Αυτός, αυτός και η μυστήρια

Δύο φίλοι, απομονωμένοι σε κάποια ειδυλλιακή ελληνική παραλία, φυτεύουν μπανάνες με βοηθητικά χέρια από την Αλβανία, αποφασισμένοι να ζήσουν σαν ερημίτες. Ο ένας είναι το μυαλό, ο άλλος η δύναμη. Το μυαλό είναι ο Ορφέας Αυγουστίδης , που παρ΄ ότι εμφανίσιμος και ωραίος τύπος δεν έχει θάρρος με τις γυναίκες και για να πείσει πρέπει να χρησιμοποιήσει περισσότερο το στόμα απ΄ ό,τι το σώμα. Η δύναμη είναι ο Αποστόλης Τότσικας που, ακόμη πιο εμφανίσιμος, ακόμη πιο ωραίος, με την πρωτόγονη ομορφιά και την αλαζονική σιγουριά του μπορεί και φέρνει εκεί που θέλει όποια γυναίκα γουστάρει.

Δύο φίλοι, απομονωμένοι σε κάποια ειδυλλιακή ελληνική παραλία, φυτεύουν μπανάνες με βοηθητικά χέρια από την Αλβανία, αποφασισμένοι να ζήσουν σαν ερημίτες. Ο ένας είναι το μυαλό, ο άλλος η δύναμη. Το μυαλό είναι ο Ορφέας Αυγουστίδης , που παρ΄ ότι εμφανίσιμος και ωραίος τύπος δεν έχει θάρρος με τις γυναίκες και για να πείσει πρέπει να χρησιμοποιήσει περισσότερο το στόμα απ΄ ό,τι το σώμα. Η δύναμη είναι ο Αποστόλης Τότσικας που, ακόμη πιο εμφανίσιμος, ακόμη πιο ωραίος, με την πρωτόγονη ομορφιά και την αλαζονική σιγουριά του μπορεί και φέρνει εκεί που θέλει όποια γυναίκα γουστάρει. Ολα κυλούν μέλι- γάλα στη ζωή των δύο φίλων, ως τη στιγμή που στην παραλία εμφανίζεται η γυναικάρα απ΄ τα ξένα (η φινλανδή ηθοποιός Πίλα Βιτάλα ) και τα προβλήματα αρχίζουν… Ενώ αρχικώς τα «υλικά» παραπέμπουν σε πιλότο τηλεοπτικής σειράς του Χριστόφορου Παπακαλιάτη (θυμάστε το «4»;), σύντομα αντιλαμβάνεσαι ότι το έργο της Λάγιας Γιούργου έχει κινηματογραφική υπόσταση. Στην ουσία, η σκηνοθέτις αναμοχλεύει εκ νέου ιδέες από παρελθούσες ταινίες της, όπως για παράδειγμα τη «Λιούμπη», στην οποία και πάλι μια ξένη προκαλούσε θύελλα στο σπίτι μιας ελληνικής οικογένειας (σε εκείνη την περίπτωση ήταν υπηρετικό προσωπικό). Οσο κλειστή σε ένα διαμέρισμα όμως ήταν η «Λιούμπη», άλλο τόσο ανοιχτός στις ομορφιές της Κρήτης είναι ο «Κόκκινος ουρανός», όπου η «εισβολέας» δεν είναι οικονομική μετανάστις από χώρα της πρώην Ανατολικής Ευρώπης αλλά γερμανίδα τουρίστρια (τυχαία Γερμανίδα άραγε;), η οποία επαγγέλλεται graphic designer και έχει το τουπέ της κοσμοπολίτισσας, που σημαίνει ότι δεν θα επιτρέψει στον εαυτό της να εξαρτηθεί από κανέναν. Ούτε από τη δύναμη του παλικαρά αλλά ούτε και από το μυαλό του «κουλτουριάρη».
Η Λάγια Γιούργου έχει κάνει καλή δουλειά στους διαλόγους, στην αρχιτεκτονική των φυσικών χώρων αλλά και στους χαρακτήρες που οι τρεις βασικοί ηθοποιοί υποδύονται παίζοντας χωρίς τις υπερβολές που συνηθίζονται στις ερωτικές- κυρίως- σκηνές των ελληνικών ταινιών. Για την ακρίβεια, νιώθεις ότι το παίξιμό τους είναι συνυφασμένο με την καλοκαιρινή χαλαρότητα της ιστορίας, αλλά και με το γεγονός ότι ο «Κόκκινος ουρανός» γυρίστηκε καλοκαίρι. Σαν διακοπές. Ας επισημανθούν επίσης και κάποιες επί μέρους λεπτομέρειες που λειτουργούν υπέρ της ταινίας, όπως για παράδειγμα οι παράλληλες σκηνές με τα τρία πρόσωπα που τσακώνονται για τα ερωτικά τους στο καφενείο, την ώρα που ο αλβανός βοηθός (Λαέρτης Βασιλείου) είναι ο μόνος που ενδιαφέρεται για την επιχείρηση κλείνοντας συμφωνία με τον «γύφτο» που αγοράζει το εμπόρευμα.
Εν ολίγοις ένα ευπρεπές σύνολο το οποίο θα ήταν πολύ καλύτερο αν στη θέση του απότομου και μάλλον πρόχειρου φινάλε βρισκόταν κάτι που ενδεχομένως θα απογείωνε την ταινία.
gzoump@tovima.gr
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.