«Τον 11ο μήνα, τη 15η ημέρα, η Αφροδίτη εξαφανίστηκε από δυτικά, τρεις ημέρες έλειψε από τον ουρανό. Τον 11ο μήνα, τη 18η ημέρα, η Αφροδίτη έγινε ορατή στα ανατολικά».
Το εντυπωσιακό σε αυτές τις παρατηρήσεις σχετικά με την Αφροδίτη είναι ότι έγιναν πριν από περίπου 3.500 χρόνια, από βαβυλώνιους αστρολόγους. Γνωρίζουμε γι΄ αυτές επειδή η πήλινη επιγραφή όπου καταγράφονται, γνωστή ως «Η Δέλτος της Αφροδίτης του Αμί-Σαντούγκα», έχει σωθεί ως τις μέρες μας.
Εμείς φυσικά έχουμε γνώσεις που οι Βαβυλώνιοι δεν είχαν καν ονειρευτεί. Δεν κοιτάζουμε απλώς την Αφροδίτη από μακριά, έχουμε στείλει εκεί διαστημόπλοια. Οι αστρονόμοι μας παρατηρούν πλανήτες σε άλλους ήλιους και κάνουν τεράστια άλματα στον χώρο και στον χρόνο, φθάνοντας στις απαρχές του ίδιου του Διαστήματος. Οι βιομηχανίες μας μετατρέπουν την άμμο και το πετρέλαιο σε όλο και μικρότερες και περισσότερο πολύπλοκες συσκευές, σε ένα είδος αλχημείας πιο θαυμαστής και από τις τολμηρότερες φαντασιώσεις των αλχημιστών. Οι βιολόγοι μας πειραματίζονται με τις συνταγές της ίδιας της ζωής, αποκτώντας δυνάμεις που κάποτε αποδίδονταν στους θεούς.
Οσο όμως πιο εντυπωσιακές γίνονται οι γνώσεις μας τόσο πιο ευαίσθητα και εφήμερα είναι τα μέσα στα οποία επιλέγουμε να τις αποθηκεύσουμε. Αν ο πολιτισμός μας χαθεί, όπως τόσοι άλλοι στο παρελθόν, τι από αυτόν θα διασωθεί και σε ποιον βαθμό;
Υπόθεση καταστροφής
Ας υποθέσουμε ότι ο πλανήτης πλήττεται από μια καταστροφή η οποία δεν είναι τόσο κατακλυσμιαία ώστε να τον καταστρέψει ολοσχερώς. Πολλά κτίρια παραμένουν ανέπαφα και αρκετοί άνθρωποι επιζούν για να ανοικοδομήσουν τον πολιτισμό ύστερα από μερικές δεκαετίες ή αιώνες. Ας πούμε, για παράδειγμα, ότι το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα καταρρέει ή ότι ένας καινούργιος ιός σκοτώνει το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ή ότι μια ηλιακή καταιγίδα καταστρέφει το δίκτυο ηλεκτροδότησης της Βόρειας Αμερικής. Ή ας υποθέσουμε ότι επέρχεται μια αργή παρακμή εξαιτίας της ανόδου του κόστους της ενέργειας και των περιβαλλοντικών καταστροφών. Η αυξανόμενη πολυπλοκότητα και αλληλεξάρτηση της κοινωνίας καθιστά τον πολιτισμό μας όλο και πιο ευάλωτο απέναντι σε τέτοιου είδους γεγονότα.
Οποια και αν είναι η αιτία, αν κοβόταν το ρεύμα που τροφοδοτεί τις τράπεζες και τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές όπου αποθηκεύεται μεγάλο μέρος της ανθρώπινης γνώσης και οι άνθρωποι σταματούσαν να συντηρούν αυτά τα μηχανήματα και τα κτίρια που τα στεγάζουν ενώ τα εργοστάσια έπαυαν να παράγουν καινούργια τσιπς και δίσκους, για πόσο καιρό θα επιζούσε η γνώση μας; Πόση από αυτήν θα μπορούσαν να ανασύρουν οι επιζήσαντες των καταστροφών τις επόμενες δεκαετίες ή αιώνες;
Το φιάσκο Fogbank
Ακόμη και χωρίς μια μεγάλη καταστροφή, η απώλεια της γνώσης αποτελεί ήδη πρόβλημα. Παράγουμε περισσότερες πληροφορίες από ποτέ και τις αποθηκεύουμε σε όλο και πιο βραχύβια μέσα. Μεγάλο μέρος αυτών που χάνονται δεν είναι ουσιώδη- οι μελλοντικές γενιές μάλλον θα τα καταφέρουν και χωρίς τις οικογενειακές φωτογραφίες και τα βίντεο που χάσατε όταν «πέθανε» ο σκληρός δίσκος σας-, κάποια όμως είναι. Το 2008, για παράδειγμα, μαθεύτηκε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν «ξεχάσει» πώς να κατασκευάζουν ένα μυστικό συστατικό για κάποιες πυρηνικές κεφαλές ονόματι Fogbank. Αρχεία δεν είχαν κρατηθεί και το προσωπικό που είχε αναμειχθεί είχε συνταξιοδοτηθεί ή είχε φύγει από την αρμόδια υπηρεσία. Το φιάσκο κατέληξε στην αύξηση του κόστους ενός προγράμματος εκσυγχρονισμού των πυρηνικών κεφαλών κατά 69 εκατ. δολάρια (50,33 εκατ. ευρώ).
Αν το ρεύμα κοπεί για παρατεταμένη περίοδο, η κληρονομιά της ανθρωπότητας θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον σκληρό δίσκο, την τεχνολογία που αυτή τη στιγμή επιτελεί τον ρόλο της ηλεκτρονικής μνήμης της κοινωνίας μας. Τα πάντα, από τις τελευταίες σαρώσεις γονιδιωμάτων ως τα κυβερνητικά και τραπεζικά αρχεία ή τις προσωπικές μας πληροφορίες, είναι αποθηκευμένα σε σκληρούς δίσκους, οι περισσότεροι εκ των οποίων βρίσκονται σε αίθουσες γεμάτες με ηλεκτρονικούς υπολογιστές γνωστές ως κέντρα δεδομένων.
Οχι τόσο σκληρός για να πεθάνει…
Οι σκληροί δίσκοι δεν προορίζονταν ποτέ για μακροχρόνια αποθήκευση εφόσον δεν έχουν υποβληθεί σε τεστ για την εκτίμηση της διάρκειας ζωής τους όπως τα CD. Κανένας δεν μπορεί να ξέρει πόσο θα κρατήσουν. ΟΚέβιν Μιούρελ, μέλος της διοίκησης του Εθνικού Μουσείου Πληροφορικής της Βρετανίας, άνοιξε πρόσφατα ξανά έναν σκληρό δίσκο των 456 megabyte ο οποίος είχε τεθεί εκτός λειτουργίας στις αρχές της δεκαετίας του 1980.«Δεν δυσκολευτήκαμε καθόλου να πάρουμε τα δεδομένα» λέει.
Οι σύγχρονοι σκληροί δίσκοι όμως μπορεί να μην έχουν τόσο καλές επιδόσεις. Η πυκνότητα αποθήκευσης σε αυτούς είναι σήμερα μεγαλύτερη των 200 gigabits ανά τετραγωνική ίντσα και αυξάνεται ταχέως. Αν και διαθέτουν εξελιγμένα συστήματα για να αντισταθμίζουν την κατάρρευση μικρών τμημάτων τους, σε γενικές γραμμές όσο περισσότερα bits δεδομένων στριμώχνει κανείς σε ένα υλικό τόσο περισσότερα θα χάσει αν ένα τμήμα του φθαρεί ή καταστραφεί. Επιπλέον μια διαδικασία φθοράς η οποία δεν θα επηρέαζε ιδιαίτερα ένα μεγάλης κλίμακας τμήμα μπορεί να καταστρέψει ολοσχερώς ορισμένα τμήματα μικρότερης κλίμακας.«Ολα είναι ανοιχτά με τους σύγχρονους δίσκους. Δεν θα ξέρουμε προτού περάσουν 20 χρόνια»λέει ο κ. Μιούρελ.
Τα πιο σημαντικά δεδομένα αποθηκεύονται σε εφεδρικά αντίγραφα σε μέσα όπως οι μαγνητοταινίες ή οι οπτικοί δίσκοι. Δυστυχώς πολλά από αυτά τα μέσα δεν μπορούν να διαρκέσουν ούτε πέντε χρόνια, λέει οΤζο Ιράσι, ο οποίος μελετά την αξιοπιστία των ψηφιακών μέσων στο Καναδικό Ινστιτούτο Συντήρησης της Οτάβα. Τα τεστ «ταχείας γήρανσης» που διενεργεί δείχνουν ότι οι πιο σταθεροί οπτικοί δίσκοι είναι τα εγγράψιμα CD με μια στρώση χρυσού και μια στρώση βαφής φθαλοκυανίνης.«Αν προτιμήσετε αυτόν τον δίσκο και τον γράψετε καλά,νομίζω ότι μπορεί να κρατήσει 100 χρόνια»λέει.«Αν προτιμήσετε κάτι άλλο,υπολογίστε πέντε ως δέκα χρόνια».
Φλασάκια μιας χρήσεως
Τα όλο και πιο διαδεδομένα «φλασάκια» μνήμης είναι ακόμη λιγότερο ανθεκτικά. Το πόσο μπορούν να διατηρήσουν τα δεδομένα δεν είναι βέβαιο, εφόσον δεν έχουν γίνει ανεξάρτητα τεστ, ένας κατασκευαστής όμως προειδοποιεί τους χρήστες να μην τα εμπιστεύονται για περισσότερο από δέκα χρόνια. Αν και μερικές νέες τεχνολογίες μνήμης μπορούν να είναι πιο σταθερές από τα φλας, το ενδιαφέρον εστιάζεται περισσότερο στην ενίσχυση της ταχύτητας και της χωρητικότητας παρά στη σταθερότητα. Βεβαίως οι συνθήκες αποθήκευσης των μέσων μπορεί να αποβούν πιο σημαντικές από τη σταθερότητά τους: οι δίσκοι που διατηρούνται σε ξηρό και δροσερό περιβάλλον αντέχουν πολύ περισσότερο από εκείνους που εκτίθενται στη ζέστη και στην υγρασία. Λίγα κέντρα δεδομένων έχουν όμως σχεδιαστεί ώστε να διατηρή σουν αυτές τις συνθήκες για πολύ καιρό αν το ρεύμα κοπεί. Πολλά βρίσκονται σε συμβατικά κτίρια, σε περιοχές ευάλωτες στις πλημμύρες ή στους σεισμούς. Και αν ο πολιτισμός καταρρεύσει, ποιος ξέρει τι χρήσεις θα βρουν οι στερημένοι από πόρους επιζήσαντες για τους παλιούς σκληρούς δίσκους;
Σαυροφωλιές και μαγνητοταινίες
Η φυσική επιβίωση των αποθηκευμένων δεδομένων αποτελεί παρ΄ όλα αυτά μόνο την αρχή του προβλήματος της ανάσυρσής τους, όπως ανακάλυψαν πρόσφατα οΝτένις Γουίνγκο και οΚιθ Κάουινγκ. Οι δύο ειδικοί είναι επικεφαλής ενός προγράμματος του Κέντρου Ερευνών Εϊμς της ΝΑSΑ για την ανάσυρση υψηλής ανάλυσης εικόνων από παλιές μαγνητοταινίες που περιέχουν τα δεδομένα που έστειλαν οι πέντε αποστολές Lunar Οrbiter τη δεκαετία του 1960, εποχή κατά την οποία μπορούσαν να ανασυρθούν μόνο εικόνες χαμηλής ανάλυσης. Οι ταινίες είχαν διατηρηθεί σε άψογη κατάσταση.«Είναι θαύμα,με βάση την εμπειρία μου από αντίστοιχες εμπορικές ταινίες εκείνης της εποχής»λέει ο κ. Γουίνγκο.
Για να ανασύρουν όμως τα δεδομένα από αυτές οι ειδικοί έπρεπε κατ΄ αρχήν να επανεγκαταστήσουν τις παλιές θύρες μαγνητοταινιών τις οποίες είχε φυλάξει ένας παλιός υπάλληλος της ΝΑSΑ. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση, λέει ο κ. Γουίνγκο.«Μέσα σε μία από αυτές είχε κάνει τη φωλιά της μια σαύρα». Οταν άρχισαν να ανασύρουν τα δεδομένα, η μετατροπή τους σε κάποια χρήσιμη μορφή κατέστη δυνατή μόνο αφού μια τρίμηνη αναζήτηση έφερε στο φως ένα έγγραφο με τις εξισώσεις «αποδιαμόρφωσης».
Αν σήμερα ειδικοί με άφθονη χρηματοδότηση χρειάζονται πολλούς μήνες για να ανασύρουν δεδομένα από καλοδιατηρημένες μαγνητοταινίες, φανταστείτε τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουν όσοι θα επιζήσουν στη μετά την καταστροφή εποχή. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι έχουν άφθονους υπολογιστές για την ανάγνωση σκληρών δίσκων, το έργο θα είναι δύσκολο. Μεγάλο μέρος δεδομένων στις μέρες μας είναι κρυπτογραφημένο ή μπορεί να διαβαστεί μόνο από εξειδικευμένα προγράμματα. Ακόμη και σε ένα κέντρο δεδομένων που έχει μείνει άθικτο για 20 ή 30 χρόνια κάποιοι δίσκοι θα πρέπει να διαλυθούν για να ανασυρθούν τα δεδομένα τους, επισημαίνει οΡόμπερτ Γουίντερ , μηχανικός της βρετανικής εταιρείας ανάσυρσης δεδομένων Κroll που το 2003 είχε διασώσει τα δεδομένα ενός σκληρού δίσκου από το διαστημικό λεωφορείο «Columbia».
Πράγματι, η ανάσυρση δεδομένων, αν κάτι πάει στραβά, μπορεί να είναι δύσκολη ακόμη και στον σημερινό πλήρως ηλεκτροδοτούμενο κόσμο. Πέρυσι, για παράδειγμα, η Μicrosoft χρειάστηκε πολλές εβδομάδες για να ανασύρει τα προσωπικά δεδομένα των χρηστών των κινητών τηλεφώνων Sidekick ύστερα από κάποια δυσλειτουργία.
Ποιος θα ξαναχτίσει τον πολιτισμό;
Μετά την καταστροφή η έλλειψη πόρων- σε ανθρώπους, τεχνογνωσία, εξοπλισμό- μπορεί να αποτελέσει πολύ μεγαλύτερο εμπόδιο από ό,τι η φυσική απώλεια των δεδομένων. Η επανεκκίνηση ενός βιομηχανικού πολιτισμού μπορεί να είναι πολύ δυσκολότερη αυτή τη φορά επειδή έχουμε χρησιμοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος των εύκολα διαθέσιμων πόρων, από το πετρέλαιο ως τα μεταλλεύματα.
Θα έχει πραγματικά σημασία η απώλεια των δεδομένων που έχουν αποθηκευθεί σε σκληρούς δίσκους; Στο κάτω κάτω μεγάλο μέρος των όσων έχουμε κληρονομήσει από παλαιότερους πολιτισμούς έχει μικρή πρακτική αξία: η Δέλτος της Αφροδίτης του Αμί-Σαντούγκα, για παράδειγμα, περιέχει στο μεγαλύτερο μέρος της αστρολογικές ασυναρτησίες. Κατά τον ίδιο τρόπο πολλά από αυτά που καταλαμβάνουν τον χώρο των ηλεκτρονικών δικτύων του πλανήτη, από τα online καταστήματα ως τα τελευταία βίντεο των διασημοτήτων, φαίνονται αναλώσιμα.
Ακόμη και η αξία πολλών επιστημονικών δεδομένων είναι αμφισβητήσιμη. Τι χρησιμότητα θα έχει, για παράδειγμα, να γνωρίζει κανείς την αλληλουχία του ανθρώπινου γονιδιώματος χωρίς την τεχνολογία και την τεχνογνωσία που απαιτούνται για την εκμετάλλευση αυτής της γνώσης; Καθώς ορισμένα επιστημονικά πειράματα αυτή τη στιγμή παράγουν απίστευτες ποσότητες δεδομένων, η διατήρηση ολόκληρου του όγκου τους είναι ήδη δύσκολη. Η τεράστια ποσότητα του υλικού θα αποτελέσει πρόβλημα για όποιον προσπαθεί να ανασύρει οτιδήποτε θεωρεί σημαντικό: ενώ είναι σχετικά εύκολο να βρει κανείς ένα βιβλίο που ψάχνει σε μια βιβλιοθήκη, συνήθως δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζει τι έχει μέσα ένας σκληρός δίσκος αν δεν τον επανεκκινήσει.
Δημοφιλή και άχρηστα
Επιπλέον αυτά που θα επιζήσουν περισσότερο από τη σημερινή ψηφιακή εποχή δεν θα είναι απαραίτητα τα πιο σημαντικά. Οσο πιο πολλά αντίγραφα έχει ένα δεδομένο τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες επιβίωσης, ανακάλυψης και ανάσυρσής του. Ορισμένα δεδομένα αντιγράφονται πολύ επειδή είναι χρήσιμα, όπως π.χ. τα λειτουργικά συστήματα, για τα περισσότερα όμως η αντιγραφή βασίζεται στη δημοτικότητά τους.
Αυτό σημαίνει ότι οι ψηφιακές εκδοχές της ποπ μουσικής και ορισμένων ταινιών μπορούν να επιζήσουν για πολλές δεκαετίες. Οι Αbba μπορεί να βρίσκονται ξανά στα τσαρτ τον 22ο αιώνα. Υπάρχουν όμως πολύ λιγότερα αντίγραφα των εγχειριδίων και των οδηγιών χρήσεως που περιλαμβάνουν την εξειδικευμένη γνώση που θα είναι η πιο σημαντική για εκείνους που θα προσπαθήσουν να ανοικοδομήσουν τον πολιτισμό, όπως το πώς μπορεί κανείς να εκκαμινεύσει τον σίδηρο ή να φτιάξει αντιβιοτικά.
Ισως η πιο καθοριστική απώλεια να επέλθει τελικά ύστερα από μισό αιώνα, όταν οι επιζήσαντες μηχανικοί, επιστήμονες και γιατροί θα αρχίσουν να υποκύπτουν στα γηρατειά. Οι ικανότητες και η τεχνογνωσία τους μπορεί να κάνουν τη διαφορά όταν χρειάζεται κανείς να βρει ζωτικές πληροφορίες ή να θέσει ξανά σε λειτουργία απαραίτητα μηχανήματα. Οι θύρες των μαγνητοταινιών της ΝΑSΑ, για παράδειγμα, αποκαταστάθηκαν με τη βοήθεια ενός συνταξιούχου μηχανικού ο οποίος είχε δουλέψει σε παρόμοια συστήματα. Χωρίς αυτόν η ανάσυρση των δεδομένων θα είχε καθυστερήσει πολύ περισσότερο, λέει ο κ. Κάουινγκ.
Η υπεροχή του χαρτιού
Περίπου έναν αιώνα μετά τη μεγάλη καταστροφή ελάχιστα από την ψηφιακή εποχή θα εξακολουθούν να υπάρχουν πέρα από αυτά που είναι γραμμένα σε χαρτί.«Ακόμη και το χειρότερης ποιότητας χαρτί μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από 100 χρόνια» λέει ηΣίζον Τσε, ειδικής στη συντήρηση χαρτιού στο Καναδικό Ινστιτούτο Συντήρησης. Το αρχαιότερο διασωθέν βιβλίο τυπωμένο σε χαρτί χρονολογείται από το 868 μ.Χ., επισημαίνει. Βρέθηκε σε μια σπηλιά στη Βορειοδυτική Κίνα το 1907.
Αν τα βιβλία δεν χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα ή χαρτί τουαλέτας, θα διαρκέσουν για αρκετές εκατοντάδες χρόνια, εύθραυστα και ξεθωριασμένα, αλλά πάντοτε αναγνώσιμα. Και πάλι ωστόσο τις περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης έχουν τα πιο δημοφιλή. Φανταστείτε να διακινδυνεύσετε τη ζωή σας εξερευνώντας επικίνδυνα ερείπια εις αναζήτηση της αρχαίας σοφίας, για να βρεθείτε τελικά μπροστά σε έναν από καιρό θαμμένο σωρό από τεύχη του «Ρlayboy». Μπορούμε να προετοιμαστούμε;
Η παρούσα στρατηγική για να διατηρήσει κανείς σημαντικά δεδομένα είναι να αποθηκεύσει πολλά αντίγραφα σε διαφορετικά μέρη, καμιά φορά και σε διαφορετικά μέσα. Ετσι μπορεί να τα προστατεύσει από εντοπισμένες καταστροφές όπως οι τυφώνες ή οι σεισμοί, αλλά όχι μακροπρόθεσμα. «Πραγματικά δεν υπάρχει ψηφιακό πρότυπο στο οποίο μπορεί να υπολογίζει κανείς για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα αν υποτεθεί ότι ο πολιτισμός μας πάψει να λειτουργεί»λέει οΑλεξάντερ Ρόουζ, επικεφαλής του Ιδρύματος Long Νow, ενός οργανισμού ο οποίος προωθεί τη μακροπρόθεσμη σκέψη.
Σε έναν βαθμό το πρόβλημα οφείλεται στο ότι δεν υπάρχει αγορά για την αιωνιότητα. Οι προτάσεις για την κατασκευή ενός χάρτινου μέσου το οποίο θα μπορούσε να αποθηκεύσει ψηφιακά δεδομένα επί αιώνες χρησιμοποιώντας σύμβολα παρόμοια με τα bar codes έχουν πέσει στο κενό εξαιτίας της έλλειψης εμπορικού ενδιαφέροντος και των δυσκολιών που συναντώνται στην επίτευξη μιας ικανοποιητικής συμπύκνωσης των δεδομένων.
Ισως το μόνο μέσο το οποίο θα μπορούσε να ανταγωνιστεί το χαρτί στη σταθερότητα και τα ψηφιακά μέσα στη συμπύκνωση είναι ο δίσκος Rosetta. Ο πρώτος του είδους κατασκευάστηκε το 2008 και περιλαμβάνει περιγραφές και κείμενα 1.000
γλωσσών. Οι δίσκοι αυτοί είναι από νικέλιο και χαράσσονται με γράμματα τα οποία ξεκινούν σε κανονικό μέγεθος και γρήγορα γίνονται μικροσκοπικά. Με χαρακτήρες που μπορούν να διαβαστούν αν μεγεθυνθούν 1.000
φορές ο κάθε δίσκος μπορεί να περιέχει 30.000 σελίδες κειμένου ή εικόνων. Το Ινστιτούτο Long Run εξετάζει τη δημιουργία μιας ψηφιακής εκδοχής με τη χρήση μιας μορφής bar code.
Αν είχαμε έναν τρόπο να αποθηκεύσουμε ψηφιακά δεδομένα μακροπρόθεσμα, το επόμενο ερώτημα θα ήταν τι θα διατηρήσουμε και πώς θα το φυλάξουμε με τρόπο ώστε να είναι ασφαλές αλλά και να μπορεί κανείς να το ανακαλύψει εύκολα στο μέλλον.
© 2010 Νew Scientist Μagazine, Reed Βusiness Ιnformation Ltd.