Τι σας αρέσει να κάνετε όταν πηγαίνετε βόλτα στην εξοχή; Να αγναντεύετε τη θέα τριγύρω; Να ακούτε τα πουλάκια να τιτιβίζουν; Να χαλαρώνετε; Να συγκεντρώνεστε στα βήματά σας; Ή να σκέφτεστε διάφορα άσχετα, για τη δουλειά και για την καθημερινότητα; Και να τα συζητάτε με τον συνοδοιπόρο σας;
Τις προάλλες πήγα μία βόλτα χεράκι – χεράκι με το γιο μου στην εξοχή. Και παρατήρησα πόσο δύσκολο είναι για μένα να απολαύσω τη φύση και τη θέα, και συνεπώς να ξεκουραστώ. Συνεχώς σκέφτομαι κάτι, που τις περισσότερες φορές έχει να κάνει με κάποια ευθύνη ή υποχρέωση, ενώ κάποιες άλλες «φιλοσοφώ» και αναλύω ακατάπαυστα διάφορα θέματα. Κι όταν μπω στη διαδικασία του να «επανέλθω» στην πραγματικότητα, το πρώτο που μπαίνω σε διαδικασία να κάνω είναι να μιλήσω στον διπλανό μου.
Κι εκείνη την ημέρα γύρισα να μιλήσω στο γιο μου. Ο οποίος απάντησε, αλλά σχεδόν… από καθήκον. Επέμενα, και ρωτούσα για άλλη μια φορά ανούσια και τετριμμένα, μέχρι που γύρισε και με κοίταξε και έσφιξε το χέρι μου. Ήταν σαν να μου έλεγε «αφήσου για μια φορά επιτέλους και τουλάχιστον μη μου χαλάς τη βόλτα μου, προωθώντας πάλι τον δικό σου… «φυσιολογικό» τρόπο!»
Ήταν η πρώτη φορά, που μπήκα στη διαδικασία να δω τη ζωή γύρω με τα μάτια του. Άκουγα, κοιτούσα, μύριζα, ακουμπούσα, αισθανόμουν. Και το μόνο που έκανα ήταν να σφίγγω συχνά το χέρι του.
Τελικά, για πρώτη φορά από τότε που ήμουν παιδί, νομίζω πως ξεκουράστηκα και χάρηκα τη βόλτα στην εξοχή. Και ένιωσα πολύ μεγαλύτερη σύνδεση με το περιβάλλον αλλά και με το παιδί μου.
Και μετά λέμε πως οι άνθρωποι που βρίσκονται στο φάσμα του Αυτισμού έχουν δυσκολίες στη σύνδεση με τους άλλους γύρω τους. Ενώ όλοι οι υπόλοιποι μπορούν…