ΣΑΝΤΙΑΓΟ O μεταλλωρύχος Κάρλος Μπουγένο βγήκε σώος από το ορυχείο αλλά ήδη επέστρεψε στην ξύλινη καλύβα όπου ζει με 16 συγγενείς του. Η οικογένειά του τον υποδέχθηκε διακοσμώντας τον δρόμο έξω από το σπίτι με λευκές πλαστικές σακούλες τις οποίες είχε φουσκώσει με αέρα- δεν είχε χρήματα να αγοράσει κανονικά μπαλόνια!

Παρά τις υποσχέσεις για βιβλία, ταινίες και ακριβοπληρωμένες συνεντεύξεις, οι περισσότεροι από τους 33 χιλιανούς μεταλλωρύχους που έμειναν παγιδευμένοι για 69 ημέρες στα 700 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της γης γύρισαν εκεί από όπου ξεκίνησαν: στον καθημερινό αγώνα για επιβίωση σε παραγκουπόλεις χωρίς βασικές υποδομές. Βρέθηκαν ξανά από τη διασημότητα στη μιζέρια. Και πολλοί ανησυχούν ότι η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί. «Τι θα κάνω σε τρεις μήνες από σήμερα; Θα πουλάω γλυκά στην παραλία;» ρωτάει ο μεταλλωρύχος Εντισον Πένα. «Αναρωτιέμαι τι έχει κάνει η κυβέρνηση για εμάς. Τίποτε. Φοβάμαι πολύ…».

Την Κυριακή οι μεταλλωρύχοι παρευρέθησαν σε Θεία Λειτουργία στον πρόχειρο καταυλισμό της ερήμου Ατακάμα όπου τους περίμεναν οι συγγενείς τους. «Είναι ωραίο να βρίσκομαι εδώ όπου ήταν οι οικογένειές μας» είπε ο Λουίς Ουρσούα, ο «αρχηγός» που εμψύχωνε τους άνδρες όσο βρίσκονταν στα έγκατα της γης. Ο καταυλισμός ξηλώνεται με γοργούς ρυθμούς. Ελάχιστες σκηνές και μερικά φορτηγά τηλεοπτικών συνεργείων παραμένουν στην περιοχή.

Η ζωή των διασωθέντων στις φτωχογειτονιές γύρω από το Κοπιάπο, την πρωτεύουσα της περιοχής Ατακάμα, μόνο σαπουνόπερα δεν θυμίζει. Οι περισσότεροι αναζητούν δουλειά αφού η εταιρεία των ορυχείων έχει χρεοκοπήσει. Λίγοι έχουν δεχθεί προσφορές: η FΙFΑ ζήτησε τον Φράνκλιν Λόμπος, πρώην ποδοσφαιριστή, για να εκφωνεί εμψυχωτικούς λόγους, ενώ ο πρόεδρος της Βολιβίας προσέφερε ένα μικρό αγρόκτημα στον Βολιβιανό Κάρλος Μαμάνι. Αλλοι πάλι δηλώνουν «αμετανόητοι» μεταλλωρύχοι. O Ομάρ Ρεϊγάδας λέει ότι θα επιστρέψει σε ορυχείο. «Είναι η δουλειά μου. Είμαι τυφλοπόντικας και είμαι χαρούμενος όταν βρίσκομαι κάτω από το έδαφος» δηλώνει.

Είναι τυχερός, γυρνάει στη Βολιβία
Ο εικονιζόμενος διασωθείς μεταλλωρύχος Κάρλος Μαμάνι, μετανάστης από τη Βολιβία, ζει σε παράγκα σε έναν χωματόδρομο της φτωχογειτονιάς Πάδρε Νέγρο, λίγο έξω από την πόλη Κοπιάπο. Τα 38 «σπίτια» της περιοχής δεν έχουν αποχέτευση ούτε πόσιμο νερό. Ο 24χρονος Μαμάνι και οι γείτονές του διανύουν καθημερινά μεγάλες αποστάσεις προκειμένου να φθάσουν στις δημόσιες βρύσες και να γεμίσουν μπιτόνια. Τη νύχτα είναι σκοτεινά και επικίνδυνα, δεν ξεμυτάει κανείς αν δεν υπάρχει ανάγκη. Διακινούνται ναρκωτικά και γίνονται κλοπές. Ο Μαμάνι όμως είναι από τους τυχερούς. Ετοιμάζεται να επιστρέψει στην πατρίδα του για να παραλάβει το μικρό αγρόκτημα που του υποσχέθηκε ο πρόεδρος Εβο Μοράλες. Ως τότε ο ίδιος και η γυναίκα του χρεώνουν, άγνωστο πόσο ακριβώς, κάθε δημοσιογράφο που τους ζητεί συνέντευξη.