Δύο οδηγοί – μια γυναίκα και ένας άνδρας – εμπλέκονται σε ένα πολύ σοβαρό τροχαίο.
Τα δύο οχήματα καταστρέφονται ολοσχερώς, αλλά οι δυο τους ως εκ θαύματος δεν τραυματίζονται. Αφού καταφέρουν να βγουν από τα συντρίμμια, ο άνδρας αρχίζει να βρίζει τις γυναίκες οδηγούς.
Εκείνη τον διακόπτει: «Λοιπόν, είσαι άντρας, είμαι γυναίκα. Αυτό έχει ενδιαφέρον. Κοίταξε τα αυτοκίνητά μας. Δεν έχει μείνει τίποτα, αλλά δεν τραυματιστήκαμε. Πρέπει να είναι σημάδι από τον Θεό, ότι πρέπει να τα βρούμε και να ζήσουμε πλέον εν ειρήνη».
«Εχεις δίκιο, είναι σημάδι» απαντά κολακευμένος, για να συμπληρώσει αμέσως: «Αλλά ακόμα φταις. Πρέπει να απαγορευτεί στις γυναίκες να οδηγούν».
«Α, κοίτα, ακόμα ένα θαύμα. Το αυτοκίνητό μου διαλύθηκε αλλά το κρασί που είχα μαζί μου έμεινε άθικτο. Σίγουρα ο Θεός θέλει να το πιούμε γιορτάζοντας την καλή μας τύχη». Και δίνει στον άνδρα το μπουκάλι.
Εκείνος, γνέφοντας ότι συμφωνεί, πίνει το μισό κρασί και της ξαναδίνει το μπουκάλι. Η γυναίκα το κλείνει και του το επιστρέφει.
«Δεν θα πιεις;» τη ρωτάει.
«Οχι. Εγώ απλώς θα περιμένω την Tροχαία».