η Πανωραία της Κοκκίδου είναι υπερβολική, αν η ίδια η ζωή είναι υπερβολική. Η ενέργεια που εκπέμπει απειλεί να μας καταπιεί όλους: η ορμή της, η ζωντάνια της, το πάθος της είναι αδηφάγα, πλημμυρίζουν τη σκηνή, μια θάλασσα αναμνήσεων, αποκαλύψεων, χωρίς ντροπή αλλά με περηφάνια. Με κομμένα αφτιά, κομμένες φτέρνες, αλλά παραδόξως ολόκληρη. Η ηθοποιός τα δίνει όλα: ανεβάζει στη διαπασών το ερμηνευτικό της μένος, πετάει στην άκρη κάθε υποψία μελοδραματισμού και δεν αφήνει τίποτε όρθιο. Νομίζεις ότι δεν θα σταματήσει ποτέ να μιλάει, ότι όσο πιο πολύ μιλάει τόσο περισσότερο φορτίζονται οι μπαταρίες της. Η αστείρευτη ενέργειά της μοιράζεται απλόχερα σε όλους, σπαταλιέται, χωρίς προφυλάξεις, χωρίς επιφυλάξεις, χωρίς περιορισμούς: να καεί παρά να ξεθωριάσει, όπως αναφέρει και ο Νιλ Γιανγκ.
Προσπαθώντας να οριοθετήσει το παραλήρημα με μικρές χαριτωμένες «στάσεις» η σκηνοθέτις εφευρίσκει διαρκώς ανούσια τεχνάσματα για να εικονογραφήσει τον κόσμο και τον ψυχισμό της ηρωίδας. Η Βουγιουκλάκη και ο Παπαμιχαήλ στην τηλεόραση που η Πανωραία παρακολουθεί παπαγαλίζοντας τις ατάκες, οι παραμορφωτικοί καθρέφτες που χρησιμοποιούνται για τριών λεπτών εφέ και μετά εξαφανίζονται, ένας τύπος με περούκα και γόβες που σουλατσάρει αμήχανα, ένα πέρασμα επάνω σε καροτσάκι, μια τιάρα, μερικά γαρίφαλα και ό,τι άλλο θα χρησιμοποιούσε ο πιο απλοϊκά σκεπτόμενος άνθρωπος για να βάλει «χρώμα» σε έναν ήδη εκτυφλωτικά πολύχρωμο λόγο.
>>>> Θέατρο Βασιλάκου, Προφήτη Δανιήλ 3 και Πλαταιών, Μεταξουργείο. Τηλέφωνο: 210 3467735
Μ’ αγαπά, δεν μ’ αγαπά
«Γλυκιά Οφηλία» σε σύλληψη- σκηνοθεσία Ιωάννας Ρεμεδιάκη και κείμενα Σαίξπηρ (αποσπάσματα «Αμλετ» σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά) και των ηθοποιών, στο Κινητήρας Studio
Τέσσερις γυναίκες, ένα παγκάκι, ένα μπαλάκι του τένις και πολύ πράσινο: η παιδικότητα συναντά την οικολογία
Από όλα τα θύματα του Αμλετ η Οφηλία είναι το πιο αδικοχαμένο. Είναι ο δικός της πνιγμός αυτός που ρίχνει τη μεγαλύτερη σκιά στον κορυφαίο ρομαντικό ήρωα της δυτικής λογοτεχνίας. Αν μπορούμε ως ένα σημείο να δικαιολογήσουμε το εκδικητικό του μένος απέναντι στον Κλαύδιο ή τη Γερτρούδη, στην περίπτωση της Οφηλίας, η οποία του προσφέρει μονάχα αμέριστη, τυφλή αφοσίωση, μας κυριεύει θλίψη. Η βάναυση απόρριψη που της επιφυλάσσει ο αγαπημένος της ανοίγει την πόρτα στην τρέλα και τελικά στον θάνατο.
«Στην αγάπη και στη μοίρα της Οφηλίας δεν διαγράφεται ένα στοιχείο βαθιάς τραγωδίας αλλά σπαρακτικής ομορφιάς και αυτό κάνει την ανάλυση του χαρακτήρα της να μοιάζει σχεδόν με βεβήλωση» έγραφε το 1904 ένας άλλος ρομαντικός, ο Αντριου Σ. Μπράντλεϊ. Δεν θα υπήρχε τίποτε πιο βαρετό, νομίζω, από μια παράσταση με θέμα την ηρωίδα η οποία θα επιχειρούσε να την ψυχαναλύσει ή ακόμη μια παράσταση που θα απέδιδε μελοδραματικά τον ανανταπόδοτο έρωτα της έφηβης και την άδοξη κατάληξή του στα ψυχρά νερά του ποταμού. Σε αυτές ακριβώς τις παγίδες αρνείται να πέσει η σκηνοθέτις Ιωάννα Ρεμεδιάκη. Η «Γλυκιά Οφηλία» δεν μένει στις σκοτεινές πτυχές της ερωτικής ιστορίας. Διατηρεί την ψυχραιμία της και υιοθετεί ύφος ανάλαφρο, χαριτωμένο, καθημερινό. Οταν αναφέρεται στη μητέρα της άτυχης κόρης το κάνει χιουμοριστικά: «Η Οφηλία δεν έχει μαμά. Αν είχε, θα υπήρχε κάποιος να την πάρει αγκαλιά».
Στη σκηνική αφήγηση κυριαρχούν τα λουλούδια και τα φυτά. Οι γαζίες εξάλλου πρωταγωνιστούν και στο οπτικό μας πεδίο σε φυσικό μέγεθος, εφόσον τις βλέπουμε φωτισμένες μέσα από τεράστια παράθυρα καθ΄ όλη τη διάρκεια της παράστασης. Τα πρωτότυπα διαλογικά μέρη ανάμεσα στον Αμλετ και στην Οφηλία εναλλάσσονται σε ελεύθερη ροή με σύγχρονες μικρές εξιστορήσεις, αναμνήσεις των ηθοποιών από τη χαμένη Αρκαδία των παιδικών τους χρόνων: βόλτες σε ξέφωτα κάτω από τα πεύκα, κυνηγητό στο λεμονόδασος, σκαρφάλωμα στη συκιά. «Χρειάζεται χρόνος για τη σπορά, την καλλιέργεια και τη θρέψη της επιθυμίας», όπως σωστά επισημαίνεται, χρόνος που δεν δόθηκε ποτέ στην άπειρη ηρωίδα. Στον δικό της κήπο όλα πάγωσαν όταν χτύπησε το πένθος του Αμλετ.
Τέσσερις γυναίκες, ένα παγκάκι, ένα μπαλάκι του τένις και πολύ πράσινο: η παιδικότητα συναντά την οικολογία καθώς οι ηθοποιοί βγαίνουν για λίγο στην πίσω αυλή της θεατρικής αίθουσας για να εντάξουν τις ακακίες στη δράση. Με την ίδια παιγνιώδη διάθεση εξάλλου αναπλάθουν τις επιστολές που θα μπορούσε να είχε στείλει η Οφηλία στον καλό της («Πρέπει να σ΄ αφήσω τώρα, έχουμε να ετοιμάσουμε τα πράγματα του Λαέρτη για τη Γαλλία») ή ονειρεύονται ένα εντελώς διαφορετικό, ρόδινο τέλος στη σχέση των εραστών, που τους θέλει να γυρνάνε τον κόσμο μαζί και να πεθαίνουν αγαπημένοι στα βαθιά γεράματα.
>>>> Κινητήρας Στούντιο, Ερεχθείου 22, Ακρόπολη. Τηλέφωνο: 210 9248328.