Ωραίος ο νόμος για τη διευκόλυνση και την επιτάχυνση των ξένων επενδύσεων, αλλά και η ΕΣΕΕ, η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορικών Επιχειρήσεων έχει δίκιο όταν ζητεί να γίνει ανάλογος νόμος και για τις ελληνικές επενδύσεις. Το ζητούμενο αυτή τη στιγμή είναι οι επενδύσεις οποιουδήποτε ύψους και οποιασδήποτε εθνικότητας. Οι ξένες επενδύσεις άνω των 200 εκατ. ευρώ καλές είναι και μακάρι να έρθουν, αλλά με τη δομή της ελληνικής οικονομίας αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι να γίνουν πολλές μικρές επενδύσεις που θα δώσουν δουλειά όταν όλα κλείνουν.
Η παρέμβαση λοιπόν της κυβέρνησης θα πρέπει να είναι τέτοια που να βοηθήσει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να σταθούν, να αντέξουν την ύφεση και αν είναι δυνατόν να αναπτυχθούν κιόλας. Και δεν πρέπει να γίνει αυτό στη λογική των παλιών αναπτυξιακών νόμων με επιδοτήσεις που μπαίνουν στις τσέπες των επιδοτουμένων χωρίς να γίνονται επενδύσεις. Πρέπει να γίνει με χειρουργικές επεμβάσεις σε κλάδους που απασχολούν πολύ κόσμο, όπως είναι η οικοδομή, ο τουρισμός, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Σήμερα πρέπει να δοθούν ανάσες σε αυτούς τους κλάδους που στηρίζουν την ελληνική οικονομία. Το επιχείρημα «πώς θα γίνει ανάπτυξη χωρίς χρήματα» δεν ευσταθεί. Διότι υπάρχουν άλλοι σοβαροί λόγοι που εμποδίζουν την ανάπτυξη και η απαλοιφή τους θα προκαλέσει αυτομάτως κινητοποίηση των εγχωρίων κεφαλαίων. Αυτό μπορεί να γίνει μέσω της απλούστευσης των αδειοδοτήσεων και της απεξάρτησης του ιδιώτη επιχειρηματία από τους δημοσίους υπαλλήλους και τη διαφθορά της γραφειοκρατίας. Αυτά είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια για την ανάπτυξη τα οποία σε συνδυασμό με την έλλειψη χρημάτων οδηγούν σε κλείσιμο τις σημερινές επιχειρήσεις και ασφαλώς αποθαρρύνουν κάθε νέα προσπάθεια.
Ο υπουργός Ανάπτυξης κ. Μ. Χρυσοχοΐδης πρέπει να εξετάσει εις βάθος τον νόμο για την αδειοδότηση και να λάβει υπόψη του τις στρεβλώσεις που μέσω αυτού δημιουργεί η γραφειοκρατία. Το καλύτερο που θα είχε να κάνει είναι να απλουστεύσει τις διαδικασίες αδειοδότησης, να καταργήσει πολλά από τα άχρηστα χαρτιά που απαιτούνται μόνο και μόνο για να δυσκολέψουν τον επίδοξο επιχειρηματία και να τον κάνουν πιο δεκτικό στα λαδώματα, και κυρίως να μειώσει τη δυνατότητα των δημοσίων υπαλλήλων να κρίνουν αν ή όχι πληρούνται οι προϋποθέσεις αδειοδότησης. Και τέλος να αναγκάσει τις δημόσιες υπηρεσίες να απαντούν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα- π.χ. ενός μηνός- αν χορηγούν την άδεια λειτουργίας ή όχι. Και αν δεν έχουν απαντήσει αρνητικά σε αυτό το διάστημα να εννοείται ότι η άδεια εδόθη και οι δουλειές να προχωρούν. Ετσι θα έχουμε επιτάχυνση της ανάπτυξης χωρίς κόστος.