Οταν μιλούσα για τα (υπο κλίμακα έστω) περιβαλλοντικά προβλήματα των αρχαίων Ελλήνων, και ειδικότερα για την υπερξύλευση της Λαυρεωτικής λόγω της μακρόχρονης και εντατικής μεταλλουργίας, ο λαμπρός Αρχαιολόγος κ. Ε. Κακαβογιάννης μου θύμισε το επεισόδιο με τον πλιατσικολόγο τριήραρχο Μειδίαν, τα κατορθώματα του οποίου ελεεινολογεί ο Δημοσθένης στον «Κατα Μειδίου» λόγον του. Και επειδή υποθέτω οτι και άλλοι συμπολίτες ενδέχεται να έχουν ανάγκη να ευθυμήσουν ολίγον μετά απ΄ τα αλλεπάλληλα θλιβερά μαντάτα (απ΄ τα αυτοκτονικά «δεκεμβριανά», μέχρι τους ριψάσπιδες της αδίσταχτης παροχολογίας), σκέφθηκα να το ξαναδιηγηθώ το περιστατικό και απ΄ την φιλόξενη αυτή στήλη.
Λοιπόν, βρισκόμαστε στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. – σε μιαν Αθήνα η οποία σε κάμποσα σημεία έμοιαζε με την σημερινή. Το μπαχτσίσι πήγαινε σύννεφο: Μερικοί πλούσιοι πολίτες κατάφερναν να εξαγοράζουν συνειδήσεις δημοσίων λειτουργών – όχι μόνον μέσω του χρήματος, αλλά και μέσω πιέσεων της πολιτικής μερίδας («κόμματος») στην οποία ανήκαν. Ενας απ΄ αυτούς ήταν και ο πάμπλουτος Μειδίας- άξεστος, προκλητικός και επιδειξιομανής πολιτικάντης, ο οποίος με την αλαζονεία-του είχε ξεσηκώσει την απέχθεια των πολιτών, αλλα παρα ταύτα κατάφερνε να μένει ατιμώρητος ή και απλώς να καθυστερεί επι πολλά έτη την καταβολή των προστίμων στα οποία καταδικαζόταν. Και τα κατάφερνε φαίνεται με εναν συνδυασμό θράσους, δωροδοκιών και στρεψοδικίας- το γνωστό αχτύπητο τρίο.
Αυτόν τον Μηδείαν κατηγορεί ο Δημοσθένης ενώπιον της Ηλιαίας (του κυριότερου δικαστηρίου που το συγκροτούσαν 6.000 κληρούμενοι Αθηναίοι). Εμείς εδώ θα περιορισθούμε μόνον σε μίαν απ΄ τις ανομίες του Μηδείου- εκείνην που υποδηλώνει την αξία της ξυλείας ως καυσίμου στην Λαυρεωτική. Μία μοίρα λοιπόν του αθηναϊκού στόλου βρισκόταν έξω απ΄ τα Στύρα στον ευβοϊκό κόλπο. Μαζύ-τους κι ο Μειδίας ως τριήραρχος της τριήρους την οποία είχε προσφέρει στην πόλη, όπως οι περισσότεροι πλούσιοι πολίτες. Εκεί τους βρίσκει η εντολή των Αθηνών να πλεύσουν όλοι μαζύ και σύσσωμοι στον Πειραιά. Και ξεκινάνε πράγματι όλοι οι τριήραρχοι, εκτός απ΄ τον μάγκα τον Μειδία. Ο οποίος, επι τη ευκαιρία, μένοντας πίσω, πλιατσικολογεί τα χωριά στα ευβοϊκά παράλια! Και φορτώνει την (δημόσια πλέον) τριήρη του κανα-δυό αιγοπρόβατα, αλλα κυρίως «χάρακας, θυρώματα και ξύλα» δηλαδή παλούκια, πορτόκασσες και ξυλεία. Και τι κάνει; Πάει και τα πουλάει «εις τα έργα τα αργύρεια»- στα αργυρωρυχεία του Λαυρίου δηλαδή. Και για να φορτώσει ετούτος ο άθλιος τέτοιο φορτίο, πάει να πεί οτι η ξυλεία ήταν πράγματι πολύτιμο υλικό για τους μεταλλουργικούς κλιβάνους του Λαυρίου. Κι είχε τόσο υψηλή τιμή, ώστε να βάζει σε πειρασμό τον αδίσταχτο τριήραρχο να παραβεί τόσο κατάφωρα τις στρατιωτικές διαταγές και το κοινό δίκαιο: «Καταπλέει εις Πειραιά μόνος μεθ΄ ημέρας δύο» (λένε πέντε μάρτυρες, τριήραρχοι κι αυτοί)- και δέν ελέγχεται! Κι έρχεται τώρα ο τολμηρός Δημοσθένης να περιλάβει και αυτό το προκλητικό επεισόδιο μέσα σ΄ όλα όσα θα καταμαρτυρήσει εναντίον του Μειδία. Ο οποίος εξ άλλου είχε προσβάλει δημοσίως μάλιστα πολλές φορές τον Δημοσθένητέτοιο θράσος είχε. Γι΄ αυτό κι ο Δημοσθένης δέν κρατάει τη γλώσσα-του όταν περιγράφει το επεισόδιο. Και ξεμπροστιάζει τον δήθεν χορηγό της τριήρεως, και λέει: «Χρηματισμός, ου λειτουργία γέγονεν η τριηραρχία τω καταπτύστω τούτω», Κατά Μειδίου, 167. (Κι ας είναι καλά οι Ελληνες λόγιοι, κανα-δυό αιώνες πρίν, που περιέσωσαν στην νεοελληνική χρήση αμφότερους τους εύστοχους αυτούς όρους «χρηματισμός» και «κατάπτυστος».) Στη σύγχρονη ορολογία η πράξη του Μειδία είναι εκμετάλλευση διαπεπιστευμένων, και συνεπάγεται ποινές πολυετούς φυλακίσεως. Τότε όμως τίποτε απολύτως δέν έγινε: Ο Μειδίας ανήκε στο πανίσχυρο κόμμα του Ευβούλου.
Το χειρότερο είναι οτι ο κατά Μειδίου λόγος του Δημοσθένους ουδέποτε έφθασε στο Δικαστήριο. Ο Εύβουλος ο ίδιος καθώς και άλλοι διακεκριμένοι Αθηναίοι είχαν δηλώσει οτι υποστηρίζουν τον Μειδία- και κανένας δέν ύψωσε φωνή υποστήριξης του Δημοσθένους. Εντωμεταξύ, δέ, τα πολιτικά πράγματα στην Αθήνα θ΄ αλλάξουν, ο δε Δημοσθένης (φιλειρηνικός εκ φύσεως) θα βρεθεί να έχει τις ίδιες περι ειρήνης απόψεις με τους εχθρούς του. Και λένε ορισμένοι ιστορικοί οτι πιθανότατα ο Δημοσθένης υπέταξε το ιδιωτικό-του συμφέρον στο δημόσιο συμφέρον- και δέν κατέθεσε τελικώς την καταγγελία.
Εμείς όμως, χάρις στο χειρόγραφο του λόγου, συνειδητοποιούμε τις πολλαπλές συμπληγάδες, μέσα απ΄ τις οποίες περνούσε η αθηναϊκή δημοκρατία- και παρα ταύτα εύρισκε τον δρόμο της. Ενώ κάμποσοι απ΄ τους δικούς-μας «δημοκρατικούς» μάς συνιστούν «ανατροπή και ανυπακοή» ή «ενθαρρύνομε τον κόσμο να βγεί στους δρόμους»- υποκατάστατα δηλαδή συγκεκριμένων πολιτικών προγραμμάτων τα οποία αιδημόνως κρατιούνται μυστικά.
Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.