Κανονικά, τούτες τις ημέρες θα εγκαινιαζόταν μεγάλη έκθεση της Ναταλίας Μελά στο Ντύσελντορφ. Η γλύπτρια την ανέβαλε για το 2011. Ηθελε άνεση χρόνου για να ετοιμάσει τα πολλά μικρά έργα που της ζητήθηκαν. Και δεν ήθελε να χάσει τις διακοπές της στις Σπέτσες. Καθόλου δεν ήθελε. «Μου αρέσει η ωραία ζωή». Κουβέντα και κολύμπι στον Αγιο Νικόλαο. Δελφίνι η κυρία Μελά, το καλοκαίρι χαίρεται καθημερινώς το νερό για ένα δίωρο. «Υπήρξα καλή κολυμβήτρια στο κρόουλ, αλλά κυρίως στο τένις διακρίθηκα. Πρωταθλήτρια Ελλάδος, πήρα χρυσό μετάλλιο στις 27 Οκτωβρίου 1940! Φέτος τον Μάιο με κάλεσαν στο Rolland Garros και ξανάζησα την έξαρση του παιχνιδιού. Μα και η τέχνη, παιχνίδι δεν είναι; Ετσι τη βλέπω, παίζω όταν εργάζομαι».
Εχοντας κλείσει στις 10 Ιουλίου τα 87, η καλλιτέχνις έπαιξε με την καρδιά της τούτη τη χρονιά. Ο Διόνυσος με έναν πάνθηρα υποτελή στα πόδια του, κοσμεί ήδη ένα αθηναϊκό σπίτι. Το άγαλμα της Αλίκης Διπλαράκου με νήμα της στάθμης στο δεξί χέρι, να αλφαδιάζει την ορθότητα των πραγμάτων, παραγγελία των παιδιών της, δεν απομακρύνθηκε από τη δημιουργό του. Καμαρώνει στην αυλή της οικογένειας Ράσσελ, στις Σπέτσες, πλάι στο μπαλκόνι της Νάτας, όπως τη λένε οι φίλοι. Και πολλά άλλα της φετινής συγκομιδής.
Ανδρική ειδικότης η γλυπτική, καθώς απαιτεί μυϊκή δύναμη. Συνήθως δε οι καλλιτέχνες φτιάχνουν πήλινο το πρόπλασμα και το τελικό έργο φιλοτεχνείται από μαρμαρογλύπτη ή άλλους τεχνίτες. Η κυρία Μελά σμιλεύει η ίδια την πέτρα ή κολλά το μέταλλο. «Διάλεξα τη γλυπτική γιατί μου φάνηκε εύκολο! Οι γονείς μου με προόριζαν για οικοδέσποινα με μια σειρά μαργαριτάρια στον λαιμό. Απείχα από το μοντέλο.Αλλωστε,ζήλευα τα αγορίστικα προνόμια του αδελφού μου,ξέφευγα από τα γυναικεία μέτρα.Στη Σχολή Καλών Τεχνών με δίδαξαν ο Δημητριάδης, ο Παριζιάνος Δημητριάδης, ο Τόμπρος, μεγάλος μάστορας στο μάρμαρο. Επιπλέον, τα απογεύματα εκτός Σχολής,σπούδαζα στο εργαστήριο του Απάρτη.Απεφοίτησα με βραβείο στο γυμνό. O πατέρας μου δυσανασχετούσε που σχεδίαζα γυμνούς άνδρες.Ευτυχώς η γιαγιά μου πλήρωνε τα μοντέλα. Πλήρωνε δηλαδή για τα ξύλα που καίγαμε, να μην παγώνουν οι άνθρωποι» εξηγεί γελώντας η συνομιλήτριά μας.
Παγωτό με καφέ θέλει η Νάτα. Εμείς γλειφόμαστε για χταπόδι στα κάρβουνα. Επιβιβαζόμαστε στο τρίκυκλο που η φίλη μας οδηγεί με δαιμονιώδες κέφι και ταχύτητα, κορνάροντας στο κάθε συναπάντημα. – Γεια σου, κυρά Νάτααα! χαιρετούν οι αμαξάδες. «Εδώ, στο Παλιό Λιμάνι, αγνάντι στο ναυάγιο, περάσαμε όλα τα παιδικά καλοκαίρια. Και δεν το διαλύαμε πριν δούμε την ανατολή στην Παναγιά την Αρμάτα» θυμάται η κυρία Μελά.
Θυμάται τον Λακαριέρ. Προτού ψήσουν το φαγκρί του δείπνου, η γλύπτρια σκάρωσε ένα καλούπι για τα μεταλλικά της ψάρια, με νομίσματα αντί για λέπια. Θυμάται τον Μουστακί. Πρωτοτραγούδησε τον «Μέτοικο» εδώ, στην ταράτσα του σπιτιού της. Ενώ από την άλλη στέγη του αθηναϊκού σπιτιού φυγάδευσε τη γειτόνισσα Ελένη Βλάχου στη δικτατορία. «Της φόρεσα μια κόκκινη περούκα και διέφυγε ανενόχλητη». Θυμάται πώς ο γιος της (ο αρχιτέκτονας Δημήτρης Κωνσταντινίδης) έφυγε με ψεύτικο διαβατήριο, καταλήγοντας στις ΗΠΑ. «Δεκάξι χρονών, ανησυχούσα, μα ευτυχώς βοήθησε η Τζέσυ, κόρη της Λουίζ ντε Βιλλμορέν,με το διαβατήριο του δικού της γιου και φιλοξένησαν τον Δημήτρη». Δεν καταδέχεται το παράπονο. Τουναντίον. Ευγνωμονεί την τύχη. «Τυχερή υπήρξα κατ΄ αρχήν γιατί γεννήθηκα Ελληνίδα,σε οικογένεια που μου έδωσε ευχές και χαρούμενη νιότη.Γιατί ο Θεός μού χάρισε την ικανότητα της δημιουργικής έκφρασης.Τυχερή,για τα παιδιά και τα εγγόνια και τους σημαντικούς φίλους που συναναστράφηκα. Ακόμη πιο τυχερή,γιατί ερωτεύθηκα και παντρεύτηκα έναν σπάνιο άνδρα!».
Τρίκυκλο ξανά, επιστροφή για σιέστα στο σπίτι. Κτίσμα, βεβαίως, του Αρη Κωνσταντινίδη. «Γνωριστήκαμε χάρις σ΄ ένα… τούβλο. Που έπεσε στο εργαστήριό μου και παρ΄ ολίγον… Ο ζωγράφος Γιώργος Μαυροΐδης,τότε,νοίκιασε ένα διαμέρισμα στο δικό μας κτίριο και ο Αρης το επισκεύαζε. Κατά λάθος έφυγε του εργάτη το τούβλο, βγήκα στην αυλή,φώναξα,ο Αρης κατέβηκε να γυρέψει συγγνώμην και με κάλεσε για μπάνιο. Κατεβαίναμε για μπάνια στην Πειραϊκή, τα ήξερε όλα. Παίζοντας με ένα κρόκαλο,είδα πως το έπιανε ακριβώς όπως κι εγώ.Κατάλαβα πως θα ταιριάζαμε,θα ευτυχούσαμε αν παντρευόμασταν, και του το πρότεινα.Ξαφνιάστηκε.Υφηγητής τότε στον Πικιώνη.Που προς τιμήν του μου είπε “ορθώς τον ερωτεύθηκες, ο Κωνσταντινίδης είναι καλύτερος από εμένα!”. Παντρευτήκαμε τον άλλο χρόνο».
Κοιτάζω γύρω. Μια μαύρη σιδερένια κατσίκα με καδένες για προβιά. Πολλά από τα έργα της Νάτας μού προξενούν έκρηξη χαράς. «Μα φυσικά, τη λύπη δεν θέλω να την απαθανατίσω» συμφωνεί η ίδια.
Ξεκούραστοι ξεκινάμε να πάρουμε το πλοίο της επιστροφής. Τρίκυκλο πάλι. Από τα 7 Πηγάδια, στο λιμάνι. Πόσο μεγάλες φάνταζαν οι αποστάσεις στα παιδικά μας μάτια… Τώρα όλα μίκρυναν. Εν τούτοις η Νάτα Μελά διατηρεί πάντα τη μεγαλοσύνη της. Γιατί είναι μυστηριωδώς και συνταρακτικά απλή.
ΕΓΓΟΝΗ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΜΕΛΑ
Ηπειρώτες οι Μελάδες (Παναγία σ(τ) ου Μελά, η Παναγία Σουμελά) και ο παππούς της, ο Παύλος Μελάς,σκοτώνεται 34 ετών,αφήνοντας χήρα την 32χρονη σύζυγό του, το γένος Δραγούμη.Μια γιαγιά ατσαλένια και ατσαλάκωτη, πρότυπο σθένους και ήθους για την εγγονή της.O πατέρας της,αξιωματικός επίσης,ύπαρχος αργότερα του βασιλιά,παντρεύεται κόρη Πεσματζόγλου. «Πεισματζόγλου σημαίνει πεισματάρης» διευκρινίζει η κυρία Μελά.
Νωρίς εντάσσεται στο ΕΑΜ, «στην πρώτη πεντάδα με τον Κίτσο Μαλτέζο, που είχε μεγάλη επιρροή στο Πανεπιστήμιο,τον Αξελό,τον Αδωνι Κύρου,τον Βύρωνα Μελά».Συνθήματα στους τοίχους,προκηρύξεις και έρανος χρημάτων.«Η πρόσβασή μου σε εύπορες οικογένειες βοήθησε. Ολοι ενίσχυαν την αντιναζιστική αντίσταση κι αν κινδύνευες και χτυπούσες μια πόρτα σε κρύβανε.Αντέγραφα αρχαϊκά αγάλματα που βουτούσα στο ξίδι,έψηνα στον φούρνο για γρήγορη οξείδωση και τα πουλούσα στους Γερμανούς για αυθεντικώς αρχαία» μας λέει εκείνη που ο Κατσίμπαλης αποκαλούσε «βασιλοκομμουνίστρια». Παραμένει άραγε;
«Κομμουνίστρια όχι.Τότε ακόμη ξέρεις τι μου κακοφαινόταν; Που έπρεπε να δηλώνουμε ποιος είναι το φλερτ μας.Δεν άρεσε στο κόμμα που το δικό μου φλερτ,ο Ανδρέας Καμπάς,δεν ανήκε στην Αριστερά. Μαζί του ήμουν στο Ζάππειο όταν είδα να σωριάζεται νεκρός λίγο παρακεί ο Μαλτέζος. Απεχώρησα.Οσο για το βασιλο, δεν επιθυμώ την επάνοδο του Κωνσταντίνου,μα θέλω να του φέρονται ανθρωπινά,να μη χλευάζεται.Δικαιούται να έχει τους τάφους και τους νεκρούς του,το σπίτι του.Και επειδή θα με ρωτήσεις,όχι,δεν ήμουν προσκεκλημένη στον γάμο του γιου του.Τα εγγόνια μου με θεωρούν υπερσυντηρητική. Πατριωτικά σκέφτομαι κυρίως» λέει.