Η Γαλλία προσέρχεται νωχελικά και απρόθυμα στις κάλπες για την ανανέωση των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η συμμετοχή των ψηφοφόρων αναμένεται ακόμη χαμηλότερη από το απαράδεκτο (για τον πρωταγωνιστικό ρόλο που έχει διαδραματίσει η χώρα αυτή στην προσπάθεια για τη λεγόμενη «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση») ποσοστό 43%, στο οποίο είχε πέσει το 2004. Η χώρα, άλλωστε- όπως και ολόκληρη η Ευρώπη είναι αλήθεια…-, δεν έχει συνέλθει από το σοκ της απόρριψης του Ευρωσυντάγματος στο δημοψήφισμα του Μαΐου του 2005. Εν πάση περιπτώσει, χωρίς να απουσιάσουν εντελώς (όπως σε άλλες χώρες) από τον προεκλογικό αγώνα των κομμάτων, τα ευρωπαϊκά ζητήματα δεν βρέθηκαν στο επίκεντρο της προεκλογικής διαμάχης των κομμάτων. Και αυτό με ευθύνη του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο παραμένει εγκλωβισμένο στην εσωστρέφεια και ταλανίζεται από εσωκομματικές σκιαμαχίες, αδυνατώντας να ορθοποδήσει έπειτα από τη μεγαλύτερη εκλογική έκπληξη στη μεταπολεμική Γαλλία, που ήταν ο αποκλεισμός του σοσιαλιστή ηγέτη Λιονέλ Ζοσπέν από τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2002.
Η ευρωπαϊκή εκλογή, λοιπόν, θα έχει και για τη Γαλλία αναπόφευκτα χαρακτήρα δημοψηφίσματος. Και για τον πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί – για την πρώτη διετία που συμπλήρωσε στο Μέγαρο των Ηλυσίωνκαι για το Σοσιαλιστικό Κόμμα, μετά τη νέα κρίση που ξέσπασε με αφορμή την αμφισβήτηση της ηγεσίας της Μαρτίν Ομπρί. Στις δημοσκοπήσεις προηγείται σαφώς η κυβερνώσα Ενωση για ένα Λαϊκό Κίνημα, η οποία εκμεταλλεύεται την εσωστρέφεια των Σοσιαλιστών και την υποχώρηση του Εθνικού Μετώπου του παλαίμαχου ακροδεξιού ηγέτη Ζαν Μαρί Λεπέν.
Η μονομαχία Ομπρί- Σεγκολέν Ρουαγιάλ για τη διαδοχή του πρώην συντρόφου της Ρουαγιάλ, Φρανσουά Ολάντ, στην ηγεσία του Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΡS) φαίνεται ότι δημιούργησε περισσότερα εσωκομματικά προβλήματα από όσα υποτίθεται ότι θα έλυνε και εν πάση περιπτώσει δεν αναπτέρωσε το ηθικό των ψηφοφόρων του κόμματος. Αντιθέτως, τα προβλήματα του ΡS ευνόησαν εκλογικά την άκρα Αριστερά και δη το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα του Ολιβιέ Μπεζανσενό. Το πάλαι ποτέ κραταιό Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας (ΡCF), το οποίο το 1981 είχε συμμετάσχει στην κυβέρνηση Πιερ Μορουά, την πρώτη που όρκισε ο Φρανσουά Μιτεράν, μοιάζει «εξαφανισμένο» από την πολιτική ζωή της Γαλλίας μετά τη συνταξιοδότηση, το 1994, του επί δύο δεκαετίες ηγέτη του
Ζορζ Μαρσέ.
Ο Σαρκοζί επικέντρωσε την προεκλογική εκστρατεία του κόμματός του στην αδιαμφισβήτητα επιτυχημένη προεδρία που άσκησε η Γαλλία στην Ευρωπαϊκή Ενωση το δεύτερο εξάμηνο του 2008. Ο γάλλος πρόεδρος ως προεδρεύων της ΕΕ υπήρξε πράγματι δραστήριος αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες και αναζητώντας συμμαχίες σε ευρωπαϊκό επίπεδο (περισσότερο πάντως με την ευρωσκεπτικιστική Βρετανία παρά με τη «φυσική» σύμμαχο στα ευρωπαϊκά ζητήματα Γερμανία…) για την αντιμετώπιση της σοβούσας οικονομικής κρίσης. Και σε καθαρά πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο, όμως, η προεδρία της Γαλλίας υπήρξε δραστήρια, καθώς πιστώθηκε την κατάπαυση του πυρός στις συγκρούσεις μεταξύ Ρωσίας και Γεωργίας. Απέναντι στις ευρωπαϊκές «περγαμηνές» του Σαρκοζί το Σοσιαλιστικό Κόμμα αντιπαρατάσσει μια πιο «αριστερή» φρασεολογία, στο μέτρο που ζητεί πιο παρεμβατική πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσης και την άσκηση κοινωνικής πολιτικής για τη στήριξη της απασχόλησης και των χαμηλών εισοδημάτων.