Με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ρίτσου αρκετοί δραματικοί μονόλογοι ή άλλα ποιήματά του («Το τερατώδες αριστούργημα») διασκευάστηκαν φέτος για το θέατρο. Στις σκηνικές μεταφορές δεν συμπεριλαμβάνεται ο «Φιλοκτήτης», ένας δραματικός μονόλογος της Τέταρτης Διάστασης που γράφτηκε μεταξύ 1963 και 1965. Στο μονόλογο του Ρίτσου θα αναφερθώ στην επόμενη επιφυλλίδα μου αφού διαγράψω πρώτα στην παρούσα τη διεθνή απήχηση και πρόσληψη της τραγωδίας του Σοφοκλή για να κατανοήσουμε καλύτερα τη συμβολή του Ρίτσου στην καλλιτεχνική εκμετάλλευση του θέματος του Φιλοκτήτη.
Στον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή δεν συμβαίνει σχεδόν τίποτε: δεν υπάρχουν γυναικείοι χαρακτήρες, θάνατος ή βία. Δεν πρόκειται για πολυπρόσωπο έργο, ούτε από τις πιο συχνά ανεβασμένες τραγωδίες του Σοφοκλή. Ηταν όμως το πρώτο αρχαίο δράμα που παίχτηκε στη νεοελληνική στην Οδησσό, το 1818, σε διασκευή του Ν. Πίκκολου και με απόηχους του Γαλλικού Διαφωτισμού. Μπορεί ο Φιλοκτήτης να αναφέρεται ελάχιστα από τον Ομηρο, ωστόσο η περιπέτειά του τράβηξε την προσοχή αρκετών συγγραφέων, δραματουργών και καλλιτεχνών.
Αρχικά η ιστορία του Φιλοκτήτη λειτούργησε ως πηγή έμπνευσης κυρίως για ζωγράφους και γλύπτες ενώ οι λογοτεχνικές αναφορές είναι ελάχιστες και περιορίζονται σε ένα κεφάλαιο του ΤύχαιΤηλεμάχου (1699) του Φενελόν, ένα σονέτο (1827) του Γουόρντσγουορθ, ένα θεατρικό (1899) του Αντρέ Ζιντ, μια διασκευή (1928) του Τζον Τζέι Τσάπμαν και το γνωστό δοκίμιο του Εντμουντ Γουίλσον «Η πληγή και το τόξο» (1941). Στη δεκαετία του 1960, όταν παρατηρείται σημαντική αλλαγή στην πρόσληψη της αρχαίας τραγωδίας, ο Φιλοκτήτης αρχίζει να ελκύει ξανά το ενδιαφέρον καθώς τα διλήμματα που αναδύονται στα διαζευκτικά ζεύγη: σκοπού και μέσου, αποξένωσης και επικοινωνίας, καιροσκοπισμού και ακεραιότητας, φαίνονται αρκετά επίκαιρα και νεοτερικά. Είναι δύσκολο να συνοψιστούν οι πολυσχιδείς διεθνείς ανταποκρίσεις προς το έργο του Σοφοκλή, ωστόσο η πρόσληψη του έργου φαίνεται να επικεντρώνεται σε τρία βασικά θέματα: πόνος, εξορία και πολιτική.
Ο Βολταίρος το 1730 αναφέρθηκε στον πόνο του Φιλοκτήτη ως την πιο «αποκρουστική» πτυχή της ελληνικής τραγωδίας και θεώρησε το έργο ακατάλληλο για τη σκηνή. Η άποψη αυτή όμως δεν εμπόδισε γενικότερες συζητήσεις περί πόνου, με αφορμή τη Σοφόκλεια τραγωδία, που έφερνε κοντά τα αισθητικά με τα ιατρικά ενδιαφέροντα. Στην ελληνική λογοτεχνία αυτός που εκμεταλλεύτηκε ιδιαίτερα το θέμα ήταν ο Ψυχάρης στο μυθιστόρημά του Η άρρωστη δούλα, δημοσιευμένο σε συνέχειες στο Νουμά το 1907. Τα τελευταία χρόνια ο Φιλοκτήτης έγινε εμβληματική φιγούρα της κουλτούρας του πόνου ενώ μυθιστορήματα και θεατρικά έργα σχετικά με το ΑΙDS συχνά αξιοποιούν τη σωματική του δοκιμασία. Ακόμη και το Πεντάγωνο χρηματοδοτεί παραστάσεις του για την ψυχοθεραπεία στρατιωτών και παλαιμάχων του πολέμου του Ιράκ.
Το δεύτερο μείζον θέμα στην πρόσληψη του Φιλοκτήτη, η εξορία, προβλήθηκε από τον Αντρέ Ζιντ, ο οποίος έγραψε αρκετά θεατρικά με αρχαιοελληνικά θέματα. Ακολουθώντας την αντίληψη του Οσκαρ Γουάιλντ για τη θέση του καλλιτέχνη στην κοινωνία, ο Ζιντ στο θεατρικό του αντιπαραθέτει τον ατομισμό στον πατριωτισμό, επιζητώντας την αυτονομία του ήρωά του καθώς ο Φιλοκτήτης του επιλέγει να παραμείνει στη μοναξιά και το αρκτικό τοπίο του νησιού του ανεξάρτητος από ηθικές δεσμεύσεις.
Η πολιτική διάσταση της ιστορίας του Φιλοκτήτη έχει τονιστεί από δραματουργούς και ποιητές με διάφορους τρόπους. Ο Φιλοκτήτης (1965) του Χάινερ Μύλλερ, χωρίς χορό και Ηρακλή και με τον Οδυσσέα να αναδεικνύεται σε κεντρικό ήρωα και «νικητή», ερμηνεύτηκε ως αλληγορία του Σταλινισμού και ο ομώνυμος ήρωας ως προσωπείο του Τρότσκι. Ο ίδιος ο Μύλλερ βέβαια αρνήθηκε έναν τέτοιο συσχετισμό, δεδομένου ότι το έργο του δεν συντάσσεται με την υπεράσπιση ούτε της ατομικότητας ούτε της κοινωνικής ενσωμάτωσης, παρωδώντας τις συμβάσεις της τραγωδίας και την ιδέα της διαλεκτικής σύνθεσης.
Τον Φιλοκτήτη είδε από μια φεμινιστική προοπτική η Αντριέν Ριτς στο όγδοο από τα «Είκοσι ένα ερωτικά ποιήματά» της ενώ ο Σέιμους Χήνυ στο θεατρικό του Η Θεραπεία στην Τροία ( Τhe Cure at Τroy ) το 1990 τον συνέδεσε με τις συγκρούσεις στη Βόρεια Ιρλανδία. Το θεατρικό φέρει τον υπότιτλο «μια εκδοχή του Σοφόκλειου Φιλοκτήτη», δεδομένου ότι ο Χήνυ ακολουθεί σχεδόν πιστά το πρωτότυπο και οι σύγχρονες αναφορές προστίθενται με το χορό στην αρχή και το τέλος του έργου. Εκεί γίνεται αναφορά στους Ιρλανδούς απεργούς πείνας ενώ η φράση «ελπίδα και ιστορία ομοιοκαταληκτούν» κατέστη παροιμιώδης όταν την επανέλαβε ο Κλίντον και οι εφημερίδες με την ευκαιρία της συμφωνίας στην Ιρλανδία το 1998.
Οπως ο Χήνυ, έτσι και ο Ντέρεκ Ουόλκοτ στον δικό του Ομηρο (1990) μας προσφέρει έναν μετααποικιακό Φιλοκτήτη στην Καραϊβική με υπαινιγμούς στο στίγμα και τον πόνο της δουλείας. Η πληγή και η γιατρειά στον Ομηρο του Ουόλκοτ έχουν να κάνουν εν μέρει με την ανάκτηση του αυτοσεβασμού και εν μέρει με την ανακάλυψη της Αφρικής ως τρόπου για να απαλειφθεί το στίγμα του σκλάβου και ο προγονικός πόνος.
Με άξονα τον πόνο, την εξορία και την πολιτική είδαμε μερικές σύγχρονες εκδοχές του Φιλοκτήτη στο διεθνή χώρο και στην επόμενη επιφυλλίδα θα συζητήσουμε το αν και πώς διαφοροποιείται σε σχέση με τη διεθνή αυτή θεματολογία ο Ρίτσος με το δικό του δραματικό μονόλογο.
Ο κ. Δημήτρης Τζιόβας είναι καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Βirmingham της Αγγλίας.