Την παραπομπή πέντε πρώην υπουργών της ΝΔ για την υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου προτείνει το ΠαΣοΚ στο πόρισμά του, που παραδόθηκε στον πρόεδρο της Βουλής μετά την ολοκλήρωση της έρευνας της Προανακριτικής Επιτροπής. Πρόκειται για τους Πέτρο Δούκα, Αλέξανδρο Κοντό, Ευάγγελο Μπασιάκο, Γιώργο Βουλγαράκη και Θεόδωρο ΡουσόπουλοΣτις ποινικές ευθύνες τριών υπουργών της Νέας Δημοκρατίας που υπέγραψαν διοικητικές πράξεις παραχώρησης δημοσίων εκτάσεων στη Μονή Βατοπεδίου, αντί της λίμνης Βισθωνίδας, συγκλίνουν τα πορίσματα των κομμάτων της αντιπολίτευσης, τα οποία παρέμειναν στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που διερευνά την υπόθεση. Παρά ταύτα, ο ΛΑΟΣ εκφράζει την βεβαιότητα πως τα όποια ενδεχόμενα αδικήματα των υπουργών, έχουν παραγραφεί (όπως και οι ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των υπουργών του ΠΑΣΟΚ που προσυπέγραψαν την παραχώρηση της λίμνης Βισθωνίδας στη Μονή), οπότε εισηγείται την μη παραπομπή τους, ενόψει του κινδύνου να αποτελέσει η παραπομπή, ένα «επικίνδυνο προηγούμενο διεύρυνσης του αξιοποίνου».
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος, προτείνει την παραπομπή των κ.κ. Δούκα, Κοντού και Μπασιάκου στο δικαστικό συμβούλιο, ενώ επιφυλάσσεται να τοποθετηθεί οριστικά στην Ολομέλεια της Βουλής, σε σχέση με τον Θ. Ρουσόπουλο και τον Γ. Βουλγαράκη. Η βλάβη του Δημοσίου, για την οποία ενέχονται οι τρεις πρώην υπουργοί, συνίσταται στον τρόπο με τον οποίον αναγνωρίστηκε η Μονή ιδιοκτήτρια της λίμνης και των παραλιμνίων εκτάσεων, όσο και στην «παράνομη» παράδοση στη Μονή, «ίσης ή και μεγαλύτερης αξίας ακίνητα σαν αντάλλαγμα».
Στις σχετικές θέσεις του κόμματος, που συνέταξε ο Αντώνης Σκυλλάκος, κατηγορείται επίσης το ΠΑΣΟΚ, ότι προστάτεψε τους δικούς του υπουργούς από τις πολιτικές και ενδεχόμενα ποινικές τους ευθύνες και προτάσσεται η θέση, ότι το πρόβλημα της Βισθωνίδας (και όλων των άλλων μοναστικών διεκδικήσεων), δεν είναι νομικό, αλλά πολιτικό: «Ο κίνδυνος παραμένει όσο θα παραμένει άθικτο το θεσμικό πλαίσιο με τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλα, τα σουλτανικά φιρμάνια, τα πατριαρχικά συγγίλια και άλλα παρόμοια. Πολιτική λύση πρέπει να δοθεί με νομοθετική ρύθμιση και όλες τις αναγκαίες αποφάσεις για την διασφάλιση των συμφερόντων του δημοσίου στην υπόθεση Βατοπεδίου» αναφέρει στις θέσεις του ο κ. Σκυλλάκος.
Παράλληλα δε, ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ, επισημαίνει την ανάγκη αλλαγής του νόμου περί ευθύνης υπουργών, ώστε τουλάχιστον, να ισχύει και για αυτούς η προθεσμία παραγραφής του ενδεχόμενου αδικήματός τους, που ισχύει και για τους απλούς πολίτες.
Αναλυτικότερα είναι τα πορίσματα των δύο μικρότερων κομμάτων, τα οποία κατηγορούν το ΠΑΣΟΚ για τον μη επακριβή προσδιορισμό της ζημίας του Δημοσίου (κατηγορία που απευθύνει από δική της σκοπιά, η ΝΔ) καθώς και για την άρνησή του να παρατείνει το χρονοδιάγραμμα των εργασιών της Προανακριτικής. Και τα δύο κόμματα, απαλλάσσουν τους πρώην υπουργούς για την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας, όχι όμως και από την κατηγορία της απιστίας.
Ο Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός, στα δικά του συμπεράσματα, εγκαλεί την πλειοψηφία ότι επέτρεψε να καταθέσει ο Κώστας Καραμανλής δια υπομνήματος, «κατά τρόπο δικονομικά απαράδεκτο», προκειμένου «να προστατευτεί από τυχόν κλήση του κου Σημίτη στην επιτροπή της Siemens». Κατά τα άλλα, ο ΛΑΟΣ εκκινεί από το συμπέρασμα ότι η Βισθωνίδα, ως κοινόχρηστη λίμνη, δεν χρειαζόταν να ανταλλαγεί με οικόπεδα – και κρίνει πως η ευθύνη των κ.κ. Κοντού και Μπασιάκου, έγκειται στις ανταλλαγές. Όσο για τον Πέτρο Δούκα, η ευθύνη του συναρτάται άμεσα με την κυριότητα της λίμνης, η οποία δεν έχει κριθεί τελεσίδικα απ΄ τα δικαστήρια. Για τον Θ. Ρουσόπουλο, οι ενδείξεις ότι υπήρξε «συντονιστής» του σκανδάλου, είναι αδύναμα, ενώ για τον Γ. Βουλγαράκη, δεν υπάρχουν καν απλές ενδείξεις για παράβαση καθήκοντος.
Σε κάθε περίπτωση, ο ΛΑΟΣ δεν προτείνει παραπομπή υπουργού της ΝΔ, καθώς τα αδικήματά τους έχουν παραγραφεί – και η εκδοχή του ΠΑΣΟΚ, πως συμβαίνει το αντίθετο (λόγω του ότι, ορισμένα απ? τα επίμαχα συμβόλαια υπεγράφησαν και μετά τις εκλογές του 2007), συνιστά «προκλητική και επικίνδυνη διεύρυνση του αξιόποινου».
Οι πορισματικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ξεκινούν με ένα κατηγορώ εναντίον των δύο μεγαλυτέρων κομμάτων, όχι μόνον για την αναγνώριση δικαιωμάτων της Μονής επί της λίμνης, αλλά και για το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο περί ευθύνης υπουργών, με το οποίο, οι μεν υπουργοί του ΠΑΣΟΚ δεν παραπέμπονται (αφού η κυβερνητική πλειοψηφία δεν είχε αναγνωρίσει άλλου είδους ενδεχόμενες ευθύνες πλην των πολιτικών ευθυνών), τα δε ενδεχόμενα αδικήματα των υπουργών της ΝΔ, έχουν παραγραφεί.
Επί της ουσίας της υπόθεσης, ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ως δεδομένη την κυριότητα του Δημοσίου επί της λίμνης και της όχθης της και προτείνει την παραπομπή σε δικαστικό συμβούλιο των κ.κ. Δούκα, Κοντού και Μπασιάκου, αναγνωρίζοντας πως το περιορισμένο χρονικό περιθώριο της Προανακριτικής Επιτροπής (ενάντια στη θέληση της ελάσσονος αντιπολίτευσης για παράταση των εργασιών), δεν επέτρεπε να συγκεντρωθεί υλικό, που θα μπορούσε ενδεχομένως να αναδείξει ή όχι ποινικές ευθύνες των κ.κ. Ρουσόπουλου και Βουλγαράκη. Έτσι, όπως στέκουν τα πράγματα, για τους δύο τελευταίους, δεν συντρέχουν επ
αρκείς ενδείξεις για τα αδικήματα της ηθικής αυτουργίας και της παράβασης καθήκοντος αντίστοιχα, αν και για τον πρώτο «η επαγωγική σκέψη οδηγεί σε εύστοχα συμπεράσματα σχετικά με το μέγεθος και τον χαρακτήρα της εμπλοκής του», ενώ για τον δεύτερο, στοιχειοθετείται «αμέλεια» για την ανίχνευση της ουσιαστικής νομιμότητας και εμμονή στην «τυπική νομιμότητα» – τα οποία ωστόσο δεν τιμωρούνται ως παράβαση καθήκοντος.
Υπενθυμίζεται τέλος, η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως εκφράστηκε το απόγευμα και σε συνέντευξη Τύπου των βουλευτών της, κ.κ. Τασούλα, Βόζενμπεργκ, Δένδια και Στυλιανίδη.
Κατά τον τομεάρχη ανθρωπίνων δικαιωμάτων του κόμματος, Νίκο Δένδια, «η Προανακριτική Επιτροπή, δεν μπορεί να εκδώσει πόρισμα, αφού δεν υπάρχει επίσημη αποτίμηση της ζημίας, δεν έχει ολοκληρωθεί ο διαχειριστικός έλεγχος της Μονής, δεν έχει τελεσιδικήσει η δικαστική διαμάχη για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της περιοχής της λίμνης Βισθωνίδας, δεν έχει ελεγχθεί η ροή μαύρου πολιτικού χρήματος, δεν έχει εκτιμηθεί η κατάθεση του αστυνομικού που ανέφερε πιέσεις να συναντηθεί η κατηγορούμενη Σταματίνα Μαντέλη με βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που μετείχαν στην Προανακριτική, δεν έχουν ερευνηθεί οι δοσοληψίες της εταιρείας TORCASO που φέρεται να είχε διαχειριστή συγγενικό πρόσωπο του κ. Τσοχατζόπουλου και εμφανίζεται και στην υπόθεση Ζήμενς, δεν έχουν εκτιμηθεί τα στοιχεία του κου Κοντού, ότι διαχρονικά έχουν παραχωρηθεί εκτάσεις αξίας 900 εκ. ευρώ σε διάφορα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου» ανέφερε ο κος Δένδιας.
Η ΝΔ, έκανε επίσης λόγο για «Βατογκέιτ του ΠΑΣΟΚ» και για «πολιτική σκευωρία ενόψει των εκλογών για την Τοπική Αυτοδιοίκηση» (Ε. Στυλιανίδης), αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να μην παραστεί, ούτε στην σχετική συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής, που θα συζητήσει το πόρισμα.
Ο γραμματέας της Κ.Ο. της ΝΔ, Κώστας Τασούλας πάντως, έσπευσε να διευκρινίσει πως «η ΝΔ εκφράζεται όπως εκφράζεται, επειδή πρόκειται περί μιας άθλιας σκευωρίας, ιδίως σε μια περίοδο που χρειάζεται ήρεμο πολιτικό κλίμα» Σε ερώτηση, εάν εξακολουθεί η ΝΔ να αναγνωρίζει «πολιτικές ευθύνες» των υπουργών της (όπως στο πόρισμα της πρώτης Εξεταστικής Επιτροπής), ο κος Δένδιας απάντησε πως «οι Εξεταστικές Επιτροπές προβλέπονται ως εργαλεία κοινοβουλευτικού ελέγχου. Εισήλθε η κρίση του ελληνικού λαού, οπότε δεν έχει νόημα να απαντήσουμε».
Και σε ερώτηση, σχετικά με τις απειλές των πρώην υπουργών της ΝΔ, πως θα στραφούν δικαστικώς ενάντια στα μέλη της Προανακριτικής Επιτροπής, ο Κ. Τασούλας απάντησε πως «δεν υπάρχει καθοδήγηση της ΝΔ για τις επιλογές των πρώην υπουργών», παρατηρώντας πάντως, ότι «η Δικαιοσύνη δεν υπάρχει μονάχα για τους καταγγελλόμενους, αλλά και για τους συκοφαντούντες».
Τέλος, σε ερώτηση εάν η Νέα Δημοκρατία πρόκειται ως κυβέρνηση, να προχωρήσει και σε άλλες ανταλλαγές ακινήτων με Μονές, εφόσον κρίνει ως επιτυχημένη την ακολουθηθείσα διαδικασία των ανταλλαγών, ο Ευρ. Στυλιανίδης απάντησε λέγοντας ότι «το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο πρέπει να μελετηθεί. Μέσα στο πρόγραμμά μας θα πρέπει να εφαρμόσουμε νέες μεθόδους, περισσότερο ανταποδοτικές για το δημόσιο συμφέρον». Σε κάθε περίπτωση, ο Κ. Τασούλας διευκρίνισε πως «η κουλτούρα απόδοσης δημόσιας περιουσίας για κοινωφελείς σκοπούς (όπως η πρόσφατη παραχώρηση έκτασης του Στρατού για την δημιουργία ογκολογικού νοσοκομείου), δεν πρόκειται να θιγεί».