Στις 23 Ιανουαρίου συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από τη γέννηση του κιθαρίστα Τζάνγκο Ράινχαρντ (1910 -1953). Τσιγγάνος του Βελγίου, ο Τζάνγκο υπήρξε κορυφαία μορφή της τζαζ ως μέλος του Κουιντέτου του Ηot Club της Γαλλίας. Το 1949 ο Γ.Π. Σαββίδης, 20 χρόνων τότε, τον συνάντησε στο Λονδίνο και του πήρε συνέντευξη, τα κυριότερα μέρη της οποίας αναδημοσιεύονται εδώ με αφορμή την 100ετία του θρυλικού κιθαρίστα. Η συνέντευξη αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε στο Δελτίο της Ρυθμικής Λέσχης της Ελλάδος τον Φεβρουάριο του 1949.
– Είχατε ως σήμερα την ευκαιρία να παίξετε με ποικίλα συγκροτήματα: μεγάλες γαλλικές ορχήστρες,το κουιντέτο εγχόρδων,το κουιντέτο με τον Ρόσταϊνγκ,τον Ντιουκ,σόλο.Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας και ποιο συγκρότημα πιστεύετε ότι σας ταιριάζει καλύτερα;
«Η τουρνέ μου με την ορχήστρα του Ντιουκ Ελινγκτον μου άνοιξε τα μάτια. Το ιδανικό μου είναι να παίζω με μια τέτοια ορχήστρα. Με το κουιντέτο εγχόρδων κάναμε βέβαια θαυμάσια δουλειά, αλλά ποτέ μου δεν έπαιξα τόσο με την ψυχή μου όσο με τον Ντιουκ. Ενιωθα αληθινά πως συμμετείχα σε κάτι το μεγάλο, το άρτιο».
– Τι προοπτικές έχετε για το μέλλον; «Λογαριάζω να πάω πάλι του χρόνου στην Αμερική. Αλλά λέω να μείνω εκεί καιρό. Ισως φτιάσω εκεί μια μεγάλη, δική μου ορχήστρα- ίσως πάλι παίξω με καμιά από τις μεγάλες υπάρχουσες ορχήστρες. Λέγαμε κάποτε να κάνομε δίσκους- ο Σλαμ Στιούαρτ, ο Αρτ Τέιτουμ κι εγώ. Ακόμα δεν ξέρω τίποτα το συγκεκριμένο, εκτός από το ότι παράλληλα με τη μουσική μου ως εκτελεστού θα ασχοληθώ και με τη σύνθεση».
– Ποια είναι η γνώμη σας για την ευρωπαϊκή τζαζ; Πιστεύετε στη δυνατότητα αναπτύξεως ευρωπαϊκής τζαζ που να είναι οριστικά ανεξάρτητη από την αμερικανική;
«Η Ευρώπη έχει καλούς μουσικούς της τζαζ. Στη Γαλλία, την Αγγλία, τη Σουηδία κ.α. υπάρχουν εξαιρετικοί σολίστ. Αλλά δεν βλέπω τις προσωπικότητες που θα δημιουργήσουν μια “ευρωπαϊκή τζαζ”. Θα εξακολουθήσωμε γι΄ αυτό να εξαρτώμεθα από την Αμερική. Μήπως κι εκεί κατά βάθος οι λευκοί μουσικοί- όσο και να μη μας αρέσει να το παραδεχόμαστε- δεν εξαρτώνται από τους μαύρους; Η τζαζ των λευκών έχει κάτι το τυποποιημένο· ποτέ ο λευκός δεν θα έχει την άνεση και το πηγαίο του νέγρου jazzman».
– Ποιο,νομίζετε,είναι το μέλλον της τζαζ ως μέσου καλλιτεχνικής εκφράσεως;
«Η τζαζ έχει πάψει πλέον να ΄ναι μόνο μουσική χορού· αν κι αυτό δεν είναι λίγο: στο κάτω-κάτω η εποχή του Μότσαρτ δεν ήταν η εποχή του τοτινού “σουίνγκ;”. Η τζαζ έχει ήδη επηρεάσει και διευρύνει την μορφή και την τεχνική της κλασικής μουσικής. Πιστεύω ότι κάποτε η τζαζ θα είναι η μόνη μουσική. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι μολονότι ακολουθώντας διαφορετικούς δρόμους ο Μπάρτοκ, ο Χόνεγκερ, ο Ελινγκτον κι ο Γκιλέσπι φτάνουν στην ίδια κορυφή. Θα ΄μαστε όμως ανόητοι αν πιστέψομε ότι είναι ποτέ δυνατόν να θαφτούν τα μνημεία της κλασικής μουσικής. Οι συνθέσεις του Μπαχ, του Φρανκ, του Ντεμπισί, του Ραβέλ, του Μπάρτοκ, του Σοστακόβιτς (που ΄ναι οι αγαπημένοι μου) κ.ά. θα εξακολουθούν ν΄ αξίζουν και να εκτελούνται. Μόνο που οι τότε μουσικοί θα έχουν καρπωθή την τεράστια ανανεωτική προσφορά της τζαζ».
– Εκτός από την τζαζ, έχετε άλλες ασχολίες;
«Οπως βλέπετε ζωγραφίζω. Τελευταία μου κόλλησε η μανία. Τόσοι ζωγραφίζουν και τους παίρνουν στα σοβαρά- γιατί να μη πάρουν κι εμένα. Κι ύστερα είναι ωραίο να ΄χεις χρώματα και να τα κάνεις ό,τι θες! Εκτός από την τζαζ υπάρχει κι άλλη ομορφιά στη ζωή – και την απολαμβάνω. Αλλ΄ ας μιλήσομε σοβαρά. Το μεράκι μου είναι η σύνθεση. Εχω ήδη συνθέσει ένα συμφωνικό ποίημα “La Μanoir de mes r ves”, για ορχήστρα, αρμόνιο και χορωδία, που χρησίμευε για υπόκρουση στο φιλμ “Το χωριό της οργής”. Επίσης κι ένα bol ro για ορχήστρα και φλάουτο που πρωτοεκτελέστηκε το ΄36. Ακόμα, έγραψα τους «Αυτοσχεδιασμούς» μου (αριθ. 1, 2, 3), που είχα κάνει με την κιθάρα μου σε διάφορες φωνοληψίες. Και τώρα ετοιμάζω μια λειτουργία για τους τσιγγάνους- γιατί, ξέρετε, δεν έχομε δική μας λειτουργία. Νομίζω πως το πάθος μου για τη σύνθεση είναι δυνατώτερο από την αγάπη μου για την κιθάρα. Δυστυχώς δεν έχω τη θεωρητική μόρφωση που θα ΄θελα. Τελειώνοντας θα ΄θελα να διαβιβάσετε όλη μου τη συμπάθεια στους έλληνες φίλους μου και ιδιαίτερα στις κοπέλες. Ελπίζω ν΄ αξιωθώ κάποτε να ΄ρθω στη χώρα σας και να τα πούμε από κοντά».
Ετσι περίπου είπε και ελάλησε ο Τζάνγκο Ράινχαρντ. Κι εγώ αμαρτίαν ουκ έχω.