ΛΟΝΔΙΝΟ Τουλάχιστον 45 εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια το διάστημα 1958-1961 εξαιτίας του «Μεγάλου Αλματος προς τα Εμπρός» του Μάο Τσε Τουνγκ, εκτιμά ο βρετανός ιστορικός Φρανκ Ντίκφτερ, ο πρώτος ερευνητής που απέκτησε πρόσβαση στα αρχεία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας.
«Ο αριθμός των ανθρώπων που εργάστηκαν, πείνασαν ή ξυλοκοπήθηκαν μέχρι θανάτου στην Κίνα μέσα σε αυτά τα λίγα χρόνια είναι τεράστιος… αν σκεφτούμε ότι κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου σκοτώθηκαν συνολικά 55 εκατομμύρια άνθρωποι. Ο αριθμός κατατάσσει τον “Μεγάλο Τιμονιέρη” στην κορυφή του μακάβριου καταλόγου των μεγαλύτερων κατά συρροή δολοφόνων της παγκόσμιας ιστορίας» λέει ο ιστορικός στην εφημερίδα «Τhe Ιndependent».
Μιλώντας στο Λογοτεχνικό Φεστιβάλ Γούντστοκ, o κ. Ντίκφτερ είπε ότι όταν ο Μάο επέβαλε το « Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός », σε μια προσπάθεια να ανταγωνιστεί την οικονομία της καπιταλιστικής Δύσης, έγινε ο αρχιτέκτονας « μίας από τις χειρότερες καταστροφές που γνώρισε ποτέ ο κόσμος».
Αφού μελέτησε την κινεζική αγροτική ιστορία την τετραετία που έμεινε γνωστή ως «περίοδος του Μεγάλου Λιμού», ο Βρετανός συνέκρινε τα συστηματικά βασανιστήρια, τη βία, τη λιμοκτονία και τις δολοφονίες στην ύπαιθρο της Λαϊκής Κίνας με τις χειρότερες ακρότητες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Τα στοιχεία στα οποία βασίστηκε δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθούν, αλλά ούτε και να επιβεβαιωθούν, αφού είναι ο μόνος ιστορικός που τα έχει μελετήσει μετά τον αποχαρακτηρισμό τους από το καθεστώς της Κίνας, το 2006.
Ο κ. Ντίκφτερ υποστήριξε ότι αυτή η περίοδος της κινεζικής ιστορίας είναι από τις πλέον αιματηρές στην Ιστορία. « Μπορεί να συγκριθεί με τα γκουλάγκ και το Ολοκαύτωμα, ως ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα του 20ού αιώνα. Εχει αναλογίες με τη γενοκτονία στην Καμπότζη επί Ερυθρών Χμερ, μόνο που ήταν 20 φορές χειρότερη» είπε.
Στο βιβλίο του με τίτλο « Ο Μεγάλος Λιμός του Μάο:Η Ιστορία του Πιο Καταστροφικού Αφανισμού στην Κίνα», γράφει ότι εξαιτίας του πολέμου που είχε ξεσπάσει μεταξύ των χωρικών και των κομματικών δυνάμεων, «καταστράφηκε το ένα τρίτο όλων των σπιτιών της χώρας ώστε να υπάρξει χώρος για καλλιέργειες σε γόνιμα εδάφη». Εκατομμύρια πέθαναν από τον λιμό που ακολούθησε την καταστροφή της αγροτικής παραγωγής.
Σύμφωνα με τον κ. Ντίκφτερ, τα αρχεία της Υπηρεσίας Δημόσιας Ασφάλειας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας αποκαλύπτουν ότι τα στελέχη του κόμματος έβλεπαν τους αγρότες σαν «αριθμούς, σαν ένα απρόσωπο εργατικό δυναμικό».
«Η τιμωρία για όσους διέπρατταν μικροαδικήματα, όπως η κλοπή μιας πατάτας, ήταν εξαιρετικά δυσανάλογη και απάνθρωπη. Ακόμη και αν ο δράστης ήταν ένα μικρό παιδί, το έδεναν και το έριχναν σε μια λίμνη. Γονείς υποχρεώνονταν να θάβουν ζωντανά τα παιδιά τους ή να τα λούζουν με περιττώματα και ούρα…».
Οταν ο «Μεγάλος Τιμονιέρης» έφερε τον λιμό
Το 1958, ο Μάο Τσε Τουνγκ κηρύττει το «Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός». Στόχος του ήταν να μετατρέψει ταχύτατα την αγροτική Κίνα σε κομμουνιστική κοινωνία με δύο πυλώνες: την κολεκτιβοποίηση και την εκβιομηχάνιση.
Η αχανής χώρα σύρθηκε σε έναν πυρετό παραγωγής χάλυβα από κάθε είδους κατασχεθέν μεταλλικό αντικείμενο: από κάγκελα μέχρι κρεβάτια, ακόμη και καραβάνες και χύτρες.
Η αγροτική παραγωγή τινάχθηκε στον αέρα, οι ιδιωτικές καλλιέργειες απαγορεύτηκαν, οι Κινέζοι, ιδίως στην ύπαιθρο, πέθαιναν κατά εκατομμύρια από ασιτία.
Το «Μεγάλο Αλμα προς τα Εμπρός» εγκαταλείφθηκε το 1961, έχοντας αποδειχθεί μία βαρβαρότητα που συνοδεύτηκε από ανθρωπιστική, οικονομική και οικολογική καταστροφή.