Η εποχή κατά την οποία ο καπνός ήταν το «πολυτιμότερον προϊόν μας» και η ανθούσα ελληνική καπνοβιομηχανία αποτελούσε έναν από τους πυλώνες των ελληνικών εξαγωγών έχει παρέλθει προ πολλού. Αποτελεί μέρος της ελληνικής οικονομικής ιστορίας του 20ού αιώνα. Και μόνον. Ορισμένα μόνο ελληνικά σήματα τσιγάρων έχουν απομείνει για να θυμίζουν την άλλοτε κραταιά παραγωγική δραστηριότητα.
Τσιγάρα πολυτελείας, ημιπολυτελείας και τα περίφημα «λαϊκά», που έχουν καταγραφεί στη συλλογική μνήμη ως τεκμήρια μιας άλλης εποχής. Μόνο τρεις βιομηχανίες- η μία θυγατρική πολυεθνικής και οι δύο ελληνικές (Καρέλιας και ΣΕΚΑΠ)έχουν απομείνει πλέον στην ελληνική αγορά. Και η πρόσφατη πολλαπλώς αποτυχημένη προσπάθεια πώλησης των ακινήτων της ιστορικής καπνοβιομηχανίας Κεράνης επιβεβαιώνει το άδοξο τέλος μιας διαδρομής «εξαιρετικής». Και ως ειρωνεία της Ιστορίας (ή ως τιμωρία;) καταγράφεται πλέον το γεγονός ότι στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 ήταν η πρώτη σε μέγεθος εταιρεία του κλάδου και μαζί με τη δεύτερη (την Παπαστράτος, που ανήκει σήμερα στη Ρhilip Μorris) κατείχαν το 69,6% της συνολικής κατανάλωσης.
Η εταιρεία που έχει καταχωριστεί στη μνήμη των παλαιοτέρων γενεών με το γνωστό «Εθνος εξαιρετικά»κι όχι μόνο- ακόμη και σε ό,τι αφορά το τέλος της έχει ακολουθήσει την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας ή τουλάχιστον σημαντικού μέρους της, αφού στη δεκαετία του ΄90, λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι του τέλους, «άνοιξε» το δίκτυό της σε «αλλότρια» προϊόντα για να ενισχύσει τις πωλήσεις της και δεν την άφησαν αδιάφορη τα χρηματιστηριακά παίγνιατο αντίθετο μάλιστα.
Η αρχή της ιστορίας
Η ιστορία της αρχίζει το 1926, όταν ο Γεώργιος Α. Κεράνης τη δημιουργεί και τη στεγάζει στις εγκαταστάσεις του δημόσιου καπνοκοπτηρίου. Τον επόμενο χρόνο, το 1927, καταθέτει για βιομηχανική διάκριση τα πασίγνωστα για δεκαετίες σήματα «Εθνος» και «Εθνος (ντάμες)». Πολύ γρήγορα το «Εθνος» γίνεται το πρώτο σε πωλήσεις εμπορικό σήμα στην αγορά. Η εταιρεία επεξεργάζεται 20.160 κιλά καπνού και το 1928 κατατίθεται το σήμα «Εθνος» με την κεφαλή του Ερμή και το 1929 το σήμα «Αρωμα».
«Την ίδια χρονιά ο Γ. Κεράνης συνεταιρίζεται με τους συγχωριανούς του- από το Μικρό Χωριό του Καρπενησίου- Νικόλαο Κεράνη και Σοφοκλή Φλέγκα» αναφέρεται στην «Ιστορία του Ελληνικού Τσιγάρου» (ΕΛΙΑ, 1997). Και το 1933 η εταιρεία αποκτά δικό της βιομηχανικό χώρο στον Πειραιά, στην οδό Αθηνών 39 – πρόκειται για τις εγκαταστάσεις που σε αλλεπάλληλους πλειστηριασμούς δεν έχει πουληθεί ακόμη.
Εν τω μεταξύ αυξάνονται τα σήματά της και στα κυκλοφορούντα προστίθενται το Εθνος (εξαιρετικά ελαφρά)», «Εθνος (εξαιρετικά γλυκοσέρτικα)», «Εθνος (extra-extra χορταστικά)», Rex, Ερμής και ΑΑ. Δύο χρόνια αργότερα, το 1935, η εταιρεία μετατρέπεται σε ανώνυμη, με την επωνυμία Καπνοβιομηχανία Εθνος- Γ.Α. Κεράνης ΑΕ.
Το 1939 η μετοχή της εισάγεται στο χρηματιστήριο- εκεί σταματά και η πρώτη δημιουργική της περίοδος. Τα επόμενα χρόνια είναι δύσκολα και όχι μόνο για την Κεράνης – η Κατοχή αλλάζει όλα τα δεδομένα. Τότε, το 1948, ο Γεώργιος Κεράνης πεθαίνει και την εταιρεία αναλαμβάνει η σύζυγός του, συνεργάτες και συνέταιροί του.
Η ελληνική οικονομία στη δεκαετία του ΄50 ανακάμπτει, δημιουργούνται νέες βιομηχανίες και η Ελλάδα αναπτύσσεται. Ετσι, το 1960 «η ελληνική σιγαρετοβιομηχανία συγκαταλέγεται μεταξύ των κατ΄ εξοχήν εθνικών παραγωγικών κλάδων της χώρας. Χρησιμοποιεί εγχώριον αποκλειστικώς πρώτην ύλην, ήτοι το 1/7 της ελληνικής καπνοπαραγωγής των περιφερειών Αγρινίου, Αργους και Θεσσαλίας και πραγματοποιεί εις το εσωτερικόν το 90% των δαπανών της παραγωγής.
Απασχολεί επιπροσθέτως, παρά την προηγμένην σχετικώς εκμηχάνισή της, 7.100 εργάτας και υπαλλήλους, συμβάλλει ουσιωδώς εις την επαγγελματικήν δραστηριότητα 25.000 περίπου καπνοπωλών, μεσιτών, κλπ., και εξασφαλίζει αδαπάνως δια το Κράτος το 1/8 των γενικών, εκ φορολογίας, εσόδων του» (Η Ελληνική Βιομηχανία Σιγαρέτων, Β.Κ. Θασίτη, Αθήνα).
Η αρχή του τέλους
Στις αρχές της δεκαετίας του ΄60 λειτουργούσαν στην ελληνική αγορά 15 καπνοβιομηχανίες, από τις οποίες οι τέσσερις είναι οι μεγαλύτερες, οι Γ.Α. Κεράνης, Παπαστράτος ΑΒΕΣ, Αφοί Ματσάγγου και Καρέλια. Οι δύο πρώτες έχουν από κοινού μερίδιο αγοράς 69,6% και οι άλλες δύο 24,8%, ενώ οι άλλες έντεκα μοιράζονταν το υπόλοιπο 9,6%. Ετσι λοιπόν η Κεράνης επεκτείνει τους εργοστασιακούς της χώρους κατά 28.736 τ.μ. με δυνατότητα παραγωγής 4.769.912 κιλών τσιγάρων. Λίγο αργότερα παράγεται από την εταιρεία το πρώτο ελληνικό blend τσιγάρο που κατασκευάστηκε στην Ελλάδα, το Ρalas, που σημειώνει ρεκόρ πωλήσεων.
Ακολούθησε το Κεράνης (φίλτρο σκληρό και μαλακό πακέτο) που επί χρόνια ήταν το σήμα με τις περισσότερες πωλήσεις της εταιρείας. Η αγορά αλλάζει και το 1974 η καπνοβιομηχανία αποφασίζει να δραστηριοποιηθεί και στα διεθνή σήματα, υπογράφοντας συμβόλαιο με τη Lorriland Ιnternational SΑSwitzerland για την παραγωγή του Κεντ στην Ελλάδα και στη συνέχεια για την παραγωγή του Ρall Μall. Το 1978 υπογράφει συμβόλαιο για την εισαγωγή του Βenson & Ηedges από την Αγγλία, των Κim και Κortina από τη Γερμανία. Στις αρχές του 1990 κατείχε το 8,5% της εσωτερικής αγοράς και το 23% των εξαγωγών. Ομως η δεκαετία του ΄90 σηματοδοτεί μια άλλη εποχή. Αυτή όμως η δεκαετία είναι και του Χρηματιστηρίου. Και η Κεράνης διακρίθηκε στα χρηματιστηριακά παίγνια, τα οποία τελικώς δεν τη διέσωσαν. Από την άλλη πλευρά η βασική της δραστηριότητα άρχισε να χάνει έδαφος. Οι συνθήκες άλλαξαν, όπως και οι καταναλωτικές προτιμήσεις. Η εποχή που το «Εθνος» ήταν το must λαϊκό τσιγάρο είχε παρέλθει. Η εταιρεία κατέγραφε συνεχώς ζημιές και έχανε ξένα σήματα.
Και το 2006, έπειτα από 80 χρόνια σταδιοδρομίας, χρεοκόπησε. Οι εργαζόμενοι, απλήρωτοι, περιμένουν την εκποίηση του ιστορικού ακινήτου στην οδό Πειραιώς για να πληρωθούν.
Ολοι οι ως τώρα πλειστηριασμοί έχουν βγει άγονοι. Το τέλος της ήταν αναντίστοιχο της ιστορικής της διαδρομής, αλλά εντέλει το αποτέλεσμα της προσπάθειας είναι προϊόν μιας ορισμένης επιχειρηματικής οπτικής. Δηλαδή το τίμημα…