Oλοι σχεδόν οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς έχει να αντιμετωπίσει προβλήματα τα οποία είναι δύσκολο να επιλυθούν. Τα προβλήματα αυτά επιδρούν και στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα. Η εύρεση και ανάλυση των λόγων για τους οποίους δημιουργήθηκαν τα προβλήματα αυτά έχει περισσότερο ιστορικό ενδιαφέρον, καθώς δεν θα προσφέρει σημαντική βοήθεια στην επίλυση των λαθών, αλλά στη μη επανάληψή τους. Το ερώτημα είναι τι θα πρέπει να κάνουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στους χαλεπούς αυτούς καιρούς.
1. Οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν μείωση της ζήτησης των προϊόντων και των υπηρεσιών που προσφέρουν στην ελληνική αγορά. Οσες επιχειρήσεις δεν το αντιμετωπίζουν άμεσα, θα πρέπει να αναμένουν τον ερχομό της. Η μείωση της ζήτησης είναι επακόλουθο της μείωσης των εισοδημάτων των ελλήνων καταναλωτών, αλλά και της περιοριστικής πολιτικής (μείωσης των δημοσίων δαπανών) την οποία είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση.
2. Θα πρέπει να αναμένουν μια καθυστέρηση στην είσπραξη των απαιτήσεών τους, αλλά και μια αύξηση στο ποσό των ανείσπρακτων απαιτήσεών τους. Πολλές επιχειρήσεις το αντιμετωπίζουν ήδη το πρόβλημα αυτό, αλλά και όσες δεν το αντιμετωπίζουν έντονα στο παρόν, θα πρέπει να αναμένουν να το αντιμετωπίσουν στο μέλλον. Οι πελάτες των ελληνικών επιχειρήσεων, λόγω της επιδεινούμενης οικονομικής τους κατάστασης, με την πάροδο του χρόνου θα καθυστερούν, όλο και περισσότερο, να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και είναι πολύ πιθανόν να αυξάνεται το ποσοστό αυτών που θα αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Αρα θα πρέπει να αναμένουν να εισπράττουν λιγότερα και αργότερα.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι τι μπορούν να κάνουν. Η απάντηση θα πρέπει να δοθεί από την κάθε επιχείρηση ξεχωριστά, καθώς η καθεμιά δρα σε ένα ξεχωριστό περιβάλλον και επομένως θα πρέπει να εκπονήσει το δικό της σχέδιο δράσης.
Συνοπτικά, υπάρχουν οι εξής λύσεις:
– Το πρώτο είναι η επιβίωση. Αρα ο πρωταρχικός σκοπός των σχεδίων δράσης των επιχειρήσεων στους δύσκολους καιρούς που έρχονται, θα πρέπει να είναι η επιβίωσή τους. Ολα τα άλλα έπονται. Μεγαλεπήβολα σχέδια, που θα θέτουν σε κίνδυνο την επιβίωση της επιχείρησης, θα πρέπει να αποφεύγονται πάση θυσία.
– Ο πρωταρχικός αυτός σκοπός οδηγεί στη δεύτερη πρόταση, που είναι η μείωση των κινδύνων. Δεν είναι καιρός για ριψοκίνδυνα σχέδια. Στα χρηματοοικονομικά συχνά αναφερόμαστε σε αυτούς που αναλαμβάνουν κινδύνους (risk takers) με την κατάλληλη ανταμοιβή, σε αντιδιαστολή με όσους αγαπάνε τον κίνδυνο (risk lovers). – Το τρίτο μέτρο έχει να κάνει με τον περιορισμό του κόστους της επιχείρησης. Εδώ θα πρέπει να περικοπεί ό,τι μπορεί να περικοπεί. Στο μέτρο αυτό, εκτός από τις μειώσεις μισθών, περιλαμβάνονται φυσικά και περικοπές στις θέσεις εργασίας.
– Το τρίτο μέτρο μάς οδηγεί στο τέταρτο. Αν καταφέρετε και μειώσετε τα κόστη της επιχείρησης, τότε θα μπορέσετε να γίνετε και πιο ανταγωνιστικοί, μειώνοντας τις τιμές σας. Ο σκοπός είναι να γίνετε πιο ανταγωνιστικοί αυξάνοντας το μερίδιό σας στην αγορά, ή τουλάχιστον διατηρώντας το, και όχι να μειώσετε τα έσοδά σας με μείωση των τιμών σας. Θυμηθείτε ότι η ζήτηση θα μειώνεται με την πάροδο του χρόνου και άρα η αγορά θα συρρικνώνεται.
Τέλος, θα πρέπει να ψάξετε για νέες αγορές. Εφόσον αναμένεται ότι η ελληνική αγορά στην οποία δραστηριοποιείστε θα έχει σημαντικά προβλήματα, τα οποία θα αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου, η μόνη διέξοδος είναι η εύρεση νέων αγορών.
Ο κ. Δημήτρης Βασιλείου είναι καθηγητής Τραπεζικής Διοίκησης στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ο κ. Νικόλαος Ηρειώτης αναπληρωτής καθηγητής Λογιστικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.