Σε αναμμένα κάρβουνα κάθονται από την περασμένη εβδομάδα τα πιο ισχυρά λόμπι των hedge funds και των άλλων κερδοσκοπικών και επενδυτικών κεφαλαίων σε όλον τον κόσμο. Αναμένουν με αγωνία να δουν αν η απαγόρευση μιας από τις πλέον κερδοφόρες δραστηριότητές τους, των πωλήσεων τίτλων που δεν κατέχουν (naked short-selling), την οποία επέβαλε μονομερώς η Γερμανία στα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης, θα ενταχθεί στο γενικότερο πλαίσιο της συζήτησης που διεξάγεται για τους αυστηρότερους κανονισμούς και την επιβολή διαφάνειας που θα διέπουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ομάδας του G20 γενικότερα. Η ομάδα αυτή αποτελείται από από τις επτά πλουσιότερες χώρες (G7) και από τις σημαντικότερες αναδυόμενες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης της Κίνας, της Βραζιλίας, της Ινδίας και της Ρωσίας.
Η Wall Street της Νέας Υόρκης και το λονδρέζικο City, τα δύο μεγαλύτερα χρηματοοικονομικά κέντρα του κόσμου, έχουν αποτρέψει ως σήμερα τις οποιεσδήποτε μεταρρυθμιστικές προσπάθειες. Λυσσαλέες ήταν οι προσπάθειες της προηγούμενης βρετανικής κυβέρνησης του Γκόρντον Μπράουν ώστε να αποτρέψει διατάξεις που θα έθεταν περιορισμούς στα λονδρέζικα hedge funds. Αλλά και ο νέος βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν δήλωσε ότι διαφωνεί με τα νέα μέτρα που προωθούν οι Βρυξέλλες και ότι οι ευρωπαίοι συνάδελφοί του εκθέτουν σε «έναανταγωνιστικό μειονέκτημα» το Λονδίνο. Παρόμοιους φόβους έχει διατυπώσει και ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τίμοθι Γκάιτνερ. Σε επιστολή που έστειλε στον Επίτροπο για την εσωτερική αγορά της ΕΕ και αρμόδιο για την εποπτεία των χρηματοπιστωτικών αγορών Μισέλ Μπαρνιέ, εξέφραζε τις ανησυχίες του για το ενδεχόμενο ύπαρξης «μεροληπτικών διατάξεων κατά των αμερικανικών ιδρυμάτων» και προειδοποιούσε για αντίποινα σε ευρωπαϊκά ιδρύματα από το Κογκρέσο.
Εμφανής ήταν η οργή των επικεφαλής των hedge funds μετά την ενέργεια του Βερολίνου να απαγορεύσει το «naked» short-selling στα κρατικά ευρωομολόγα, στις δέκα σημαντικότερες μετοχές του τραπεζικού τομέα και στα ακάλυπτα συμβόλαια ασφάλισης κινδύνου πτώχευσης (CDS) των κρατικών ομολόγων της ευρωζώνης και των οποίων οι συναλλαγές διενεργούνται εντός της Γερμανίας. Ορισμένοι από τους πανίσχυρους αυτούς κερδοσκόπους προειδοποίησαν ότι οι πολιτικές αυτές θα σύρουν σε ύφεση τον κόσμο. Υποστήριξαν επίσης ότι είναι ψευδαίσθηση να πιστεύει κανείς ότι οι αυστηρότεροι κανονισμοί μπορούν να αποτρέψουν τις χρηματοοικονομικές κρίσεις και τις φούσκες του μέλλοντος.
Επίσης, οι κυνικοί υποστηρίζουν ότι σε κάθε πολιτική ενέργεια υπάρχει η αντίδραση των αγορών. Ισχυρίζονται ότι δεν μπορείς να επιβάλλεις αυστηρές ρυθμιστικές διατάξεις σε έναν τομέα, επειδή η ανάληψη κινδύνου με στόχο την επίτευξη υψηλών κερδών δεν μπορεί να μετριαστεί, διότι θα πάει κάπου αλλού. Αυτό είναι που ανησυχεί τη βρετανική κυβέρνηση. Φοβάται ότι αν η ΕΕ θεσπίσει αυστηρότερους κανόνες τα επενδυτικά κεφάλαια θα εγκαταλείψουν το Λονδίνο και θα εγκατασταθούν στην Ελβετία ή σε φορολογικού παραδείσους, στερώντας τη βρετανική πρωτεύουσα από σημαντικά έσοδα. Τις ανησυχίες του Τζορτζ Οσμπορν δεν συμμερίζοται οι ευρωπαίοι συνάδελφοί του καθώς περίπου το 80% των ευρωπαϊκών hedge funds είναι εγκατεστημένα στο Λονδίνο και τα υπόλοιπα σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όπως η Φραγκφούρτη, το Παρίσι και το Μιλάνο. Παρόμοιες είναι και οι ανησυχίες των αμερικανικών λόμπι αφού στις ΗΠΑ και ιδιαίτερα στη Νέα Υόρκη βρίσκεται η έδρα του 83% των επενδυτικών κεφαλαίων που υπάρχουν παγκοσμίως.