Η έξοδος των πολυεθνικών

Η κίνηση της διοίκησης της Crown Ηellas Can να δρομολογήσει την αποχώρησή της από το Χρηματιστήριο της Αθήνας, παρά το αίτημα ομάδας επενδυτών μειοψηφίας προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για να θεωρηθεί η δημόσια πρότασή της προαιρετική και όχι υποχρεωτική, ήταν μια ευρέως αναμενόμενη εξέλιξη για την αγορά. Η πολιτική των πολυεθνικών ομίλων εξάλλου είναι να παραμένει η μητρική εταιρεία εισηγμένη στις βασικές αγορές της και να αποχωρούν οι θυγατρικές από τα άλλα χρηματιστήρια, ώστε να εκμεταλλεύεται μεταξύ άλλων και ορισμένα φορολογικά πλεονεκτήματα, τα οποία ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, εξαιτίας και της μακροοικονομικής της εικόνας, έχουν χαθεί προ πολλού.

Η κίνηση της διοίκησης της Crown Ηellas Can να δρομολογήσει την αποχώρησή της από το Χρηματιστήριο της Αθήνας, παρά το αίτημα ομάδας επενδυτών μειοψηφίας προς την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για να θεωρηθεί η δημόσια πρότασή της προαιρετική και όχι υποχρεωτική, ήταν μια ευρέως αναμενόμενη εξέλιξη για την αγορά.

Η πολιτική των πολυεθνικών ομίλων εξάλλου είναι να παραμένει η μητρική εταιρεία εισηγμένη στις βασικές αγορές της και να αποχωρούν οι θυγατρικές από τα άλλα χρηματιστήρια, ώστε να εκμεταλλεύεται μεταξύ άλλων και ορισμένα φορολογικά πλεονεκτήματα, τα οποία ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας, εξαιτίας και της μακροοικονομικής της εικόνας, έχουν χαθεί προ πολλού.

Ολα ξεκίνησαν πάντως λίγο νωρίτερα, την περίοδο της κορύφωσης της μεγάλης χρηματιστηριακής «φούσκας» των ελληνικών μετοχών (1999). Τότε η αγορά ανέμενε δημόσια πρόταση από την πολυεθνική Unilever για την εισηγμένη θυγατρική της Ελαΐδα, ενώ γνωστό λόμπι ανέβασε (λόγω και της μικρής σχετικά διασποράς της) τη μετοχή στα ύψη.

Πέρασαν χρόνια, η «φούσκα» των ελληνικών μετοχών είχε ξεφουσκώσει όταν και έλαβε τελικά χώρα η αναμενόμενη δημόσια προσφορά, ενώ συνολικά τα τελευταία χρόνια περισσότερες από 30 επιχειρήσεις εξήλθαν από το ΧΑ καθώς εξαγοράστηκαν πλήρως από τις μητρικές πολυεθνικές. Τα παραδείγματα των ΠαπαστράτοςΡhilip Μorris, Vodafone- Vodafone UΚ, Κωτσόβολος- Dixons Ιnteramerican-Εureko, Παυλίδης- Κraft Foods, Χάλυψ- Ciment Francais, Ελαΐς- Unilever, ΑΒ Βασιλόπουλος Delhaize κτλ. είναι ενδεικτικά, ενώ σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτήν έπαιξαν και τα επιχειρηματικά κεφάλαια (π.χ., Ηyatt- ΒC Ρartners, Νίκας- GCΙ Foods κτλ.).

Δεδομένης επίσης της μετοχικής σχέσης ορισμένων ακόμη εισηγμένων (π.χ., Lafarge – ΑΓΕΤ Ηρακλής, Rilken- Ηenkel, θυγατρικές ευρωπαϊκών τραπεζών, ιδίως αν δεν συμμετάσχουν- κάτι πολύ πιθανό- σε κινήσεις συγκέντρωσης στον κλάδο κτλ.), η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί.

Παρά τη φυγή όμως αρκετών εταιρειών από το ΧΑ, το γεγονός ότι οι εισηγμένες άντλησαν από το 1998 ως σήμερα περισσότερα από 55 δισ. ευρώ (έστω και εις βάρος των μικρομετόχων) οδήγησε τουλάχιστον έναν σκληρό πυρήνα εταιρειών, με πρωτοπόρο τον τραπεζικό κλάδο, στη μερική διεθνοποίησή τους.

Ετσι, αν και είναι εύλογο αρκετές ακόμη επιχειρήσεις να βρεθούν σε «ξένα χέρια», το θέμα είναι, αφού και το κράτος χρωστάει και πουλάει συμμετοχές, να μείνει κάτι και σε ελληνικά χέρια, καθώς μελλοντικά μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την επιχειρηματική κοινότητα, την ελληνική οικονομική διπλωματία, αλλά και την ανάπτυξη του ΧΑ περνάει και μέσα από την εδραίωση των ελληνικών εταιρειών στην ευρύτερη περιοχή.

mantik@tovima.gr

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.