Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης Εκατό χρόνια συμπληρώνονται από το θάνατό του

Ο «κοσμοκαλόγερος» της πεζογραφίας μας εξακολουθεί ακόμη και σήμερα -στους ψηφιακούς καιρούς μας- να φωτίζει με το κεράκι του το ελληνικό διήγημα, προσφέροντας το Χριστόψωμο του ύφους και του ήθους του.

Εκατό χρόνια συμπληρώνονται από το θάνατο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και η «εκκλησία» της νεώτερης ελληνικής γραμματείας μας εορτάζει τη μνήμη του «Αγίου των Γραμμάτων» πουγεννήθηκε στις 4 Μαρτίου του 1851 καιπέθανε στις 3 Ιανουαρίου του 1911.

Ο «κοσμοκαλόγερος» της πεζογραφίας μας εξακολουθεί ακόμη και σήμερα -στους ψηφιακούς καιρούς μας- να φωτίζει με το κεράκι του το ελληνικό διήγημα, προσφέροντας το Χριστόψωμο του ύφους και του ήθους του.

Το θεωρούμενο από όλους κορυφαίο έργο του «Η φόνισσα» μοιάζει σύγχρονο ,εμπνέοντας κινηματογραφιστές και σκηνοθέτες. Η υπόθεση-αν εξαιρέσεις τα γραφικά ονόματα της εποχής- μοιάζει τωρινή, παρ’ όλο που γράφτηκε το 1902: «Η θεία Χαδούλα της Φραγκογιαννούς, απεγνωσμένη από τον οικογενειακό αυταρχισμό, παραλογίζεται και σκοτώνει μικρά κορίτσια προκειμένου να γλυτώσει αυτά και τους γονείς τους από τα βάσανα που ήταν συνταυτισμένα με τις γυναίκες εκείνου του κόσμου. Περιγράφοντας τους φόνους και την καταδίωξή της από τα όργανα της τάξεως, ο Παπαδιαμάντης οδηγεί την ηρωίδα του σε απόκρημνο παραθαλάσσιο γκρεμό, για να πνιγεί «εις το ήμισυ του δρόμου μεταξύ της θείας και της ανθρωπίνης Δικαιοσύνης».

Γεννημένος από πατέρα ιερέα και θεοσεβούμενη μητέρα ,μεγάλωσε ανάμεσα σε εννιά αδέλφια (τα δύο πέθαναν σε μικρή ηλικία) και γνώρισε τα ξωκκλήσια της Σκιάθου ,που ύμνησε μέχρι το τέλος της βασανισμένης ζωής του. Γράφει ο ίδιος σε ένα σύντομο βιογραφικό του:

«Εγεννήθην εν Σκιάθω, τη 4 Μαρτίου 1851. Εβγήκα απο το ελληνικόν Σχολείον εις τώ 1863, αλλά μόνον τώ 1867 εστάλην εις το Γυμνάσιον Χαλκίδος, όπου ήκουσα την Α΄ και Β΄ τάξιν. Την Γ΄ εμαθήτευσα είς Πειραιά, είτα διέκοψα τας σπουδάς μου και έμεινα είς την πατρίδα. Κατά τον Ιούλιον του 1872 υπήγα είς το Αγιον Ορος χάριν προσκυνήσεως, όπου έμεινα ολίγους μήνας. Τώ 1873 ήλθα εις Αθήνας καί εφοίτησα εiς την Δ΄ του Βαρβακείου. Τώ 1874 ενεγράφην εις την Φιλοσοφικήν Σχολήν, όπου ήκουα κατ’ εκλογήν ολίγα μαθήματα φιλολογικά, κατ’ ιδίαν δε ησχολούμην εις τας ξένας γλώσσας.

Μικρός εζωγράφιζα αγίους, είτα έγραφα στίχους, καί εδοκίμαζα να συντάξω κωμωδίας. Τώ 1868 επεχείρησα να γράψω μυθιστόρημα. Τώ 1879 εδημοσιεύθη «Η Μετανάστις» έργον μου εις το περιοδικόν «Σωτήρα». Τώ 1882 εδημοσιεύθη «Οι έμποροι των εθνών» εις τώ «Μη χάνεσαι». Αργότερα έγραψα περί τα εκατόν διηγήματα, δημοσιευθέντα εις διάφορα περιοδικά καί εφημερίδας.»

Η φτώχεια ήταν αυτή που δεν του επέτρεψε να τελειώσει τις σπουδές του. Ζούσε σε δωμάτια ταπεινά. Άρχισε να κερδίζει αρκετά, για την εποχή, χρήματα όταν ο Βλάσης Γαβριηλίδης, της πρωτοποριακής «Ακρόπολης», τον προσέλαβε στην εφημερίδα με το ποσό των 250 δραχμών το μήνα. Επί πλέον κέρδιζε και άλλα χρήματα από τις συνεργασίες με άλλες εφημερίδες και περιοδικά. Αλλά δεν αποταμίευε. Τα ξόδευε … «εν ριπή οφθαλμού».

Ήταν γνωστό τότε πως μόλις έπαιρνε το μισθό του ξεπλήρωνε τα χρέη του στην ταβέρνα του Κεχριμάνη, όπου σύχναζε επί 27 συναπτά έτη, πλήρωνε το ενοίκιο , έστελνε στη Σκιάθο, μοίραζε στους φτωχούς και την επόμενη ήταν και ο ίδιος φτωχός! Είχε αποστροφή στα βιοτικά. Τον περιγράφουν σχεδόν κουρελή… Σιγά-σιγά το κρασί και το τσιγάρο του έγινε από ευχαρίστηση εξάρτηση. Τον γοήτευε η μοναξιά του. Ελάχιστοι ήταν οι φίλοι του. Η χαρά της ζωής του ήταν να ψάλλει στον Άγιο Ελισαίο στην Πλάκα.

Οπότε, τον Μάρτιο του 1908 εγκατέλειψε την Αθήνα της «δουλοπαροικίας και των πλουτοκρατών», όπως έγραψε και κατέφυγε στο αγαπημένο του νησί, εξακολουθώντας να δουλεύει ως μεταφραστής έργων για λογαριασμό του Γιάννη Βλαχογιάννη. Πρήστηκαν τα χέρια του. Υστερα από επιδείνωση της υγείας του πέθανε, αφήνοντας 180 διηγήματα, ποιήματα, μελέτες και άρθρα. Η είδηση του θανάτου του γέμισε πένθος όχι μόνο τους συντοπίτες του, αλλά όλη την Ελλάδα. Πολλοί λογοτέχνες, που όσο ήταν εν ζωή δεν είχαν γράψει κουβέντα για το έργο του, συνέθεσαν εγκωμιαστικά κείμενα. Ο εκδοτικός Οίκος Φέξη ξεκίνησε το 1912-1913 την έκδοση 11 τόμων με τα έργα του. Διότι ουδείς οίκος δεν είχε εκδώσει σε βιβλίο τα πεζογραφήματά του όσο ζούσε. Οι αναγνώστες τα απολάμβαναν από τις εφημερίδες και τα περιοδικά…

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ένας ψαλμωδός των φτωχών και καταφρονεμένων του χθες. Αντίδωρο και αντίδοτο στον κόσμο του σήμερα.

Ακολουθεί αναλυτικά η εργογραφία του:

Μυθιστορήματα και νουβέλες:

Η Μετανάστις

Οι έμποροι των εθνών

Η γυφτοπούλα

Χρήστος Μηλιόνης

Η φόνισσα

*Διηγήματα:

Αγάπη στον γκρεμό

Άγια και πεθαμένα

Αλιβάνιστος

Άνθος του γιαλού

Απόλαυσις στη γειτονιά

Αψαλτος

Γουτού γουπατού

Δαιμόνια στο ρέμα

Εξοχική Λαμπρή

Ερως – Ήρως

Ζάνος Χαρίσης

Η αποσώστρα (γραμμένο στη δημοτική)

Η βλαχοπούλα

Η στρίγγλα μάννα

Η μαυρομαντηλού

Η νοσταλγός

Η παιδική πασχαλιά

Η σταχτομαζώχτρα

Η τύχη απ’ την Αμέρικα

Η Φαρμακολύτρια

Η χολεριασμένη

Θαλασσινά ειδύλλια

Μια ψυχή

Ναυαγίων ναυάγια

Ο Αμερικάνος

Ο βαρδιάνος στα Σπόρκα

Ο Γαγάτος καί τ’ άλογο

Ο γείτονας με το λαγούτο

Ο έρωτας στα χιόνια

Ο καλούμπας

Ο σημαδιακός

Ο νεκρός ταξιδιώτης

Ο ξεπεσμένος δερβίσης

Ο πανδρολόγος

Ο Πανταρώτας

Ο φτωχός άγιος

Ο Χριστός Ανέστη του Γιάννη

Ολόγυρα στη λίμνη

Όνειρο στο κύμα

Οι μάγισσες

Οι Χαλασοχώρηδες

Στο Χριστό, στο Κάστρο

Το μοιρολόγι της φώκιας

Τ’ αγνάντεμα

Τ’ αστεράκι

Τ’ μπούφ’ του πλι

Τα δυο κούτσουρα

Τα δυό τέρατα

Τα κρούσματα

Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη

Της Κοκκώνας το σπίτι

Το ενιαύσιον θύμα

Το Πάσχα ρωμέϊκο

Το πνίξιμο του παιδιού

Το χριστόψωμο

Τρελλή βραδυά

Φτωχός άγιος

Υπηρέτρα

Υπό την βασιλικήν δρύν

Ω! τα βασανάκια

*Ποιήματα:

Στην Παναγίτσα στο Πυργί

Προς την μητέρα μου

Δέησις

Έκπτωτος ψυχή

Η κοιμισμένη βασιλοπούλα

Το ωραίον φάσμα

Εις τους αδελφούς Γιαννάκην και Κώστα Γ. Ραφτάκη

Νύχτα βασάνου

Επωδή παπά στη χολέρα

Επωδή γιατρού στη χολέρα

Το τραγούδι της Κατίνας

Εις ιππεύουσαν Παναγυριώτισσαν

Έρωτες στα κοπριά

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.