Στα 461 εκατ. ευρώ υπολογίζει η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ) την επιβάρυνση που θα προκύψει για νοικοκυριά, ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρήσεις από την πρώτη αύξηση του βασικού επιτοκίου του ευρώ κατά 0,25% μετά από σχεδόν δύο χρόνια.
Σύμφωνα με την ίδια ανάλυση, εάν επαληθευτούν οι προβλέψεις των αναλυτών για άνοδο του ευρωεπιτοκίου στο 1,75% από 1,25% σήμερα έως και το τέλος του χρόνου, το κόστος για την οικονομία θα ξεπεράσει τα 1,90 δισ. ευρώ.
Η ΕΣΕΕ σημειώνει ότι κάθε αύξηση του βασικού επιτοκίου κατά 0,25% θα επιβαρύνει μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις με 348 εκατ. ευρώ ετησίως.
Παράλληλα επισημαίνεται ότι αντίστοιχα με την αύξηση του επιτοκίου της ΕΚΤ στο 1,25%, στα υψηλότερα επίπεδα των δύο τελευταίων ετών κινείται ο παρεμβατικός διατραπεζικός δείκτης Euribor 3μηνου που ξεπέρασε το 1,5%, επιβαρύνοντας σημαντικά τα δάνεια κυμαινομένου επιτοκίου διαμορφώνοντας το μέσο επιτόκιο των στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων υψηλότερα του 11% και των επιχειρηματικών πολύ ακριβότερα του 6%.
Ο ιδιωτικός δανεισμός τον Φεβρουάριο του 2011 διαμορφώθηκε στα 257 δισ. ευρώ, εκ των οποίων οι επιχειρήσεις έχουν δανειστεί 123 δισ. ευρώ, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και ατομικές εταιρίες 17 δισ. ευρώ και τέλος τα νοικοκυριά 117 δισ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, από το σύνολο των επιχειρηματικών δανείων το εμπόριο έχει δανειστεί τα περισσότερα φτάνοντας τα 25,1 δισ., ενώ ακολουθούν η βιομηχανία με 24,7 δισ., η ναυτιλία με 17,4 δισ., οι ελεύθεροι επαγγελματίες με 16,5 δισ., οι κατασκευές 11,1 δισ., ο τουρισμός 7,3 δισ., τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα 6,4 δισ., οι επιχειρήσεις ενέργειας 5,3 δισ., η γεωργία 2 δισ. και οι υπόλοιπες δραστηριότητες περίπου 23,5 δισ.
Τριπλό χτύπημα στην αγορά
Η ΕΣΕΕ κάνει λόγο για νέο αυτό τριπλό χτύπημα στην αγορά σηματοδοτεί μια νέα εποχή ακριβότερου χρήματος.
Την επιβάρυνση των εξαντλημένων επιχειρήσεων και τη μείωση της κατανάλωσης λόγω αύξησης των δόσεων των νοικοκυριών, έρχεται να συμπληρώσει η επιδείνωση της ήδη τραγικής κατάστασης έλλειψης ρευστότητας, αφού οι χορηγήσεις νέων δανείων, εκτός από ελάχιστες θα είναι κατά πολύ ακριβότερες.
Οι έμποροι τονίζουν στην ανακοίνωσή τους ότι έντονη ανησυχία προκαλεί η αύξηση του επιτοκίου, αφού στα 2/3 των ιδιωτικών δανείων που εξοφλούνται με κυμαινόμενο επιτόκιο είναι αναμενόμενο ότι θα προκληθεί μεγαλύτερη ασυνέπεια μη εξυπηρετούμενων δανείων και κατά συνέπεια η αύξηση των επισφαλειών των τραπεζών θα ξεπεράσει τα 31 δισ. και το 12% των μέχρι σήμερα προβλέψεων.
«Αν κάποιος επιχειρήσει να αποκομίσει μια εικόνα από τις επιπτώσεις στις δανειακές ανάγκες της χώρας μας για την περίοδο 2011-2015, υπολογίζοντας ότι τα τοκοχρεολύσια εξυπηρέτησης του δημόσιου xρέους, φθάνουν την επόμενη 5ετία τα 231 δισ. ευρώ, θα διαπιστώσει ότι τα νούμερα “καίνε” πολύ περισσότερο από αυτά του ιδιωτικού δανεισμού» υποστηρίζει η ΕΣΕΕ.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι η επιβάρυνση του Ελληνικού Δημόσιου από την υφιστάμενη αύξηση 0,25% του επιτοκίου δανεισμού, ξεπερνά το 1 δισ. ετησίως, ενώ η εκτιμώμενη αύξηση του 0,75% για το 2011 μεταφράζεται σε 3 δισ. ετησίως, εξανεμίζοντας μέσα στην επόμενη 2ετία τη μείωση του επιτοκίου των 110 δισ. κατά 100 μονάδες βάσης.
«Το ελληνικό εμπόριο αναμφισβήτητα διανύει την χειρότερη περίοδο της μακράς ιστορίας του και εκτός από την αύξηση των ευρωεπιτοκίων, τη μείωση της κατανάλωσης, την έλλειψη ρευστότητας, πλήττεται ακόμη περισσότερο από τις συνεχείς συζητήσεις και τα εφιαλτικά σενάρια για αναδιάρθρωση του χρέους, για “κούρεμα”, για επιμήκυνση και για διάφορες παραλλαγές τους» τονίζει η ΕΣΕΕ.
Η Συνομοσπονδία καλεί την ελληνική κυβέρνηση να μην περιορίζεται επί του παρόντος μόνο σε διαψεύσεις της φημολογίας περί αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, αλλά να αποκλείσει οριστικά το ότι δεν πρόκειται να λάβει την πολιτική απόφαση της αναδιάρθρωσης και να βάλει τέλος στα διάφορα σενάρια για το χρέος που φυγαδεύουν τις καταθέσεις από τις ελληνικές τράπεζες και συντηρούν το κλίμα αβεβαιότητας στην αγορά.