Τα θυελλώδη παιχνίδια των κερδοσκόπων με το ευρώ και τη στερλίνα δέσποσαν χθες στις αγορές συναλλάγματος. Το κοινό νόμισμα από τα 1,3665 δολάρια έπεσε στα 1,3460 δολάρια και στη συνέχεια έπαιζε γύρω στα 1,3530 δολάρια, χάνοντας γύρω στο 1% της αξίας του έναντι του δολαρίου όταν εξασθένησαν οι προσδοκίες της συνάντησης του έλληνα πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου με τον επίτροπο Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων Ολι Ρεν. Επίσης η γερμανίδα καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ εμφανίστηκε ιδιαίτερα σκληρή στην κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσε με τον ισπανό πρωθυπουργό Χοσέ Λουίς Θαπατέρο χθες, δηλώνοντας ότι «συμφωνούμε πως οι οικονομικές πολιτικές πρέπει να είναι καλύτερα συντονισμένες και το πλέον σημαντικό είναι να τηρούμε τους κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας».
Εξάλλου η κορύφωση των ανησυχιών για το έλλειμμα-ρεκόρ της Βρετανίας προκάλεσε δραματική πτώση της στερλίνας έναντι του δολαρίου. Το βρετανικό νόμισμα, αφού διέσπασε προς τα κάτω τα επίπεδα-«κλειδιά» των 1,50 δολαρίων για πρώτη φορά εδώ και έναν χρόνο και αφού βυθίστηκε στα 1,4784 δολάρια, στη συνέχεια διεκινείτο γύρω στα 1,4990 δολάρια, χάνοντας γύρω στο 2,5% της αξίας του έναντι του αμερικανικού νομίσματος. Το ενδεχόμενο οι προσεχείς εκλογές στη Βρετανία, οι οποίες αναμένεται να διεξαχθούν στις 6 Μαΐου, να μη δώσουν καθαρή πλειοψηφία σε ένα από το δύο μεγαλύτερα κόμματα ώστε να χειριστεί το καλπάζον δημοσιονομικό έλλειμμα πυροδότησαν τις χθεσινές επιθέσεις κατά της στερλίνας.
Ολα ξεκίνησαν από μια δημοσκόπηση των «Sunday Τimes» που έδειξε ότι μειώθηκε στο 2% το μεγάλο προβάδισμα του Συντηρητικού Κόμματος έναντι του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος. Ο πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν έχει προειδοποιήσει ότι ο στόχος μιας μεγάλης μείωσης του ελλείμματος θα πλήξει την ευάλωτη ανάκαμψη της βρετανικής οικονομίας, ενώ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ντέιβιντ Κάμερον ισχυρίζεται ότι το τεράστιο έλλειμμα ενέχει μεγαλύτερους κινδύνους για την οικονομία. Ηδη οι προοπτικές ενός αδύναμου Κοινοβουλίου έχουν αρχίσει να δημιουργούν αμφιβολίες για το αν θα υπάρξει οιαδήποτε συμφωνία μείωσης του ρεκόρ βρετανικού ελλείμματος, το οποίο εκτιμάται ότι θα υπερβεί φέτος το 12% του ΑΕΠ.
Αντίθετα, τα χρηματιστήρια ξεκίνησαν με ράλι τον τρίτο μήνα του έτους. Οι ελπίδες μιας ισχυρής ζήτησης που υποδηλώνει η συνεχιζόμενη επέκταση του βιομηχανικού τομέα στις ισχυρότερες οικονομίες της Δύσης και της Ανατολής έφτιαξαν τη διάθεση των επενδυτών. Οι ανησυχίες για αναιμικούς ρυθμούς ανάκαμψης ή ακόμη και επιστροφής στην ύφεση των ανεπτυγμένων οικονομιών και η δημοσιονομική κρίση της χώρας μας έχουν πλήξει το επενδυτικό κλίμα. Χθες και οι τρεις αμερικανικές αγορές- Dow Jones, S & Ρ 500 και ο Νasdaq- κατέγραφαν άνοδο πάνω από 1% δύο ώρες πριν από το κλείσιμο των συναλλαγών. Επίσης όλα τα χρηματιστήρια της Ευρώπης έκλεισαν με υψηλά κέρδη. Το Λονδίνο, η Φραγκφούρτη και το Παρίσι ενισχύθηκαν κατά 0,96%, 2,06% και 1,64% αντίστοιχα.
Ιδιαίτερα αισιόδοξα ήταν τα χθεσινά στοιχεία από τον βιομηχανικό τομέα της ζώνης του ευρώ. Παρά τη συρρίκνωση στην Ελλάδα και στην Ισπανία, η βιομηχανική δραστηριότητα στην ευρωζώνη αυξήθηκε στα υψηλότερα επίπεδα από τον Αύγουστο του 2007, στο 54,2 τον Φεβρουάριο από 52,4 τον Ιανουάριο. Στη Βρετανία επίσης ο βιομηχανικός τομέας έτρεχε με τους ταχύτερους ρυθμούς των τελευταίων 15 ετών, στο 56,6 τον περασμένο μήνα. Ενώ υπήρξε μια επιβράδυνση στους ρυθμούς επέκτασης του βιομηχανικού τομέα της Κίνας, στο 52 από το 55,8 τον Ιανουάριο, οι βιομηχανίες της Ινδίας ανέπτυξαν την ισχυρότερη δυναμική των τελευταίων δύο ετών.
Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού τα νέα για τη βιομηχανία ήταν εξίσου αισιόδοξα για τους επενδυτές, καθώς έδειξαν ότι παρά την επιβράδυνση ο βιομηχανικός τομέας συνεχίζει και ενισχύεται για έβδομο κατά σειρά μήνα. Συγκεκριμένα, τα στοιχεία για τον δείκτη ΙSΜ- μηνιαίος δείκτης-«βαρόμετρο» της αμερικανικής βιομηχανίας- έδειξαν ότι στο σύνολό του ο δείκτης διαμορφώθηκε στο 56,5 τον Φεβρουάριο από 58 τον Ιανουάριο, ενώ οι αναλυτές είχαν προβλέψει μεγαλύτερη επιτάχυνση του βιομηχανικού δείκτη. Θετικά για τους επενδυτές ήταν και τα στοιχεία που έδειξαν ότι οι προσωπικές δαπάνες των Αμερικανών αυξήθηκαν τον Ιανουάριο περισσότερο απ΄ ό,τι προβλεπόταν. Επισκιάστηκαν ωστόσο από τα άλλα κρίσιμα στοιχεία που έδειξαν ότι η αύξηση του εισοδήματος ήταν χαμηλότερη από αυτήν που είχαν προβλέψει οι οικονομολόγοι.