Οταν η ωριμότητα διασταυρώθηκε με τα νιάτα και η πείρα με τον ενθουσιασμό, ο Χρίστος Τσάγκας και ο Φίλιππος Περιστέρης είχαν ήδη υπογράψει τη συνεργασία με το βλέμμα τους. Αποτέλεσμα, ένας πρωτόγνωρος για τα ελληνικά δεδομένα θησαυρός, που αποτελεί πολιτισμική κληρονομιά για τις επόμενες γενιές. Τα Απαντα του Καβάφη, του Κάλβου, του Γκάτσου, του Σολωμού, του Ρίτσου να ακούγονται από τη δεινή απαγγελία του πρώτου και υπό τη μουσική καινοτομία του δεύτερου, σε μια σειρά ποιητικών λευκωμάτων, με μοναδικό στόχο και σκοπό όχι το κέρδος αλλά τη συνεισφορά στους νέους ανθρώπους και κυρίως στους μαθητές.
Τους συναντήσαμε στο σπίτι του γνωστού ηθοποιού να κάνουν πρόβες προτού καταλήξουν στο στούντιο για την ηχογράφηση της απαγγελίας των ποιημάτων του Κάλβου. Το πρώτο έργο τους, τα «Απαντα» του Καβάφη, είχε ήδη κυκλοφορήσει. Μια μουσική αλεξανδρινή συνόδευε τη γνώριμη φωνή του Χρίστου Τσάγκα ζωντανεύοντας την εποχή του ποιητή της «Ιθάκης» και άλλων αριστουργημάτων. Ζητήσαμε ζωντανή απαγγελία μετά μουσικής. Η επιθυμία μας έγινε σεβαστή. Ο Φίλιππος Περιστέρης κάθησε στο πιάνο και η παράσταση ξεκίνησε.
Οι λέξεις έρρεαν, οι νότες διαχέονταν και το σπίτι της οδού Ηπείρου, μόλις 100 μέτρα από το Μέγαρο Υπατία όπου στεγάζονταν οι μετανάστες, παρέπεμπε σε εποχές Μεσοπολέμου. Από την ανοιχτή μπαλκονόπορτα στο απέναντι διαμέρισμα ένα ζευγάρι είχε στήσει αφτί να ακούσει την απροσδόκητη μυσταγωγία. Και όταν ήρθε η ώρα της συζήτησης, ο Χρίστος Τσάγκας υπήρξε αποκαλυπτικός _ όπως έκανε χρόνια ολόκληρα στο θέατρο: «Ο Καβάφης είναι ο ποιητής των ποιητών και ο πλέον ανδρείος όλων γιατί δεν είχε καμία επιφύλαξη να εκφρασθεί ελεύθερα για οτιδήποτε. Οι δε λέξεις και οι στίχοι του είναι ζωντανοί οργανισμοί, δεν είναι κείμενο. Οπως η κάμπια που προχωράει, γίνεται χρυσαλλίδα και πετάει, έτσι ακριβώς είναι και οι στίχοι του».
Τον λόγο παίρνει ο νεότερος, ο Φίλιππος Περιστέρης. «Γνωριστήκαμε ιδιαίτερα έπειτα από μια συνεργασία μας στο θέατρο όπου εγώ έγραψα τη μουσική και ο Χρίστος έπαιζε ένα σπουδαίο έργο, τους “Ηθοποιούς” του Γιώργου Σκούρτη. Από τότε δέσαμε και το αποτέλεσμα ήταν να βγάλουμε τώρα τα “Απαντα” του Καβάφη και σε λίγο καιρό τα έργα των υπολοίπων. Για πρώτη φορά κυκλοφορούν με μουσική τα 154 ποιήματα που ενέκρινε ο ποιητής _ γιατί κυκλοφορούν και άλλα, όχι εγκεκριμένα από τον ίδιο. Η μουσική φιλοδοξεί να δημιουργήσει ένα πλαίσιο αναφοράς το οποίο συνάδει προς την εποχή, το ήθος, την αισθητική και τη συνολική θεώρηση του στοχαστικού, του κοσμοπολίτικου και της Ανατολής. Ο,τι, δηλαδή, πιστεύουμε ότι ήταν ο ποιητής. Ανάλογα λοιπόν δημιουργούνται μουσικά και τα υπόλοιπα “Απαντα” των άλλων δημιουργών».
Ο Χρίστος Τσάγκας πιάνει στα χέρια του το βιβλίο και απαγγέλλει τα «Τείχη». Η όψη του αλλάζει, μεταβάλλεται σε έναν άλλον άνθρωπο. Είναι πλέον ο ηθοποιός που υποδύεται ψυχή και σώματι τον αλεξανδρινό δημιουργό. Τα μάτια του διογκώνονται, τα χέρια του σφίγγονται, ολόκληρο το σώμα του πάλλεται στον ρυθμό των στίχων. Σαν τελειώνει βγάζει μια ανάσα θαρρείς και έχει λυτρωθεί από την απαγγελία και συμπληρώνει στα λεγόμενα του φίλου και συνεργάτη του: «Οπως όλα τα απομεινάρια του πολιτισμού της αρχαίας Ελλάδας, έτσι οι σύγχρονοί μας γραμματιζούμενοι αναφέρονται με ερείπια στίχων των μεγάλων μας ποιητών χωρίς οι περισσότεροι να γνωρίζουν το έργο τους. Λέμε “σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού” και ξέρουμε τον Σολωμό. Λέμε “ας μη βρέξει ποτέ το σύννεφο” και “θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία” και ομολογούμε Κάλβο. Λέμε “ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν” και άλλα ηχηρά παρόμοια και καυχόμαστε πως τα είπε ο Καβάφης αλλά αγνοούμε τα ποιήματα. Σε έναν κόσμο που δεν έχει μάθει να διαβάζει εκτός από τους επαγγελματίες αναγνώστες, που όμως έχει μάθει να ακούει, έστω κι αν δεν καταλαβαίνει όλα τα ακούσματα, θέλω να αφιερώσω την ακουστική και αναπαυτική δυνατότητα να ακούσει ένα μέρος του θησαυρού που μας προσφέρει η ποίηση, να ακούσουμε το σύνολο των έργων και να νιώσουμε το ρίγος που έχει εμπνεύσει τους δημιουργούς ποιητές. Του Βάρναλη, του Ελύτη, του Σεφέρη, του Ρίτσου τα πιο αγαπημένα σήμερα μουσοποιήματα, αν δεν τραγουδιόνταν, θα ήταν άγνωστα στον κόσμο, στα παιδιά και στα άλλα παιδιά που θα έρθουν, αν δεν είχαν εξωσυρθεί από τα ράφια με το δοξάρι».
Με ένα χαμόγελο ικανοποίησης ο Φίλιππος Περιστέρης ακούει τον Χρίστο Τσάγκα να μιλάει με πάθος για τη δουλειά τους. Και προτού κυλήσουν τα δάχτυλά του στα πλήκτρα του πιάνου για να προβάρουν την ποίηση του Κάλβου, μιλάει με ενθουσιασμό γι’ αυτό που κάνουν: «Θέλουμε όσο τίποτε άλλο η δουλειά αυτή που κατατίθεται για πρώτη φορά στα ποιητικά μουσικά δρώμενα να καταλήξει στις σχολικές αίθουσες ώστε να μπορούν τα νέα παιδιά να προσεγγίσουν από μια άλλη οπτική γωνία τα έργα των μεγάλων μας ποιητών. Χορηγός μας στη σειρά που δημιουργούμε είναι η αποδοχή του κόσμου γι’ αυτό που κάνουμε και μόνον αυτή».
Ο Χρίστος Τσάγκας συναινεί κουνώντας το κεφάλι και η μουσική ηχεί ξανά στο καλλιτεχνικό διαμέρισμα της οδού Ηπείρου ως προανάκρουσμα για την απαγγελία από τα «Λυρικά» του Κάλβου.
«Ηταν όνειρό μου να παίξω τον Κοσμά τον Αιτωλό»
Ο Χρίστος Τσάγκας υπήρξε αγαπημένος μου φίλος και εξαίρετος άνθρωπος. Πριν από δύο εβδομάδες ταξιδέψαμε μαζί για την πόλη της Καλαμάτας, όπου τον τίμησε ο Καλλιτεχνικός Σύλλογος «Νεανές» για το έργο και την προσφορά του. Μετά από πολύ καιρό το πρόσωπό του έλαμπε. Λίγες ώρες πριν είχε ολοκληρώσει την αφήγησή του στον θεατρικό μονόλογο «Κοσμάς ο Αιτωλός: Φτιάξτε σχολειά – φτιάξτε σχολειά» τον οποίο είχα την τύχη να γράψω πάνω σε μια ιδέα του σκηνοθέτη-σκηνογράφου Μιχάλη Σδούγκου και σε μουσική Φιλίππου Περιστέρη. Το έργο πρόκειται να παιχτεί έπειτα από περίπου έναν μήνα από τον ηθοποιό Δημήτρη Κωνσταντίνου. «Ηταν όνειρό μου να παίξω τον Κοσμά τον Αιτωλό πριν από τρία χρόνια αλλά δεν κατορθώθηκε τότε. Ηταν γραφτό να γίνει τώρα» μου είπε καθώς επιστρέφαμε από την Καλαμάτα. Τελικά η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε. Μας άφησε την υποβλητική φωνή του και έφυγε. Οι συνεργάτες του τον ευχαριστούμε για όσα μας προσέφερε.
Γρηγόρης Χαλιακόπουλος