Επιστροφή στην πρώτη αφορμή· τρισέλιδο κείμενο, με δραματικό τίτλο και μότο σολωμικό, γραμμένο από τον ποιητή Αγγελο Σικελιανό στα σαρανταεπτά του χρόνια και δημοσιευμένο στο ιδρυτικό «Ελεύθερο Βήμα», σε εποχή κρίσιμη (2 Νοεμβρίου του 1931). Αιτία, πρόθεση και στόχος του κειμένου ομολογούνται στην πρώτη, προγραμματική παράγραφό του, που αντιγράφεται, για να φανεί το γενναίο ήθος της:
«Αν οποιεσδήποτε αιτίες συντηρητικής ή καιροσκοπικής πολιτικής δικαιολογούνε την ελληνική κυβέρνηση, για την εφεκτική της στάση ως προς το ζήτημα της επαναστάσεως της Κύπρου, ασφαλώς όμως τίποτε δεν θα μπορούσε να δικαιολογήσει, έπειτα απ΄ τα ύστερα προπάντων γεγονότα, οποιονδήποτε σκεπτόμενον και αισθανόμενον Ελληνα, που θα δίσταζε την ώρα αυτή να το αντικρίσει, όχι μόνον με το φως του τοπικού κυπριακού μαρτυρίου, αλλά και με το φως ολόκληρης τη σύγχρονής μας ιστορίας, και, σε αναλογία με την έκταση αυτού του φωτισμού, να το προβάλει τόσο στην ψυχή ολόγυρα του ηθικά και εθνικά, αλληλέγγυου λαού, όσο και στην ίδια την ψυχή του λαού της Βρετανίας και, σιμά σε τούτη, στην ψυχή ακέριου του πολιτισμένου κόσμου.» Σύνθετος μονοπερίοδος λόγος δώδεκα τυπωμένων σειρών, συνταγμένος με κρίσιμα, ομολογημένα και υπονοούμενα, στοιχεία. Στα ομολογημένα εξέχει η «επανάσταση της Κύπρου», που καθ΄ οδόν ονομάζεται «μαρτύριον της Κύπρου»· οριακό γεγονός, που προσέκρουσε στη «συντηρητική και καιροσκοπική πολιτική» της τέως ελληνικής κυβέρνησης. Στα υπονοούμενα εξάλλου ανήκουν: οι δισταγμοί και το έλλειμμα αλληλεγγύης του ελληνικού λαού προς τον κυπριακό λαό· η βίαιη (τελικώς ανιστόρητη και απολίτιστη) αντίδραση της Βρετανίας. Ενδιαμέσως συμπλέκεται το χρέος εναγώνιας συμπαράστασης στον αγωνιζόμενο λαό της Κύπρου, χρέος που χρεώνεται σε κάθε «σκεπτόμενον και αισθανόμενον Ελληνα».
Μετά διευρύνονται και εμβαθύνονται τα νοούμενα και υπονοούμενα στοιχεία: προπαντός ο κυνισμός και η υποκρισία της αποικιοκρατικής βρετανικής πολιτικής, εν ονόματι δήθεν του εκπολιτισμού των αποίκων. Και το κείμενο απολήγει σε προτροπή για «παλλαϊκό συναγερμό του μέσα και του έξω ελληνισμού» προς αναγνώριση της ελληνικότητας του νησιού και υπεράσπιση της αυτοδιάθεσής του. Γιατί «η σιωπή και του πιο ασήμαντου την ώρα τούτη έλληνα πολίτη πιέζει, παραπάνω από κάθε ξένη βία […] την ψυχή της Κύπρου.» Εγραφα τις προάλλες πως χρειάζονται συγκεκριμένα ιστορικά συμφραζόμενα της πρώιμης αυτής κυπριακής εξέγερσης, για να εκτιμηθεί, όσο και όπως πρέπει, η ανεπίληπτη χειρονομία του Αγγελου Σικελιανού. Ο χώρος δεν επιτρέπει λεπτομέρειες. Κεφαλαιωδώς μόνον υπενθυμίζονται κάποια κρίσιμα σημεία της συμβολικής αυτής υπόθεσης, που κατά κανόνα αγνοούνται:
Η ηρωική εξέγερση των Κυπρίων εγκαινιάζεται τον Οκτώβριο του 1931, με διάγγελμα του Μητροπολίτη Κιτίου Νικοδήμου. Στις 21 Οκτωβρίου ξεσπούν σοβαρά επεισόδια, που καταλήγουν στον εμπρησμό κυβερνητικών και αστυνομικών αυτοκινήτων αλλά και του Κυβερνείου, που αντιμετωπίζεται από τους Αγγλους με φονικούς πυροβολισμούς. Η εξέγερση γενικεύεται, καταπλέουν προς καταστολή της τέσσερα βρετανικά πλοία στα λιμάνια του νησιού, και επιβάλλεται στρατιωτικός νόμος. Στο μεταξύ πολλοί σκοτώνονται και τραυματίζονται, περισσότεροι συλλαμβάνονται και απευλάνονται. Η εξέγερση τελικώς ελέγχεται, και η αποικιοκρατική εξουσία μεταλλάσσει σε δικτατορία, καταλύοντας και τα τελευταία ίχνη ελευθερίας των Κυπρίων. Τα συγκεκριμένα γεγονότα επονομάστηκαν «Οκτωβριανά», σηματοδοτώντας μια κρίσιμη αιχμή στον κυπριακό αγώνα απεξάρτησης από την αγγλοκρατία, η αρχή της οποίας ανάγεται ήδη στο 1878· το τέλος της έληξε τυπικά το 1950.
Δεν φαίνεται να συγκίνησε ιδιαίτερα ούτε την τέως κυβέρνηση ούτε και τους τέως διανοουμένους το εγερτήριο σάλπισμα του Σικελιανού, γεγονός που ενισχύει τη συμβολική του σημασία. Εγκαινιάζει μάλλον ένα αντιπροσωπευτικό ελλαδικό παρελθόν, που εισχώρησε εφεξής, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο διαδοχικό νεοελληνικό παρόν, με πιθανότητες να επισκιάσει και το προσεχές μέλλον· προδηλώνοντας μια γενικότερη ελλαδική αμηχανία μπροστά στο ανοιχτό ακόμη πρόβλημα της Κύπρου. Ιχνη εξάλλου της αμηχανίας αυτής εύκολα ανιχνεύονται και σε κάποια ελλαδικά κείμενα που φιλοξενούνται στο αφιερωτικό τεύχος του περιοδικού η λέξη, όπου αναδημοσιεύεται ασχολίαστο το γενναίο κείμενο του Σικελιανού.
Το οποίο, εκτός των άλλων, προσφέρει την ευκαιρία για δίκαιη επανεκτίμηση της εθνικής και πολιτικής εγρήγορσης του λευκαδίτη ποιητή σε δύσκολες και απαιτητικές εποχές της νεοελληνικής μας ιστορίας. Οπως αυτή, και αργότερα η εποχή της γερμανικής Κατοχής και της γενναίας Αντίστασης, για την οποία υπάρχει και ομότιτλο ποίημα του Σικελιανού. Περί αυτού ίσως άλλη φορά.