Αντισυνταγματικές και αντισυμβατικές με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου κρίνει η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) τις διατάξεις που αφορούν στη λειτουργία καμερών σε δημόσιους χώρους, καθώς και την ανάλυση γενετικού υλικού στην ποινική διαδικασία και το αρχείο γενετικών αποτυπωμάτων.
Όπως σημειώνεται όμως στο πόρισμα της ΕΕΔΑ «οι ρυθμίσεις αυτές συρρικνώνουν την ιδιωτικότητα και την ατομικότητα διαμορφώνοντας ένα σύστημα συνεχούς επιτήρησης, που επεκτείνεται πέραν των συνόρων μέσω της αστυνομικής συνεργασίας με άλλα κράτη».
Αλλά και σε γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων καταγράφεται ότι οι δυο ρυθμίσεις εντάσσονται στην ολοένα διευρυνόμενη παγκοσμίως πολιτική πρόληψης ενός δυσδιάκριτου κινδύνου που αναγάγει την ασφάλεια σε υπερδικαίωμα και τους άνευ ορίων περιορισμούς των δικαιωμάτων σε μονόδρομο.
Σε ό,τι αφορά τη λειτουργία καμερών, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι το μέτρο έχει αποδειχθεί αναποτελεσματικό. Είναι χαρακτηριστικό, σημειώνεται, ότι στη Βρετανία, όπου λειτουργούν περισσότερες από 4 εκατομμύρια κάμερες δεν έχει σημειωθεί σημαντική μείωση της εγκληματικότητας και μόνο σε κλειστούς και κλασικά φυλασσόμενους χώρους φαίνεται να λειτουργεί αποτρεπτικά.
Αναφορικά με τη λήψη γενετικού υλικού, στην έκθεση σημειώνεται ότι η πρακτική αυτή προβλέπεται σε 20 κράτη-μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης. Αφορά όμως ειδικές περιστάσεις και σοβαρά εγκλήματα που τιμωρούνται με ποινή κάθειρξης και για περιορισμένο χρονικό διάστημα μετά την έκδοση της καταδικαστικής απόφασης. Συγχρόνως, στα περισσότερα κράτη προβλέπεται δυνατότητα προσφυγής ενώπιον των αρχών προστασίας προσωπικών δεδομένων ή και ενώπιον δικαστηρίων.
Στη δική μας περίπτωση, προσθέτει η ΕΕΔΑ, απουσιάζουν σαφώς προσδιορισμένοι κανόνες για την ασφαλή εφαρμογή-χρήση του γενετικού υλικού. Δεν οριοθετείται με σαφήνεια το πεδίο διακριτικής ευχέρειας των αρχών και δεν προβλέπονται οι κατάλληλες διαδικαστικές εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας.
Όπως αναφέρεται, τα στοιχεία του αρχείου γενετικού υλικού, που συνίσταται και λειτουργεί στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας κρατούνται για «αξιοποίηση» χωρίς να παρέχονται αναγκαίες διευκρινίσεις για τη διαδικασία διασφάλισης της ακεραιότητας, διαδικασία πρόσβασης σε αυτά και καταστροφής τους.
Κατά συνέπεια, η γενικότητα και συνοπτικότητα της διάταξης δεν συνάδει με τις ειδικές αρχές προστασίας των προσωπικών δεδομένων ούτε στον τομέα της αστυνομικής δράσης, ούτε στον τομέα της ποινικής δικαιοσύνης.
Όπως σημειώνεται, ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης κ. Χάρης Καστανίδης είχε προεκλογικά δεσμευτεί ότι θα καταργήσει τις σχετικές διατάξεις.