Ρυθμοί αργοί, σχεδόν νωχελικοί, αλλά και πιο ανθρώπινοι. Κοντά στη φύση, στον καθαρό αέρα και στις έννοιες της συλλογικότητας ή της κοινότητας, που επιβιώνουν ακόμη. Μια νέα αρχή στην Περιφέρεια, αλλά και ένα παράθυρο στη μακροζωία, όπως αναφέρουν όλο και συχνότερα επιστημονικές έρευνες. Γεγονός πάντως είναι ότι στην Ελλάδα όλο και περισσότεροι όχι μόνο σκέφτονται τη διαμονή και την εργασιακή αποκατάσταση στην Περιφέρεια, αλλά λαμβάνουν τη σχετική γενναία απόφαση και αγκαλιάζουν την άλλοτε παρατημένη και εγκαταλειμμένη ύπαιθρο χώρα.
Τον δρόμο της επιστροφής στην ελληνική περιφέρεια ακολουθούν τα τελευταία χρόνια και πολλοί κάτοικοι της Αθήνας. Ξεκινώντας τη λειτουργία ενός ξενώνα στα Ζαγοροχώρια. και συγκεκριμένα στο χωριό Ανω Πεδινά, ο 45χρονος επιχειρηματίας κ. Γιάννης Αυλωνίτης έριξε μαύρη πέτρα πίσω του και εγκατέλειψε την Αθήνα. «Ηταν όνειρο ζωής να ζήσω στην επαρχία. Πίστευα και πιστεύω ότι μου ταιριάζουν περισσότερο οι ρυθμοί της» λέει. Στο ηπειρώτικο χωριό ζει και δραστηριοποιείται τα τελευταία τριάμισι χρόνια. Νωρίτερα, όταν εργαζόταν ως εμπορικός αντιπρόσωπος, «το πρώτο μέλημά μου ήταν να ταξιδεύω στην Περιφέρεια με κάθε ευκαιρία, ακόμη και με διάφορες προφάσεις, αν ήταν εφικτό».
Την καθημερινότητά του τη χαρακτηρίζει «απλώς, υπέροχη». «Οταν φι λοξενούμε κόσμο στον ξενώνα,θα ξυπνήσω για να προετοιμάσουμε το πρωινό.Οταν έχω ελεύθερο χρόνο,θα πιω τον καφέ μου με θέα το οροπέδιο των Πεδινών.
Θα διαβάσω τα βιβλία μου, θα παρακολουθήσω τα σεμινάρια μαγειρικής ή τις εκδρομές για αναζήτηση μανιταριών που κάνει ο τοπικός πολιτιστικός σύλλογος,θα συμμετάσχω στις πεζοπορικές εκδρομές και στο ράφτινγκ στον Βοϊδομάτη,στον Αώο και στον Αραχθο». Το αντίστοιχο 24ωρο στην Αθήνα τού θυμίζει «έναν εφιάλτη που τέλειωσε». «Ξύπνημα στις 8, μία ώρα μέσα στο αυτοκίνητο να πάω στο γραφείο και μία να γυρίσω, πρωινός καφές στο πόδι, ωράριο ως αργά το απόγευμα και ύπνο με την τηλεόραση ανοιχτή και το νανούρισμα των σίριαλ στον καναπέ» περιγράφει ο κ. Αυλωνίτης.
«Οι ρυθμοί ζωής στην ύπαιθρο είναι σαφώς και αντικειμενικά καλύτεροι, πιο κοντά στις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων» επισημαίνει η κλινική ψυχολόγος κυρία Μίνα Χριστοπούλου, υπογραμμίζοντας ότι «η εξοικονόμηση χρόνου στις μετακινήσεις,η αύξηση του ελεύθερου χρόνου,η άμεση επαφή με τη φύση,η συρρίκνωση του κόστους ζωής, καθώς οι οικονομικές απαιτήσεις είναι λιγότερες και μικρότερες, εξασφαλίζουν ηρεμία, ευφορία και θετικότερη αντιμετώπιση της ζωής».
«Η μακροζωία είναι στοιχείο,θα έλεγα, συνυφασμένο με τη ζωή στην ύπαιθρο. Τόσα χρόνια, υπηρετώντας σε διάφορα νησιά- την Πάτμο,την Κάλυμνο,τους Λειψούς τώρα-, διαπιστώνω ότι υπάρχουν πολλοί υπερήλικοι που διατηρούν καλή υγεία και κυρίως αυτοεξυπηρετούνται άρτια. Πού αλλού να αποδοθεί αυτό παρά στα οφέλη των ρυθμών ζωής της επαρχίας;» τονίζει από την πλευρά του ο γιατρός, παθολόγος την ειδικότητα, κ. Γιώργος Τσουκαλάς. Εχοντας ζήσει περίπου μία δεκαετία στην Αθήνα, ο κ. Τσουκαλάς δεν συνήθισε ποτέ «τους εξοντωτικούς, απάνθρωπους ρυθμούς ζωής. Μόλις αποφοίτησα από την Ιατρική Σχολή και πήρα, αργότερα, την ειδικότητα, δεν το σκέφτηκα στιγμή. Εφυγα.Πρώτα στην Πάτμο και μετά σε άλλα νησιά των Δωδεκανήσων,στις Κυκλάδες και τώρα στους Λειψούς». Ο κ. Τσουκαλάς εντοπίζει τις πιο σημαντικές, ποιοτικές διαφορές της ζωής στην ύπαιθρο από τη ζωή στην Αθήνα «στον περισσότερο ελεύθερο χρόνο και στη δυνατότητα να ρυθμίσεις τη ζωή σου σαν να βρίσκεσαι μονίμως σε διακοπές. Εξάλλου και τα όποια προβλήματα με τις κακοκαιρίες του χειμώνα και τους αποκλεισμούς μόνο προσωρινά είναι. Η ζωή ξαναμπαίνει σύντομα στους ρυθμούς της και πάντα υπάρχει η δυνατότητα για μια καλή τονωτική και αναζωογονητική βουτιά στη θάλασσα» καταλήγει.
ΒΡΕΤΑΝΙΑ
Δύο ως τέσσερα επιπλέον χρόνια ζωής
Σ το Ηνωμένο Βασίλειο η… έξοδος προς τα αγροκτήματα και τις κωμοπόλεις της υπαίθρου κέντρισε το ενδιαφέρον της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας από την πλευρά του οφέλους για τη δημόσια και ατομική υγεία. Τα αποτελέσματα υπήρξαν αποκαλυπτικά. Σε ένα βάθος εξαετίας (2001-2007) διαπιστώθηκε ότι οι κάτοικοι στην αγγλική ύπαιθρο, αλλά και όσοι επέλεγαν στο μεσοδιάστημα να εγκαταλείψουν τα μεγάλα αστικά κέντρα, είχαν αυξήσει το προσδόκιμο ζωής τους από δύο ως τέσσερα χρόνια, ενώ και η ποιότητα ζωής τους συνολικά είχε βελτιωθεί από οικονομική και κοινωνική σκοπιά.
Περισσότερος ελεύθερος και διαθέσιμος χρόνος για δημιουργικές δραστηριότητες, για την οικογένεια και για το φιλικό περιβάλλον, ευκαιρίες για χόμπι που άπτονται της ζωής κοντά στη φύση, σύσφιγξη των κοινωνικών επαφών και σχέσεων, επαρκέστερη οικονομική κάλυψη των προσωπικών και οικογενειακών αναγκών είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που συνέβαλαν στην αποβολή του όποιου άγχους, στη βελτίωση της διατροφής και στην αύξηση της σωματικής άσκησης, θεμελιωδών παραγόντων για τη διατήρηση της καλής υγείας και για την επίτευξη μακροημέρευσης.