Το βιβλιοπωλείο του Σαμ στην Αστόρια ανήκει στα «αξιοθέατα» της Νέας Υόρκης. Είναι το μοναδικό στην αμερικανική μεγαλούπολη των εκατοντάδων χιλιάδων Ελληνοαμερικανών που πουλάει ελληνικά βιβλία. Το βιβλιοπωλείο στον αριθμό 33-18 της οδού Μπρόντγουεϊ μοιάζει με συνηθισμένο συνοικιακό βιβλιοπωλείο. Ανάμεσα στις αγγλικές εκδόσεις και στα μπεστ σέλερ τελευταίας εσοδείας, ράφια που ξεχειλίζουν από ελληνικούς τίτλους. Δεν είναι μόνο τα αναμενόμενα κείμενα αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας και Ιστορίας αλλά και βιβλία σύγχρονης ιστορίας και λογοτεχνίας, δοκίμια και βιογραφίες, οδηγοί μαγειρικής, μελέτες και βιβλία τέχνης. Η στενή βιτρίνα κρύβει πίσω της έναν χώρο με μεγάλο βάθος και βιβλία παντού, τοποθετημένα με τρόπο χαοτικό σε ράφια και πάγκους, στο ισόγειο και στο αχανές υπόγειο.
Το μοναδικό βιβλιοπωλείο στην Αστόρια των εκατοντάδων επιχειρήσεων ελληνικών συμφερόντων ανήκει στον 48χρονο Νιγηριανό Σαμ Τσέκουας , ο οποίος νιώθει Ελληνας, όπως τονίζει με πάθος, σε εξαιρετικά ελληνικά. Ηταν μαθητής στη Νιγηρία όταν έπεσε στα χέρια του μια αγγλική έκδοση της «Αντιγόνης» του Σοφοκλή. Από τότε μέθυσε με το ελληνικό πνεύμα. Ηρθε στην Ελλάδα, τη δεκαετία του 1980, αποφασισμένος να μάθει ελληνικά και να σπουδάσει. Ολοκληρώνοντας τις σπουδές Οδοντιατρικής στη Θεσσαλονίκη έφυγε για την Αμερική, όπου βρίσκονταν ήδη τα αδέρφια του. Το 1992 ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Seaburn στην Αστόρια, εκεί όπου «ο αέρας μυρίζει Ελλάδα». Ως σήμερα έχει εκδώσει 120 ελληνικούς τίτλους, ανάμεσα σε αυτούς και μια ποιητική σειρά, η οποία κυκλοφορεί με την επωνυμία Salonica Ρress. Τo 1994 άνοιξε το βιβλιοπωλείο. Στα ράφια και στις αποθήκες του διαθέτει περισσότερα από 7.000 ελληνικά βιβλία. Ποιος τα διαβάζει; ρωτήσαμε. Του τα παραγγέλνουν απ΄ όλη την Αμερική και στέλνει τις εκδόσεις του παντού, όπου υπάρχει ελληνικός πληθυσμός- στον Καναδά, στην Αυστραλία, στη Νότιο Αφρική. Οι άντρες ζητούν βιβλία Ιστορίας και Πολιτικής. Οι γυναίκες προτιμούν τα μυθιστορήματα, κυρίως τα αισθηματικά. Η αγοραστική κίνηση όμως έχει υποχωρήσει τελευταίως, γιατί το ελληνικό βιβλίο είναι ακριβό για τους Αμερικανούς. «Εισάγω ένα εγχειρίδιο για την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας που παρουσιάζει μεγάλη ζήτηση. Κοστίζει όμως 30 δολάρια. Κάπως θα έπρεπε να βοηθήσει η ελληνική πολιτεία, να υπάρξει οικονομική ενίσχυση της έκδοσης ή να τοποθετηθούν χίλια αντίτυπα σε αμερικανικές βιβλιοθήκες για όσους ενδιαφέρονται να μάθουν τη γλώσσα». Αγνοια των ελληνικών
Η νέα γενιά Ελληνοαμερικανών δεν γνωρίζει την ελληνική γλώσσα ούτε το ελληνικό βιβλίο, γιατί δεν προβάλλεται αρκετά. «Η σύγχρονη Ελλάδα δεν έχει μόνο τις ακρογιαλιές, τη φέτα και τις ελιές να παρουσιάσει στον υπόλοιπο κόσμο,έχει και το βιβλίο» υποστηρίζει «το οποίο μπορεί να φέρει πολύ συνάλλαγμα,αρκεί να ενδιαφερθεί η ελληνική πολιτεία για την προώθησή του και να γίνουν καλές μεταφράσεις». Το αγαπημένο του βιβλίο, τα «Ματωμένα χώματα» της Διδώς Σωτηρίου, πιστεύει ότι σήμερα «θα αποτελούσε παγκόσμιο μπεστ σέλερ, αν η συγγραφέας ήταν εβραία.Θα γινόταν αμέσως διάσημη ταινία όπως η “Λίστα του Σίντλερ”». Το 2004 τιμήθηκε από το ελληνικό κράτος για την προσφορά του με τον τίτλο του πρεσβευτή του Ελληνισμού. Υπουργοί Πολιτισμού έχουν επισκεφθεί στο παρελθόν το βιβλιοπωλείο του, τους έχει καταθέσει τις ιδέες του, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια, δεν έλαβε καμία βοήθεια από την ελληνική πολιτεία. «Αποφάσισα τελικά να κάνω ό,τι μπορώ και όσο μπορώ μόνος μου». Διοργανώνει εκδηλώσεις, ποιητικές βραδιές, πρόσφερε δωρεάν μαθήματα ελληνικής στο βιβλιοπωλείο του για δύο χρόνια. «Δεν ήρθαν μόνο Ελληνοαμερικανοί αλλά και μέλη άλλων εθνοτήτων, επαγγελματίες γιατροί και δικηγόροι που κατάφερα να τους πείσω πως αν μάθουν την ελληνική θα κατανοήσουν καλύτερα τους όρους του επαγγέλματός τους». Δοκιμάζει τώρα να προωθήσει σε ιδιωτικά αμερικανικά σχολεία τη σειρά που εκδίδει για την εκμάθηση της ελληνικής. «Προσπαθώ να τους πείσω πωςαν διδάξουν στα παιδιά την ελληνική γλώσσα,που έχει δανείσει πολλές λέξεις στην αγγλική, θα μάθουν καλύτερα αγγλικά». Πεποίθησή του είναι ότι πρέπει να εστιάσουμε τις προσπάθειές μας σε ένα δραστήριο ελληνικό ινστιτούτο το οποίο να προωθεί την ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό όχι μόνο μέσα στην ελληνική παροικία αλλά κυρίως έξω από αυτήν. Οσο για τον ίδιο;
«Οσο αναπνέω θα προβάλλω την ελληνική γλώσσα και τα ελληνικά γράμματα» λέει με περηφάνια.
«ΜΟΥ ΛΕΙΠΕΙ ΤΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ»
Ο Σαμ Τσέκουας επισκέπτεται την Ελλάδα μια- δυο φορές τον χρόνο.Αυτό που τον πονάει εδώ σήμερα είναι πως οι άνθρωποι «αντί να δημιουργούν για να βοηθήσουν τη χώρα τους περιμένουν να διοριστούν για να εξασφαλίσουν ένα μεροκάματο» .
Τα φοιτητικά του χρόνια στη Θεσσαλονίκη της πρώτης μεταπολιτευτικής δεκαετίας τού είναι αξέχαστα.Η Ελλάδα, έντονα πολιτικοποιημένη ακόμη,ζούσε στους ρυθμούς του οράματος της αλλαγής. «Μου λείπει το καφενείο, όπου όλοι διάβαζαν εφημερίδες, μιλούσαν πολιτικά και σχολίαζαν την επικαιρότητα» . Γι΄ αυτό το βιβλιοπωλείο του λειτουργεί ως στέκι,όπου όσοι ενδιαφέρονται για την Ελλάδα συναντιούνται και συζητούν.Τι ακούγεται στο «καφενείο» του για την κρίση στην Ελλάδα;«Οι Αμερικανοί,μετά το ξέσπασμα της κρίσης,δεν αντιμετωπίζουν την Ελλάδα ως σοβαρή χώρα.Συμφωνούν και οι Ελληνοαμερικανοί.Οπως διαπιστώνουν από τις επαφές τους με την Ελλάδα, και το λέω με λύπη αλλά και ειλικρίνεια,η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και ηθική.Η άποψη που επικρατεί είναι ότι η Ελλάδα δεν κυβερνάται σωστά, ότι πρέπει να ληφθούν σοβαρές αποφάσεις για αλλαγές που θα έχουν διάρκεια». Πιστεύει όμως στις δυνατότητές μας.«Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, αρκεί η κρίση αυτή να γίνει μάθημα»τονίζει με έμφαση. «Το μεγαλείο της Ελλάδας δεν βρίσκεται στο παρελθόν της αλλά στο παρόν.Η Ελλάδα εξακολουθεί να δημιουργεί και να προσφέρει. Είναι σημαντικό να το διατυμπανίζουμε».