Σε ένα σκάνδαλο που αφορά το τέλος παρεπιδημούντων υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων του νησιού, οι οποίες παρ΄ ότι έχουν παραστατικά για την καταβολή του εμφανίζονται ως οφειλέτες, αναφέρεται ο κ. Αν. Φιορεντίνος πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Μυκόνου και αντιπρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), ενώ τονίζει ότι στη δύσκολη οικονομική συγκυρία προτεραιότητα έχει η ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος της χώρας αλλά και μια ενιαία εθνική τουριστική πολιτική.
– Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την εξέλιξη της τουριστικής περιόδου;
«Είμαι φύσει αισιόδοξος και αυτό το μήνυμα πρέπει να περάσουμε σε όσους εμπλέκονται άμεσα η έμμεσα με τον τουρισμό. Κερδισμένοι αυτή τη χρόνια θα είναι αυτοί οι οποίοι θα επενδύσουν μακρόχρονα στον τουρισμό, παρέχοντας στους επισκέπτες μας ορθά τιμολογημένο προϊόν. Η ποιότητα, η μοναδικότητα του πολιτισμικού μας πλούτου και το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών, ιδιαίτερα εκτός των ξενοδοχειακών μονάδων, πρέπει να είναι στόχος όλων των εμπλεκομένων με τον τουρισμό. Η τουριστική κίνηση έχει αυξητικές τάσεις για τη Μύκονο, προσδοκούμε να καλύψουμε την πτώση του 2009».
– Ποια είναι η εικόνα στη Μύκονο; «Στη Μύκονο βρισκόμαστε στο στάδιο της προετοιμασίας για την σεζόν που έρχεται, εν μέσω ενός τεράστιων διαστάσεων οικονομικού σκανδάλου το οποίο υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων του νησιού μας (άρα είναι υπόθεση όλων μας), οι οποίες αν και εμφανίζονται εφοδιασμένες με παραστατικά ότι από αυτές καταβλήθηκαν τα χρωστούμενα του τέλους παρεπιδημούντων, οι ίδιες επιχειρήσεις εμφανίζονται στο Ταμείο ως οφειλέτες! Τώρα η Δικαιοσύνη ανέλαβε την υπόθεση και πιστεύουμε ότι τίποτα δεν θα σταματήσει την πλήρη αποκάλυψη. Δεν έχουμε όμως και ψευδαισθήσεις. Ξέρουμε ότι θα ασκηθούν πιέσεις».
– Ποιες είναι οι προτεραιότητες του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ);
«Προτεραιότητα για εμάς αποτελεί η επίλυση χρονιζόντων θεμάτων της ελληνικής ξενοδοχίας. Στις δύσκολες αυτές οικονομικές συγκυρίες θεωρώ ότι η ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος είναι και το μείζον, όπως και η ενιαία εθνική τουριστική πολιτική η οποία θα υπερβαίνει τα πολιτικά χρονικά περιθώρια μιας κυβερνήσεως με παράλληλη θέσπιση γενικού γραμματέα Τουριστικής Ανάπτυξης από την αγορά με μίνιμουμ πενταετούς θητείας. Παράλληλα η διαμόρφωση μιας πολιτικής ναυτιλιακών συνδέσεων και αερομεταφορών όπου θα λειτουργεί ο ανταγωνισμός και θα παρέχεται μια πιο ορθολογική πολιτική τιμών και υπηρεσιών και η μεταφορά του συντελεστή στον ύπνο και φαγητό από 10% στο 5%, αντίστοιχα με τις άλλες ανταγωνίστριές μας χώρες. Πρέπει η πολιτεία να εξασφαλίζει για την τουριστική επιχειρηματικότητα ένα υγιές περιβάλλον στο οποίο κυρίαρχο ρόλο θα έχουν τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα: η πατροπαράδοτη φιλοξενία και ο πολιτισμός».