Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα «δεν έχει αλλάξει νομισματική πολιτική, δεν έχει αρχίσει να τυπώνει χρήμα», δήλωσε σήμερα ο πρόεδρός της Ζαν-Κλοντ Τρισέ στο ραδιοφωνικό δίκτυο Europe 1.
Στην πράξη «τα χρήματα που θα δώσουμε, θα επιστραφούν», εξήγησε σχετικά με την απόφαση της ΕΚΤ να αφορά την αγορά κρατικών ομολόγων υπερχρεωμένων χωρών, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ισπανία, από την Τράπεζα .
Αυτή η πρακτική εμπεριέχει πληθωριστικό κίνδυνο, διότι η αγορά ομολόγων αυξάνει την ποσότητα του χρήματος που βρίσκεται στην κυκλοφορία. Ωστόσο ο πρόεδρος της ΕΚΤ επανέλαβε ότι η σταθερότητα των τιμών αποτελεί κεντρικό στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας . «Στόχος μας είναι η σταθερότητα των τιμών μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα», είπε.
Αναφερόμενος στις πρωτοβουλίες οι οποίες ελήφθησαν το σαββατοκύριακο και κυρίως στην απόφαση της ΕΚΤ για την αγορά κρατικών ομολόγων ευρωπαϊκών χωρών, η οποία μέχρι στιγμής είχε αποκλεισθεί από την ΕΚΤ, ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ δήλωσε ότι πρέπει «να γνωρίζουμε να λαμβάνουμε γρήγορες αποφάσεις, οι οποίες δεν θέτουν σε κίνδυνο μεσοπρόθεσμα τη σταθερότητα των τιμών» και δικαιολόγησε την άνευ προηγουμένου αυτή απόφαση στην ιστορία της ΕΚΤ με βάση «τη σοβαρότητα της κρίσης».
Υιοθετώντας καθησυχαστικό τόνο ως προς το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, το οποίο ετέθη σε δοκιμασία από την ελληνική οικονομική κρίση και τον κίνδυνο μετάδοσής της σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, ο πρόεδρος της ΚΤΕ δήλωσε: «Εχω απόλυτη εμπιστοσύνη στο μέλλον του ευρώ». Πρόσθεσε ωστόσο ότι «πρέπει να ενισχύσουμε την επιτήρηση της πολιτικής που εφαρμόζεται από τον ένα και τον άλλο σε δημοσιονομικό επίπεδο. Είναι κεφαλαιώδες».
Η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εντάσσεται στο πλαίσιο της θέσπισης του ευρωπαϊκού μηχανισμού οικονομικής στήριξης ύψους 750
δισεκατομμυρίων ευρώ που αποφασίσθηκε από την Ευρωπαϊκή Ενωση για να τεθεί τέλος στην κρίση εμπιστοσύνης που απειλεί την ίδια την ύπαρξη της ευρωζώνης.
Πρακτικά, αγοράζοντας στη δευτερογενή αγορά κρατικά ομόλογα χωρών που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσχέρειες, η ΕΚΤ θέτει φραγμό στην κερδοσκοπία και επιτρέπει στα κράτη αυτά να συνεχίσουν τη χρηματοδότησή τους στις αγορές ομολόγων με ανεκτούς όρους.