Στην περίπτωση των αξιολογήσεων κρατικών χρεών από τους (αμφιβόλου αρμοδιότητος) οίκους ισχύει η αρχή «ενός κακού… δύο έπονται». Διότι καθώς είναι τρεις οι (αγοραία αδεία) τιμητές των δυνατοτήτων κάθε χώρας να τιμήσει τις δανειακές της υποχρεώσεις, μόλις ένας εξ αυτών υποβαθμίσει μια χώρα, ακολουθούν και οι άλλοι δύο. Συνήθως ακολουθούν και στις περιπτώσεις αναβαθμίσεων, όχι όμως με τη σπουδή που επιδεικνύουν όταν πρόκειται να πράξουν το «κακό»- για να… προστατεύσουν βεβαίως τους επενδυτές. Κατά συνέπεια, μετά την υποβάθμιση της Ιρλανδίας από τη Μoody΄s, όλοι ανέμεναν την υποβάθμιση της χώρας και από τους άλλους δύο οίκους, τον Fitch και τον Standard & Ρoor΄s. Χθες ήταν η ημέρα της Fitch.
Η υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ιρλανδίας από τη Fitch στη βαθμίδα Α+ από τη βαθμίδα ΑΑ- ήταν απότοκη της «καταρράκωσης του ηθικού των καταναλωτών που είδαν το κόστος εξυγίανσης του τραπεζικού τομέα της χώρας να εκτινάσσεται στα ύψη, την ώρα που η αρμόδια για τον χρηματοοικονομικό τομέα εποπτική Αρχή προειδοποίησε για περισσότερες κακές ειδήσεις που έπονται, καθώς η αγορά ακινήτων της χώρας συνεχίζει να επιδεινώνεται» – η εξήγηση ανήκει στους ανταποκριτές του βρετανικού πρακτορείου Reuters στο Δουβλίνο. Τα spreads του δεκαετούς ομολόγου της ιρλανδικής κυβέρνησης αυξήθηκαν από τις 420 στις 425 μονάδες βάσης και του πενταετούς στις 437,4 από τις 450,8 μονάδες βάσης.
Ο ιρλανδός πρωθυπουργός Μπράιαν Κάουεν δήλωσε χθες ότι η κυβέρνησή του θα προχωρήσει σε νέες αυξήσεις φόρων και σε νέες περικοπές δαπανών για να επαναφέρει σε τάξη τα δημοσιονομικά μεγέθη και να αμβλύνει την κρίση χρέους στην οποία έχει βυθιστεί η χώρα του. Σημειωτέον ότι η απόφαση της κυβέρνησης Κάουεν να χορηγήσει πρόσθετα κονδύλια για να διασώσει την τράπεζα Αnglo Ιrish Βank από την κατάρρευση είχε ως αποτέλεσμα να εκτιναχθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ιρλανδίας από το 14% στο 32% ως ποσοστό του ΑΕΠ! Η υποβάθμιση της Ιρλανδίας από τη Fitch είχε επιπτώσεις σε όλη την ευρωζώνη. Δεν ανέβασε μόνο τα ελληνικά spreads, αλλά και τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων, που αποτελούν ως γνωστόν το σημείο εκκίνησης για τον καθορισμό του κόστους δανεισμού των άλλων κυβερνήσεων της ευρωζώνης.