Η Ηρώ Σουγιούλ ήταν μικρό κοριτσάκι την πρώτη φορά που η μητέρα της την πήρε από το χέρι μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της Μαρία και τις πήγε στο περίφημο βαριετέ «Οασις» του Ζαππείου να ακούσουν τον πατέρα τους να παίζει μουσική. «Ηταν λίγο πριν από τον πόλεμο και η Αθήνατότεπολύ διαφορετική.Γεμάτη λουλούδια και νεοκλασικά κτίρια» αφηγείται σήμερα η δευτερότοκη κόρη του συνθέτη, ο οποίος έγραψε σε όλα τα μουσικά είδη και σφράγισε μια ολόκληρη εποχή.
«Θυμάμαι πόσο με είχε εντυπωσιάσει η ατμόσφαιρα. Κόσμος πολύς, ωραίες εικόνες και ο Μίμης Τραϊφόρος να παρουσιάζει τη βραδιά» . Κάποια στιγμή βγήκε στη σκηνή η ορχήστρα με μαέστρο τον Μιχάλη Σουγιούλ. Οταν τελείωσε το πρόγραμμα, εκείνος υποκλίθηκε βαθιά στο κοινό. «Τότε» θυμάται η Ηρώ Σουγιούλ «έσκυψα και είπα στο αφτί της αδελφής μου:“Μαρία, ο μπαμπάς πρέπει να είναι πολύ σπουδαίος άνθρωπος”».
Ο θαυμασμός και η λατρεία για τον πατέρα της τη συνόδευαν έκτοτε σταθερά: «Ημασταν τέσσερα παιδιά,τρία κορίτσια και ένα αγόρι, το μικρότερο παιδί της οικογένειας,το οποίο χάθηκε στα 22 τουμόλιςχρόνια το 1965» λέει. «Τον πατέρα μας δεν τον βλέπαμε πολύ.Ζηλεύαμε τα παιδιά που έπαιζαν με τους δικούς τους πατεράδες στον δρόμο ή στις παιδικές χαρές.Ο δικός μας ήταν πολύ στοργικόςαλλά δούλευε διαρκώς: έγραφε τραγούδια, εργαζόταν σε νυχτερινά κέντρα, στον κινηματογράφο, στο θέατρο, στη ραδιοφωνία,δισκογραφούσε…Οταν έβλεπα τη λατρεία που του έδειχνε ο κόσμος στον δρόμο, τότε αισθανόμουν το πόσο σημαντικός άνθρωπος ήταν. Η ίδια τον έβλεπα ως κάτι άυλο το οποίο με τρόμαζε θα έλεγααλλά ταυτόχρονα το θαύμαζα πολύ. Και σήμερα μπορώ να πω ότι τον θαυμάζω πολύ περισσότερο».
Η Ηρώ Σουγιούλ χαρακτηρίζει τα τραγούδια του πατέρα της «μικρά συμφωνικά έργα». Και εξηγεί: «Η διαχρονικότητα,η αντοχή τους στον χρόνο, αποδεικνύει από μόνη της την ποιότητά τους.Ο Σουγιούλ έγραψε σε όλα τα είδη:τανγκό,βαλς,ρομάντζες, αρχοντορεμπέτικα- ήταν μάλιστα ο εισηγητής του είδους-, πατριωτικά.Τι να πρωτοαναφέρω; Το “Ασ΄ τα τα μαλλάκια σου”,το “Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά”, τον “Μανώλη Τραμπαρίφα”, το “Μια ζωή την έχουμε”…Είχε στο ενεργητικό του περισσότερα από 700 τραγούδια,ενώ έγραψε τη μουσική για 45 θεατρικές επιθεωρήσεις και δέκα ταινίες.Γενικά ό,τι του ζητούσαν το έγραφε.Δεν ήθελε να χαλάει το χατίρι σε φίλους. Χαρακτηριστική η φράση του Αλέκου Σακελλάριου που έλεγε:“Του Μιχάλη και την Αγία Γραφή να του δώσεις, θα τη μελοποιήσει”».
Λάτρευε την κλασική
Με ένα μόνο είδος δεν καταπιάστηκε ο Σουγιούλ: την κλασική μουσική- αν και αυτή ήταν η μεγάλη του αγάπη: «Τον θυμάμαι να λέει “τώρα γράφω τη μουσική που μου ζητούν,αργότερα θα γράψω τη μουσική που θέλω εγώ”.Και εννοούσε την κλασική μουσική. Θεωρούσε ότι είχε χρόνο μπροστά του.Πέθανεόμωςστα 52 τουμόλιςχρόνια και δυστυχώς δεν πρόλαβε.Μπορώ να σας πωότι στο σπίτι άκουγε λιγότερο τα δικά του τραγούδια και περισσότερο κλασική μουσική. Του άρεσε πολύ ο Ραβέλ, ο Μπετόβεν και ο Τσαϊκόφσκι».
Πώς συνέθετε ο Μιχάλης Σουγιούλ; «Το χαρακτηριστικό του ήταν η ευκολία με την οποία έγραφε μουσική» λέει η Ηρώ Σουγιούλ, μουσικός και η ίδια, όπως άλλωστε η μεγαλύτερη αδελφή της αλλά και ο πρόωρα χαμένος αδελφός της. «Ξεκινούσε πάντα έχοντας μπροστά του τον στίχο.Λίγες φορές τον έβλεπα γιατί συνήθως έγραφε ξημερώματα, την ώρα που γυρνούσε από το κέντρο και είχε ησυχία.Εβαζε τους στίχους στο αναλόγιο του πιάνου και άρχιζε να παίζει στην αρχή κάτι αφηρημένο, πιο συγκεκριμένο αργότερα, ώσπου σε 5-10 λεπτά γεννιόταν το καινούργιο τραγούδι». Η Ηρώ Σουγιούλ αφηγείται παραστατικά τα πρώτα βήματα του Μιχάλη Σουγιουλτζόγλου, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, σε ένα κέντρο της Τρίπολης όπου παραθέριζε με τους γονείς του. «Ηταν μόλις 18 ετών το 1924 όταν του πρότειναν να παίζει πιάνο εκεί επαγγελματικά. Επειδή φοβόταν την αντίδραση των γονιών του-ο πατέρας του ήταν πλούσιος δερματέμπορος από το Αϊδίνι της Μικράς Ασίας-,επινόησε ένα ψευδώνυμο: Μικαέλ ντε Σολέγιο. Τελικά έκανε αυτό που ήθελε».
Με ιδιαίτερη έμφαση έχει χαραχθεί στη μνήμη της η ημέρα του θανάτου του, το 1958. «Παρ΄ ότι δεν υπήρχε τηλεόραση να μεταδώσει την είδηση, ο κόσμος το έμαθε σε χρόνο ρεκόρ.Θυμάμαι,λοιπόν,πόσοι άνθρωποι ήταν κιόλας μαζεμένοι στην εκκλησία κρατώντας κεριά. Τον πέρασαν τιμητικά από την οδό Σταδίου και τα πεζοδρόμια βούλιαζαναπό κόσμο.Ασε πια στο Α΄ Νεκροταφείο.Ούτε αρχηγός κράτους!».
«ΤΟ ΤΡΑΜ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ»
Ο Μιχάλης Σουγιούλ υπήρξε ο «πατέρας» του αρχοντορεμπέτικου,μιας σχολής η οποία συνδύαζε λαϊκότροπους στίχους και μουσική με δυτικότροπες ενορχηστρωτικές επιρροές.Πώς γεννήθηκε το είδος; «Μιχάλης Σουγιούλ
«Ετοίμαζαν με τον Σακελλάριο και τον Γιαννακόπουλο την επιθεώρηση “Ανθρωποι, άνθρωποι”» λέει η Ηρώ Σουγιούλ. «Ως τότε ο Σουγιούλ δεν είχε ασχοληθεί με το λαϊκό τραγούδι.Ερχεται όμως κάποια στιγμή ο Σακελλάριος και του λέει: “Ξέρεις, Μιχάλη,σε αυτή την επιθεώρηση υπάρχει ένα νουμεράκι λαϊκό.Πρέπει,λοιπόν, να γράψεις ανάλογη μουσική”.“Τι λαϊκό; ” του απαντά ο πατέρας μου.“Ε,λαϊκό” λέει ο Σακελλάριος.“Θα είναι η Βρανά,ο Φωτόπουλος,ο Ρίζος…”.Ο πατέρας μου δίσταζε.“Μα τι θες,βρε Μιχάλη; ” του λέει τότε ο Σακελλάριος.“Να γράψεις όπερα για τη Βρανά;”.“Πώς το λένε το νούμερο; ” τον ρωτά ο Σουγιούλ.
“Το τραμ το τελευταίο” λέει ο Σακελλάριος.“Εντάξει,λοιπόν” λέει ο πατέρας μου.“Δεν θα το πούμε,όμως,ρεμπέτικο αλλά αρχοντορεμπέτικο”.“Εγινε” του λέει ο Σακελλάριος.Ετσι γεννήθηκε “Το τραμ το τελευταίο”,το πρώτο τραγούδι του είδους,και είχε απίστευτη επιτυχία.Οι μικροπωλητές στους δρόμους της Αθήνας έσερναν καροτσάκια και το τραγουδούσαν.Είδε,λοιπόν,ο πατέρας μου ότι το αρχοντορεμπέτικο είχε απήχηση και για βιοποριστικούς λόγους το συνέχισε.Αργότερα,βεβαίως,τον μιμήθηκαν και άλλοι συνθέτες.Ο Μουζάκης,ο Χατζιδάκις…
Οσο για τον “Μανώλη Τραμπαρίφα”,ήταν υπαρκτό πρόσωπο: ο ταξιτζής του πατέρα μου.Ο Σουγιούλ δεν οδηγούσε,είχε έναν ταξιτζή μόνιμο που τον εξυπηρετούσε.Κάποια μέρα καθόταν στο πίσω κάθισμα παρέα με τον Σακελλάριο και μιλούσαν για δουλειές.“Ρε σεις” τους λέει ο Τραμπαρίφας “για μένα δεν θα γράψετε κανένα τραγουδάκι;”.“Να σου γράψουμε,έτσι Μιχάλη; ” απαντά ο Σακελλάριος.Ο Τραμπαρίφας πέθανε μόλις πριν από δέκα χρόνια».
ΠΟΤΕ & ΠΟΥ
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ