ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ Oσοι περίμεναν παρασκήνια από τον πόλεμο στο Ιράκ και κουτσομπολιά για την Ουάσιγκτον θα απογοητευτούν. Ο πρώτος τόμος των απομνημονευμάτων της Κοντολίζα Ράις, που κυκλοφόρησε πρόσφατα, σταματά χρονικά στον διορισμό της στη θέση της Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας του προέδρου Τζορτζ Μπους, το 2000. Ωστόσο το βιβλίο της πρώτης μαύρης υπουργού Εξωτερικών στην ιστορία των ΗΠΑ δίνει μια πικρή γεύση από τον ρατσιστικό Νότο τις δεκαετίες του 1950 και του 1960.

Στο βιβλίο με τίτλο «Ασυνήθιστοι, Συνηθισμένοι Ανθρωποι», η κυρία Ράις μιλάει με λατρεία για τους δάσκαλους γονείς της, για τη σημασία που έδιναν στην εκπαίδευσή της, αλλά και στην οργή που υπήρχε στην οικογένειά της για τον ρατσισμό. Ο πατέρας της, αν και ιερωμένος, είχε μάλιστα αρνηθεί να πορευτεί μαζί με τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, επειδή πίστευε ότι ήταν λάθος η θεωρία του για τη μη βία.

Αναπολώντας τα παιδικά χρόνια της, η κυρία Ράις αναφέρει ότι ήταν ταλέντο στο πιάνο από παιδί, ότι «πηδούσε» τις τάξεις επειδή έπαιρνε εύκολα τα γράμματα και ότι από μικρή την είχαν μάθει να ακολουθεί ένα αυστηρό πρόγραμμα πειθαρχίας. Μάθημα στο σχολείο, προπόνηση στο πατινάζ, μάθημα πιάνου, διάβασμα στο σπίτι. Μια συνήθεια που της έχει μείνει ακόμη και σήμερα, με αποτέλεσμα να μη χαλαρώνει ποτέ. Οπως λέει σε συνέντευξή της στους λονδρέζικους «Τimes», οι φίλοι της τη μαλώνουν όταν πηγαίνουν μαζί της διακοπές γιατί και εκεί θέλει να ακολουθεί κάποιο πρόγραμμα. «Είναι πλέον τρόπος ζωής. Δεν θέλω να χαραμίζω τον χρόνο μου» προσθέτει.

Στο βιβλίο της, η κυρία Ράις ρίχνει φως στις σχέσεις της με το άλλο φύλο και μιλάει για τον δεσμό της με τον ποδοσφαιριστή Ρικ Απτσερτς στο πανεπιστήμιο, που παραλίγο να καταλήξει σε γάμο. «Είχε όμως ένα παιδί, πράγμα που μπέρδευε περισσότερο την κατάσταση» λέει στους «Τimes» και προσθέτει ότι δεν μετανιώνει που διέλυσε τη σχέση. «Αν με ρωτούσατε στα 22 μου αν επρόκειτο να παντρευτώ και να κάνω παιδιά θα σας έλεγα “βεβαίως”. Δεν το έκανα όμως επειδή οι συνθήκες δεν ήταν ποτέ οι κατάλληλες».

«Το κοριτσάκι να περάσει στο δοκιμαστήριο για τους μαύρους»
Σε κάποιο σημείο του βιβλίου η κυρία Ράις θυμάται τη φορά που πήγε με τη μητέρα της σε ένα ακριβό κατάστημα στο Μπέρμιγχαμ (γενέθλια πόλης της στην Αλαμπάμα) για να της αγοράσει ένα φουστάνι. Οταν η πωλήτρια τους είπε ότι η μικρή Κοντολίζα θα έπρεπε να το δοκιμάσει σε μια αποθήκη και όχι στο κανονικό δοκιμαστήριο, η μητέρα της εξεμάνη και είπε ότι δεν πρόκειται να το αγοράσει αν η κόρη της δεν χρησιμοποιήσει το ίδιο δοκιμαστήριο με τους λευκούς. Στο τέλος κέρδισε. Μια μικρή νίκη της μαμάς Ράις και ένα μεγάλο μάθημα για την Κοντολίζα.