Τα θετικά οικονομικά και επιχειρηματικά νέα από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη και το ράλι του χρηματιστηρίου της Σανγκάης έφτιαξαν τη διάθεση των επενδυτών. Και οι τρεις αμερικανικοί δείκτες- Dow Jones, Standard & Ρoor΄s 500 και Νasdaq- σημείωναν άνοδο γύρω στο 0,50% και όλα σχεδόν τα χρηματιστήρια της Ευρώπης έκλεισαν με θετικό πρόσημο. Τα τρία μεγαλύτερα, το Λονδίνο, η Φραγκφούρτη και το Παρίσι, έκλεισαν με άνοδο 0,13%, 0,60% και 0,29% αντίστοιχα. Ο σύνθετος δείκτης της Σανγκάης έκλεισε με άνοδο 2,1% λόγω της ευφορίας από τα εντυπωσιακά κέρδη που είχαν οι δύο κινεζικοί κολοσσοί, ο τραπεζικός γίγαντας China Construction Βank και η ενεργειακή εταιρεία Sinopec το 2009. Επίσης το ευρώ ανέκαμψε έναντι του δολαρίου από τα 1,3419 δολάρια ως στα 1,3440 δολάρια.
Η χθεσινή συμπεριφορά της Wall Street ήταν εντυπωσιακή στην ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ ότι θα αρχίσει να πουλά το πακέτο μετοχών της Citigroup, τις οποίες και κατέχει. Θα πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες πωλήσεις στη Wall Street, διότι η αμερικανική κυβέρνηση κατέχει περίπου 7,7 δισ. κοινές μετοχές από τον Οκτώβριο του 2008. Η αμερικανική κυβέρνηση θα μειώσει σταδιακά το 27% των κοινών μετοχών της Citigroup που κατέχει, ενώ η προγραμματισμένη πώληση κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους λέγεται ότι θα φέρει κέρδη γύρω στα 8 δισ. δολ. στην περίπτωση που πουληθεί όλο αυτό το πακέτο των μετοχών. Πάντως η κίνηση του υπουργείου Οικονομικών εκτιμάται ότι δεν πρόκειται να γίνει προτού να ανακοινωθούν τα αποτελέσματα της Citigroup για το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και τα οποία αναμένονται γύρω στα μέσα Απριλίου.
Σημειωτέον ότι τότε, στην κορύφωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξαναγκάστηκε να χορηγήσει δύο κολοσσιαία σωσίβια διάσωσης, συνολικού ύψους 45 δισ. δολ. από χρήματα φορολογουμένων και να εγγυηθεί μη ρευστοποιήσιμες αξίες ύψους γύρω στα 300 δισ. δολάρια και να διασώσει από το χείλος του γκρεμού τον τραπεζικό κολοσσό της Wall Street. Παρ΄ ότι η τράπεζα έχει ήδη επιστρέψει γύρω στα 20 δισ. δολ., η κυβέρνηση κατέχει ακόμη γύρω στα 25 δισ. δολ. αξίες τις τράπεζας. Αξίζει να θυμίσουμε ότι τότε το «εφιαλτικό σενάριο» ενός συστημικού κινδύνου στο τραπεζικό σύστημα, το οποίο και θα οδηγούσε στην αναπόφευκτη εθνικοποίηση ορισμένων από τις μεγαλύτερες αμερικανικές τράπεζες, είχε βυθίσει στην απελπισία τη Wall Street και τη μετοχή της Citigroup στο 1 δολάριο.
Ωστόσο η ενορχήστρωση από τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ Τίμοθι Γκάιτνερ του σχεδίου διάσωσης των 19 μεγαλύτερων τραπεζών μέσω των «stress tests» και οι ξεκάθαρες δηλώσεις του Ραμ Εμάνουελ, επικεφαλής του Λευκού Οίκου, ότι η εθνικοποίηση δεν αποτελεί «στόχο» της κυβέρνησης του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, είχαν πυροδοτήσει την έναρξη της ανάκαμψης στις τραπεζικές μετοχές. Οι επενδυτές της Wall Street δεν είχαν τρομάξει τόσο από το γεγονός ότι τα μελλοντικά τραπεζικά κέρδη θα είναι ανύπαρκτα εξαιτίας της συνεχούς διαγραφής των τοξικών ομολόγων και των άλλων κακών δανείων όσο από τον κίνδυνο της εθνικοποίησης ορισμένων προβληματικών τραπεζικών κολοσσών.
Από το οικονομικό μέτωπο ξεχώρισε η αύξηση κατά 0,3% των καταναλωτικών δαπανών για πέμπτο κατά σειρά μήνα τον Φεβρουάριο στις ΗΠΑ. Η συνεχιζόμενη αυτή αύξηση ενίσχυσε τις ελπίδες των επενδυτών ότι οι αμερικανοί καταναλωτές αρχίζουν και επανακτούν την εμπιστοσύνη τους προς τις προοπτικές της οικονομίας και συνεπώς θα συνεχίζουν να ξοδεύουν. Είναι εύλογη η ικανοποίηση των επενδυτών, διότι οι καταναλωτικές δαπάνες αποτελούν την ατμομηχανή της αμερικανικής οικονομίας. Οι ελπίδες ωστόσο αυτές είτε θα τονωθούν ακόμη περισσότερο είτε τα κρίσιμα στοιχεία για την απασχόληση και την ανεργία, τα οποία θα ανακοινωθούν την προσεχή Παρασκευή, θα τις μειώσουν.