Η Ελλάδα κατέθεσε χθες στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης το απαντητικό μνημόνιο στην προσφυγή των Σκοπίων εναντίον της χώρας μας, με το οποίο απορρίπτει τη σκοπιανή προσφυγή ότι άσκησε βέτο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι τον Απρίλιο του 2008. Η προσφυγή είχε γίνει στις 17 Νοεμβρίου 2008. Τα Σκόπια είχαν επικαλεστεί την παραβίαση εκ μέρους μας του άρθρου 11 της ενδιάμεσης συμφωνίας του 1995, λόγω της υποτιθέμενης αντίρρησης της Αθήνας στην πρόσκληση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (πΓΔΜ) για ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Στο κείμενο του μνημονίου, η Αθήνα εξηγεί ότι στη ρουμανική πρωτεύουσα ελήφθη ομόφωνη απόφαση από τους Συμμάχους να μην ενταχθούν τα Σκόπια στην Ατλαντική Συμμαχία προτού επιλυθεί η εκκρεμότητα της ονομασίας. Παράλληλα, η ελληνική πλευρά θεωρεί ότι έχει στη διάθεσή της ισχυρά νομικά επιχειρήματα τα οποία αποδεικνύουν επίσης τη σωρεία παραβιάσεων από τα ίδια τα Σκόπια της ενδιάμεσης συμφωνίας (όπως, π.χ., τις κινήσεις αλυτρωτικού και προπαγανδιστικού χαρακτήρα).
Η κατάθεση του ελληνικού μνημονίου έγινε από τους εκπροσώπους της χώρας στην υπόθεση αυτή, τον πρέσβη κ. Γ. Σαββαΐδη και την προϊσταμένη του Τμήματος Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου της ειδικής Νομικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών κυρία Μαρία Τελαλιάν . Παράλληλα, ως νομικοί σύμβουλοι της Ελλάδας στην υπόθεση αυτή έχουν οριστεί τέσσερις επιφανείς αλλοδαποί διεθνολόγοι, καθηγητές με μεγάλη εμπειρία στην υπεράσπιση υποθέσεων ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Η Ελλάδα έχει ορίσει στην υπόθεση αυτή ως ad hoc δικαστή τον καθηγητή, ακαδημαϊκό, μέλος και ήδη πρόεδρο του Ινστιτούτου Διεθνούς Δικαίου κ. Εμμ. Ρούκουνα.
Τ ο απαντητικό μνημόνιο ολοκληρώθηκε έπειτα από μακρά διαδικασία ενός και πλέον έτους, κατά τη διάρκεια της οποίας τηρήθηκε πλήρης μυστικότητα. Για την προετοιμασία του απαιτήθηκαν μελέτη και πολλά ταξίδια των ελλήνων εκπροσώπων στο εξωτερικό προκειμένου να διαμορφωθεί η καλύτερη υπερασπιστική γραμμή. Η πορεία της υπόθεσης θα καθοριστεί πλέον από το Δικαστήριο. Δεν αποκλείεται η σκοπιανή πλευρά να ζητήσει εύλογο χρονικό διάστημα για να απαντήσει, κάτι που πιθανότατα θα οδηγήσει και σε νέο μνημόνιο της Αθήνας. Σε μια δεύτερη φάση θα ακολουθήσει η προφορική ανάπτυξη των επιχειρημάτων της Ελλάδας και της πΓΔΜ ενώπιον του οργάνου.